Οι κίνδυνοι για την ανθρώπινη υγεία από την εξόρυξη σχιστολιθικού αερίου με την αμφιλεγόμενη μέθοδο της υδραυλικής ρωγμάτωσης ή fracking είναι χαμηλοί, αρκεί η διαδικασία «να πραγματοποιείται και να ελέγχεται καταλλήλως», υποστηρίζει βρετανική κυβερνητική υπηρεσία.
Σύμφωνα με την έκθεση του Public Health England (PHE), το οποίο υπάγεται στο βρετανικό υπουργείο Υγείας, οι κίνδυνοι από τους ατμοσφαιρικούς ρύπους, το ραδόνιο και τη ρύπανση των υπογείων υδάτων και του πόσιμου νερού είναι χαμηλοί, εάν τηρούνται οι απαραίτητες προδιαγραφές ασφαλείας. Οι συντάκτες της αναγνωρίζουν πως το συμπέρασμά τους απορρέει από μια βασική αξιολόγηση, η οποία βασίζεται κυρίως σε δεδομένα από τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Η έκθεση χαρακτηρίζεται ήδη «πράσινο φως» στα κυβερνητικά σχέδια για εκμετάλλευση των βρετανικών αποθεμάτων σχιστολιθικού αερίου, καθώς κατά το PHE, τυχόν κίνδυνοι για τη δημόσια υγεία ενδέχεται να είναι αποτέλεσμα «επιχειρησιακής ανεπάρκειας», π.χ. διαρροών ή ακατάλληλης αποθήκευσης των λυμάτων. Όπως επισημαίνει, τα αποτελέσματα των αμερικανικών μελετών καταδεικνύουν ότι, σε γενικές γραμμές, ο κίνδυνος είναι «περιορισμένος και αβέβαιος».
Ο βρετανός υπουργός Ενέργειας χαιρέτισε τα συμπεράσματα της υπηρεσίας προσθέτοντας ότι η κυβέρνηση θα δώσει άδεια για γεωτρήσεις μόνο στις εταιρείες, οι επιχειρήσεις των οποίων θα κριθούν ασφαλείς. «Η δημόσια ασφάλεια και υγεία έχουν πρωταρχική σημασία», δήλωσε ο Μάικλ Φάλον διαβεβαιώνοντας ότι η κυβέρνηση και η βιομηχανία θα συνεργαστούν για να «διασφαλίσουν την τήρηση αυστηρών κανονισμών ασφαλείας».
Περιβαλλοντικές οργανώσεις εμφανίστηκαν επιφυλακτικές, με την εκπρόσωπο των Φίλων της Γης Έλεν Ρίμερ να λέει στο Reuters ότι «χαμηλός κίνδυνος και μηδαμινός κίνδυνος δεν είναι το ίδιο πράγμα». Κατά την ίδια, προτεραιότητα της κυβέρνησης θα πρέπει να αποτελούν οι επενδύσεις στην ανανεώσιμη ενέργεια και όχι το σχιστολιθικό αέριο. «Υπάρχουν ενδείξεις ότι το fracking έχει ρυπάνει το πόσιμο νερό στην Αυστραλία και στις Ηνωμένες Πολιτείες. Κανείς δεν εγγυάται ότι το ίδιο δεν θα συμβεί και εδώ».