Οι συνομιλίες στη Γενεύη για το Κυπριακό, αλλά και τα «αγκάθια» των διαπραγματεύσεων βρίσκονται στο επίκεντρο δημοσιευμάτων του γερμανόφωνου Τύπου.
Η αυστριακή εφημερίδα Der Standard παρατηρεί πως «παρά το γεγονός ότι Νίκος Αναστασιάδης και Μουσταφά Ακιντζί κρατούν χαμηλά τον πήχη των προσδοκιών οι διαπραγματεύσεις μεταξύ των δύο μετριοπαθών πολιτικών, που ξεκίνησαν τον Μάιο του 2015, θεωρούνται οι καλύτερες εδώ και δεκαετίες».
«Όλοι οι συμμετέχοντες μιλούν για την μεγαλύτερη ευκαιρία επανένωσης της Μεγαλονήσου από την εποχή του σχεδίου του γγ. του ΟΗΕ Κόφι Ανάν το 2004. Τόσο ο Νίκος Αναστασιάδης όσο και ο Μουσταφά Ακιντζί δεν διαθέτουν ωστόσο τις απαραίτητες πλειοψηφίες. Ο Κύπριος πρόεδρος βρίσκεται ενώπιον ενός κατακερματισμένου κοινοβουλίου ακόμα κι αν έχει διασφαλίσει τη στήριξη του ΑΚΕΛ, του ισχυρότερου αντιπολιτευτικού κόμματος. Από την πλευρά του ο Μουσταφά Ακιντζί έχει να διαχειριστεί μια βουλή, στην οποία το λέγειν έχει μια πιστή στην Άγκυρα κυβέρνηση», γράφει η εφημερίδα.
Για «πρόοδο στις διαπραγματεύσεις για το Κυπριακό» κάνει λόγο η εφημερίδα του Βερολίνου TAZ. Όπως σημειώνει, «την πρώτη μέρα του νέου γύρου διαπραγματεύσεων για την επίλυση του Κυπριακού οι ηγέτες Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων σημείωσαν προόδους» και «πληρούνται επομένως οι προϋποθέσεις για την προγραμματισμένη πολυμερή διάσκεψη με τη συμμετοχή των εγγυητριών δυνάμεων την Πέμπτη».
Η εφημερίδα Die Welt αναφέρει από την πλευρά της, επικαλούμενη το γερμανικό πρακτορείο ειδήσεων και διαπραγματευτικούς κύκλους, ότι τη δεύτερη μέρα θα συζητηθούν στη Γενεύη ζητήματα που άπτονται της Ε.Ε., καθώς και το κόστος της επανένωσης.
Την Τετάρτη, συνεχίζει το δημοσίευμα, οι διαπραγματεύσεις θα επικεντρωθούν στον πυρήνα του προβλήματος, στο εδαφικό: «Οι δύο πλευρές θα παρουσιάσουν χάρτες με τις προτάσεις τους για την συνοριακή γραμμή μεταξύ του βορείου και νοτίου τμήματος. Ζητούμενο είναι πόσο έδαφος προτίθεται να επιστρέψει η τουρκοκυπριακή πλευρά έτσι ώστε να γυρίσουν όσο το δυνατόν περισσότεροι Ελληνοκύπριοι στις περιοχές που κατοικούσαν πριν τη διχοτόμηση το 1974».