Με τον τίτλο «Η Ακρόπολις των Αθηνών» (εκδόσεις Αλήθεια), εικοσιένα ανέκδοτα έγγραφα ενός αρχειακού φακέλου ξαναβλέπουν το φως, ύστερα από σχεδόν 200 χρόνια, μέσα από μια προσεγμένη έκδοση.
Τα αρχειακά τεκμήρια της έκδοσης, που χρονολογούνται μεταξύ 1834 και 1842, αποδεικνύουν ότι από τη σύστασή του το ελληνικό κράτος διεκδικούσε την επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα από το Βρετανικό Μουσείο. Τα τεκμήρια αναπαράχθηκαν με τεχνική Facsimile (ομοιογραφική αναπαραγωγή), ενώ ο συνοδευτικός τόμος του φακέλου παρουσιάζει την επιστημονική ανάλυση των επιστολών στην ελληνική και την αγγλική γλώσσα. Η παρουσίαση του τόμου πραγματοποιήθηκε το βράδυ της Δευτέρας 19 Μαρτίου στην αίθουσα του Μουσείου Ακρόπολης, παρουσία σημαντικών εκπροσώπων από τον πολιτικό, ακαδημαϊκό, δημοσιογραφικό και πολιτιστικό χώρο, προσελκύοντας επίσης το ενδιαφέρον των τουριστών και πολλών ξένων επισκεπτών της χώρας μας.
Την εκδήλωση προλόγισε ο Κώστας Τσαρούχας (εκδότης των εκδόσεων Αλήθεια), τονίζοντας τη σημασία του έργου αυτού για την παγκόσμια ακτινοβολία του ελληνικού πολιτισμού και τη διάδοση των ελληνικών θέσεων για τη διεκδίκηση και επιστροφή των Γλυπτών στον τόπο τους, ευχαριστώντας το Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο που «χωρίς τη συμβολή του το έργο αυτό δεν θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί».
«Σπάνια ένας αρχειακός φάκελος έχει τόσο ενδιαφέρον και είναι τόσο κοντά στην πραγματικότητα και στα σημερινά γεγονότα, όσο αυτός», τόνισε ο Καθηγητής Δημήτρης Παντερμαλής, πρόεδρος του Μουσείου της Ακρόπολης, συμπληρώνοντας ότι τα έγγραφα που περιλαμβάνει αναφέρονται όχι μόνο στη σχέση των νέων Ελλήνων με τα αρχαία μνημεία, ιδιαίτερα της Ακρόπολης, αλλά και στον εθνικό αγώνα για την επιστροφή των Ελγινείων. Αξιοσημείωτες ήταν και οι δύο επισημάνσεις του Καθηγητή ως προς την πολυδιάστατη σημασία των εγγράφων, που κεντρίζουν το ενδιαφέρον ειδικών και μη. Η πρώτη αναφέρεται στην παθογένεια της καθημερινής αρχαιολογικής πράξης, η οποία 200 χρόνια μετά παραμένει η ίδια. «Είναι εκπληκτικό ότι χρειάστηκε σχεδόν ένας χρόνος για να διοριστούν οι 6 φύλακες της Ακρόπολης, οι οποίοι μόλις διορίστηκαν, ο πρώτος πήρε άδεια, ενώ οι υπόλοιποι άρχισαν να παραπονιούνται για τις πολλές ώρες φύλαξης, με αποτέλεσμα ο Έφορος της Ακρόπολης να μειώσει το ωράριο τους στο μισό. Όσον αφορά δε την Πολιτεία, όχι μόνο καθυστερούσαν τους μισθούς τους, αλλά είχαν σχεδόν κόψει το επίδομα καυσόξυλων, που χρησιμοποιούσαν για θέρμανση και το επίδομα λαδιού, που έβαζαν στο λυχνάρι τους. Υπάρχει έγγραφο, όπου ο υπουργός παρακαλεί τον βασιλέα να καταβληθούν οι μισθοί τους, οι οποίοι είχαν καθυστερήσει έναν χρόνο», ανέφερε ο κ. Παντερμαλής.
Η δεύτερη επισήμανση αφορούσε τους προσεκτικούς χειρισμούς για τη διεκδίκηση των τεσσάρων λίθων της ζωφόρου από τον Ναό της Αθηνάς Νίκης, που αφαίρεσε ο Έλγιν το 1804 και μετέφερε στο Λονδίνο.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον είχε και η παρουσίαση της έκδοσης από την πλευρά της ομοιογραφίας (facsimile), της τεχνικής που χρησιμοποιήθηκε ώστε η τελική μορφή της έκδοσης να προσεγγίζει σε ποσοστό 98% εκείνη του αρχικού φακέλου. Ο Γιώργος Κονταδάκης, ειδικός στις ομοιογραφικές εκδόσεις, αναφέρθηκε στις αμέτρητες δοκιμές και προσπάθειες που έγιναν από όλους τους ειδικούς ώστε η κάθε επιστολή να προσομοιάζει με το πρωτότυπο. «Όλα αποτυπώθηκαν, οι παραμικρές διορθώσεις και κακοτεχνίες, οι κακώσεις των εγγράφων, τα γράμματα του περιθωρίου, ακόμα και ένα απομεινάρι από τον πολτό του χαρτοποιού του 19ου αιώνα. Ένας μεγεθυντικός φακός μπορεί να τα εντοπίσει, γιατί τα πάντα έχουν αποτυπωθεί πάνω στο χαρτί», είπε χαρακτηριστικά.
Στην εκδήλωση, μίλησαν, επίσης, ο Νίκος Χατζηγεωργίου, επιμελητής της έκδοσης, ο Νικόλαος Καραπιδάκης, ιστορικός, πρόεδρος της Εφορείας των Γενικών Αρχείων του Κράτους, που διέθεσε το υλικό και το επιστημονικό προσωπικό για την υλοποίηση του έργου, καθώς και ο Κλέων Παπαδόπουλος, πρόεδρος του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου, που βοήθησε ώστε ο φάκελος να έχει ήδη φτάσει σε όλες τις βιβλιοθήκες δήμων και κοινοτήτων, σε όλα τα δημόσια γυμνάσια, λύκεια και τεχνικά επαγγελματικά λύκεια της χώρας. Τα έγγραφα που περιέχονται στον φάκελο έχουν συνταχθεί σε τρεις γλώσσες (ελληνικά, αγγλικά, γερμανικά), ενώ το συνοδευτικό τομίδιο παρουσιάζει την επιστημονική ανάλυση των επιστολών στην ελληνική και την αγγλική γλώσσα.