Από την έντυπη έκδοση
Του Θάνου Τσίρου
[email protected]
Η Ελλάδα έχει ένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό όσον αφορά την κατανομή των φορολογικών βαρών. Μικρός αριθμός φορολογουμένων πληρώνει πολύ μεγάλο μερίδιο από το σύνολο των φόρων. Τρία στατιστικά ευρήματα αποδεικνύουν του λόγου το αληθές. Περίπου 800.000 φυσικά πρόσωπα, σε σύνολο περίπου 8,8 εκατομμυρίων διαφορετικών ΑΦΜ, επωμίζονται περίπου το 65% του συνολικού φόρου εισοδήματος φυσικών προσώπων, καταβάλλοντας συνολικά περισσότερα από 5,2 δισ. ευρώ.
Δηλαδή, ο ένας στους 10 πληρώνει τα 6 στα 10 ευρώ του φόρου εισοδήματος φυσικών προσώπων. Στον ΕΝΦΙΑ, περίπου το μισό ποσό (δηλαδή περίπου 1,3 δισ. ευρώ) πέφτει στις πλάτες 740 χιλιάδων ιδιοκτητών, τη στιγμή που κάθε χρόνο εκδίδονται περίπου 6,4 εκατομμύρια ειδοποιητήρια. Και πάλι, δηλαδή, τον μισό φόρο επωμίζονται περίπου οι 12 στους 100 ιδιοκτήτες. Και αν ανατρέξει κάποιος στα στοιχεία φορολόγησης των νομικών προσώπων, θα διαπιστώσει ότι από τις 250.000 επιχειρήσεις, μικρές, μεσαίες αλλά και μεγάλες, οι 11.500 είναι αυτές που καταβάλλουν περίπου 3,4 δισ. ευρώ, ή το 80% του συνολικού ποσού που εισπράττει το Δημόσιο από τον φόρο εισοδήματος νομικών προσώπων.
Χρόνο με τον χρόνο, η κατάσταση επιδεινώνεται, καθώς ο όποιος δημοσιονομικός χώρος διατίθεται για ελαφρύνσεις πάσης φύσεως, «δαπανάται» για την ενίσχυση των ασθενέστερων, δηλαδή αυτών που εμφανίζουν τα χαμηλότερα εισοδήματα ή τις μικρότερες περιουσίες. Κάτι τέτοιο θα γίνει και το 2019, καθώς όλα τα μέτρα που έχει εξαγγείλει η κυβέρνηση για την επόμενη χρονιά στρέφονται στην ενίσχυση των ασθενέστερων.
Πολύ δύσκολα μπορεί να επιχειρηματολογήσει κάποιος εναντίον μιας απόφασης να ενισχυθεί οικονομικά -με ένα επίδομα, με μια φορολογική ελάφρυνση ή με οποιονδήποτε άλλο τρόπο- ένας πολίτης που εμφανίζεται να επιβιώνει με εισόδημα της τάξεως των 7.000 ή 8.000 ευρώ τον χρόνο.
Ωστόσο, αποτελεί μεγάλο ρίσκο για τα δημόσια έσοδα και την οικονομία γενικότερα να μη δίνεις καμία προοπτική σε αυτούς που αν και δεν είναι «πλούσιοι» -ποιος μπορεί να ισχυριστεί ότι ζει πλούσια με ατομικό εισόδημα της τάξεως των 20-30.000 ευρώ και μάλιστα προ φόρων- καλούνται να πληρώσουν σε φόρους και ασφαλιστικές εισφορές ακόμη και το μισό εισόδημά τους; Η «χρυσή τομή» δεν έχει βρεθεί ακόμη και όσο καθυστερούν οι απαντήσεις που περιμένει και η λεγόμενη «μεσαία τάξη» τόσο ισχυρότερο θα γίνεται το κίνητρο της αποχώρησης ή της φοροδιαφυγής. Αλήθεια, έχουμε περιθώρια μείωσης αυτού του πληθυσμού των 700-800 χιλιάδων πολιτών που επωμίζονται και τους περισσότερους φόρους;