Τον κώδωνα του κινδύνου για τη ραγδαία οξίνιση του Αρκτικού Ωκεανού εξαιτίας των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα, έκρουσαν ερευνητές. Προειδοποίησαν ότι, εάν συνεχιστεί η σημερινή τάση, οι συνέπειες για το οικοσύστημα της περιοχής θα είναι ολέθριες.
Η οξύτητα των θαλάσσιων υδάτων έχει αυξηθεί κατά 30% από τη Βιομηχανική Επανάσταση και, όπως ανέφεραν οι επιστήμονες κατά τη διάρκεια συνόδου για το θέμα, στο Μπέργκεν της Νορβηγίας, βρίσκεται πλέον στα υψηλότερα επίπεδα των τελευταίων 55 εκατομμυρίων ετών.
Ο Αρκτικός Ωκεανός είναι ιδιαίτερα ευάλωτος. Η απορρόφηση του CO2 από τα παγωμένα νερά του είναι ακόμη ταχύτερη, ενώ η συρρίκνωση των πάγων κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού έχει ως αποτέλεσμα την έκθεση όλο και μεγαλύτερων επιφανειών.
Σύμφωνα με τους ερευνητές, ο βαθμός και ο ρυθμός οξίνισης στις θάλασσες Γροιλανδίας, Νορβηγίας και Ισλανδίας ποικίλει ανάλογα με το βάθος: ταχύτερα στα επιφανειακά ύδατα και βραδύτερα σε πιο μεγάλα βάθη. Παράλληλα, μεγάλο ρόλο διαδραματίζει η εισροή γλυκού νερού σε κάθε περιοχή.
«Είναι βέβαιο ότι η κατάσταση θα εξακολουθήσει να μεταβάλλεται με ταχείς ρυθμούς», δήλωσε στο BBC ο Ρίτσαρντ Μπάλερμπι από το Νορβηγικό Ινστιτούτο Ερευνών για το Νερό, το οποίο συνέταξε τη σχετική έκθεση που παρουσιάστηκε στο συνέδριο. «Ήδη έχουμε ξεπεράσει κομβικά σημεία.»
Στις θάλασσες της Ισλανδίας και του Μπάρεντς, τα επίπεδα pH μειώνονται κατά περίπου 0,02 ανά δεκαετία, εδώ και πάνω από 40 χρόνια. «Ακόμη κι αν βάλουμε τέλος στις εκπομπές αυτή τη στιγμή, η οξίνιση θα διαρκέσει δεκάδες χιλιάδες χρόνια. Πρόκειται για ένα πολύ μεγάλο πείραμα», συμπλήρωσε ο Μπάλερμπι.
Ο ίδιος και οι συνάδελφοί του επισημαίνουν στην έκθεσή τους ότι το φαινόμενο συνιστά απειλή για κοράλλια και άλλους οργανισμούς, που σχηματίζουν συμπαγή εξωτερικό σκελετό, καθώς αυτή τους η ικανότητα επηρεάζεται. Άλλα είδη αντιμετωπίζουν άμεσο κίνδυνο εξαφάνισης, ενώ οι επιστήμονες φοβούνται ότι ενδέχεται να επηρεαστούν και τα ιχθυαποθέματα και κατά συνέπεια τα μέσα βιοπορισμού πολλών κοινοτήτων.