Το διαστημόπλοιο Cassini της NASA εντόπισε τα αχνά, αλλά χαρακτηριστικά ίχνη σκόνης που προέρχεται πέρα από το ηλιακό μας σύστημα.
Το διαστημόπλοιο είναι σε τροχιά γύρω από τον Κρόνο από το 2004, μελετώντας τον γίγαντα αερίων, τους δακτυλίους και τα φεγγάρια του. Το σκάφος έχει επίσης λάβει δείγματα εκατομμυρίων πλουσίων σε πάγο κόκκων με το όργανο ανάλυσης κοσμικής σκόνης του. Το μεγαλύτερο μέρος αυτών των κόκκων προέρχονται από ενεργούς πίδακες στην επιφάνεια του γεωλογικά ενεργού Εγκέλαδου. Μεταξύ αυτών των μικροσκοπικών κόκκων που έπιασε το Cassini, υπάρχουν κάποιοι – μόλις 36 - που ξεχωρίζουν, καθώς, όπως εκτιμάται από τους επιστήμονες (ειδικότερα, από ομάδα ερευνητών κυρίως από την Ευρώπη), προέρχονται από το διαστρικό διάστημα- το κενό ανάμεσα στα άστρα.
Η ύπαρξη τέτοιας «ξένης» σκόνης δεν αποτελεί ακριβώς έκπληξη, καθώς τη δεκαετία του 1990 η αποστολή Ulysses της ESA και της NASA προέβη στις πρώτες in situ παρατηρήσεις του υλικού αυτού, κάτι που επιβεβαιώθηκε αργότερα από το Galileo της NASA. Η σκόνη αυτή προέρχεται από το τοπικό διαστρικό νέφος: μια σχεδόν άδεια «φούσκα» αερίων και σκόνης, μέσα από την οποία περνά το ηλιακό μας σύστημα.
Οι μικροσκοπικοί αυτοί κόκκοι περνούσαν μέσα από το σύστημα του Κρόνου με ταχύτητα 72.000 χλμ./ώρα, αρκετά για να μην παγιδευτούν από τη βαρύτητα του Ήλιου και των πλανητών του. «Είναι συναρπαστικό που το Cassini μπόρεσε να προβεί σε αυτό τον εντοπισμό, δεδομένου του ότι το όργανό μας ήταν σχεδιασμένο με πρωταρχικό στόχο τις μετρήσεις σκόνης από το εσωτερικό του συστήματος του Κρόνου» λέει η Μάρσια Μπάρτον, επιστήμονας του JPL (Jet Propulsion Laboratory) της NASA στην Πασαντίνα και μέλος της ομάδας που συνέταξε το σχετικό paper.
Για πρώτη φορά επίσης αναλύθηκε η σύσταση της σκόνης, υποδεικνύοντας ότι αποτελείται από πολύ συγκεκριμένο μείγμα ορυκτών και όχι πάγο. Η χημική σύσταση όλων των κόκκων ήταν παρόμοια, με στοιχεία όπως το μαγνήσιο, το πυρίτιο, τον σίδηρο και το ασβέστιο, καθώς και – σε μικρότερες αναλογίες- θείο και άνθρακα.
Η κοσμική σκόνη παράγεται όταν τα άστρα «πεθαίνουν» και κόκκοι της μπορούν να βρεθούν σε κάποια είδη μετεωριτών, που τους μεταφέρουν επί αμέτρητα χρόνια – από τη δημιουργία του ηλιακού μας συστήματος ακόμα.