Από την έντυπη έκδοση
Της Αγγελικής Κοτσοβού
[email protected]
Η παγκόσμια οικονομία εισέρχεται σε φάση μεγάλης επιβράδυνσης. Εν μέσω συνθηκών έντονης αβεβαιότητας, οι προβλέψεις για την παγκόσμια ανάπτυξη αναθεωρούνται προς τα κάτω, ενώ οι προοπτικές επισκιάζονται από σημαντικούς κινδύνους».
Το 2008, τότε που η παγκόσμια οικονομία προσπαθούσε να συνέλθει από την ισχυρότερη χρηματοπιστωτική κρίση από την εποχή του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, το ΔΝΤ περιέγραφε στην έκθεσή του με ιδιαίτερα μελανά χρώματα την οικονομική πραγματικότητα της διετίας μετά την κρίση.
Για το 2009, το ΔΝΤ προέβλεπε ρυθμούς ανάπτυξης του παγκόσμιου ΑΕΠ στο 3%, τους βραδύτερους από το 2002, καλώντας κυβερνήσεις και κεντρικές τράπεζες σε συντονισμένες προσπάθειες ώστε να βγάλουν την παγκόσμια οικονομία από το τέλμα της ύφεσης, επιστρέφοντας σε πορεία ανάκαμψης.
Εξι χρόνια αργότερα και με τις κεντρικές τράπεζες να έχουν διοχετεύσει από το 2007 ρευστότητα άνω των 11 τρισ. δολ. στο παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα, η παγκόσμια οικονομία δεν έχει καταφέρει να συνέλθει από το χειρότερο σοκ από τη δεκαετία του ‘30.
Στη φετινή έκθεση, το ΔΝΤ προβλέπει ανάπτυξη μόλις 3,2%.
Το Ταμείο κρούει για μία ακόμη φορά τον κώδωνα του κινδύνου: «Η ανάπτυξη είναι απογοητευτική, με την παγκόσμια οικονομία να αντιμετωπίζει την απειλή συγχρονισμένης επιβράδυνσης και εντεινόμενων κινδύνων».
Τα προγνωστικά εξίσου ζοφερά με την έκθεση του 2008, μόνο που τώρα οι αρχές δεν καλούνται να αντιμετωπίσουν μια παγκόσμια πιστωτική κρίση, αλλά πολλές και διαφορετικές προκλήσεις -τόσο οικονομικές όσο και γεωπολιτικές- που εγκυμονούν τον κίνδυνο μιας νέας ύφεσης: Οι αγορές «κλονίζονται», το πετρέλαιο καταρρέει, συμπαρασύροντας και τις οικονομίες των μεγάλων πετρελαιοπαραγωγών χωρών, η Κίνα χάνει τη δυναμική της, η Ευρώπη δοκιμάζεται από την προσφυγική κρίση, έχοντας μπροστά της και το κρίσιμο δημοψήφισμα του Ιουνίου στη Βρετανία, όπου θα κριθεί το μέλλον της χώρας εντός -ή εκτός- της ευρωπαϊκής οικογένειας.
Οι κεντρικές τράπεζες έχουν φθάσει στα όριά τους ως προς την εφαρμογή μη συμβατικών μέτρων νομισματικής στήριξης, έχοντας πλέον ελάχιστα εργαλεία στη διάθεσή τους, την ώρα που οι αλλεπάλληλες ενέσεις ρευστότητας κρύβουν τον κίνδυνο να δημιουργηθεί μια νέα «φούσκα» στις αγορές.
H σκυτάλη περνάει στις κυβερνήσεις και στις επώδυνες μεν, αλλά αναγκαίες μεταρρυθμίσεις που θα οδηγήσουν στην ανάκτηση της χαμένης ανταγωνιστικότητας και στην επανεκκίνηση της παγκόσμιας οικονομικής ατμομηχανής.
«Ας είμαι σαφής, βρισκόμαστε σε επιφυλακή, όχι σε κατάσταση συναγερμού», διευκρίνισε η γενική διευθύντρια του ΔΝΤ, Κριστίν Λαγκάρντ, για να παραδεχθεί στη συνέχεια ότι η παγκόσμια οικονομία έχει απολέσει την αναπτυξιακή της δυναμική.
Δεν είναι όμως μόνο η ελευθερία που απαιτεί αρετή και τόλμη -για να επικαλεστούμε τον περίφημο στίχο του Ανδρέα Κάλβου-, αλλά και η εφαρμογή της συνταγής για τη θεραπεία των χρόνιων νοσημάτων που κρατούν καθηλωμένη την ανάπτυξη.