Οι ρυθμοί ανάπτυξης και γονιμοποίησης των νεαρών αστακών είναι πιθανό να εμφανίσουν σημαντική μείωση, καθώς οι ωκεανοί γίνονται όλο και περισσότερο όξινοι, λόγω της κλιματικής αλλαγής. Η ανησυχητική αυτή τάση καθιστά τα ζώα πιο ευάλωτα σε αρπακτικά και μειώνει τον αριθμό ενηλίκων αστακών που είναι διαθέσιμοι για συγκομιδή.
Στα αποτελέσματα αυτά κατέληξε μία τετράμηνη εργαστηριακή μελέτη που διεξήχθη από το Πανεπιστήμιο του Rhode Island με επικεφαλής την Έριν Μακλίν. «Δεν είμαστε ακόμα σίγουροι ποιος μηχανισμός ακριβώς επηρεάζει την ανάπτυξή τους, αλλά η ενέργεια που απαιτείται για να ρυθμίσουν τον οργανισμό τους στην αύξηση της οξύτητας, στερείται από τη διαδικασία ανάπτυξής τους», δήλωσε η Μακλίν.
Μεγάλο μέρος του διοξειδίου του άνθρακα που εκπέμπεται στην ατμόσφαιρα, το οποίο έχει οδηγήσει στην κλιματική αλλαγή, απορροφάται από τους ωκεανούς, όπου διαλύεται και σχηματίζει ανθρακικό οξύ. Αυτό το οξύ μειώνει το pH του ωκεανού και συνεπώς τη διαθέσιμη ποσότητα ανθρακικών αλάτων που χρειάζονται τα οστρακοειδή και μαλακόστρακα όπως οι αστακοί για να σχηματίσουν τα κελύφη τους.
Οι ερευνητές τοποθέτησαν 24 νεαρούς αστακούς μήκους 2,5 εκατοστών σε τρεις δεξαμενές διαφορετικής συγκέντρωσης διοξειδίου του άνθρακα, με βάση τις σημερινές εκτιμήσεις και τις προβλέψεις για το 2100 και το 2200. Τους επόμενους τέσσερις μήνες καταγράφηκε η ανάπτυξη των αστακών.
Οι αστακοί υπό τις σημερινές συνθήκες αναπτύχθηκαν κανονικά όμως οι αστακοί στις δεξαμενές με το αυξημένο διοξείδιο του άνθρακα εμφάνισαν ανεξαιρέτως αισθητά μικρότερη ανάπτυξη τόσο στο μήκος όσο και στο βάρος.
Εάν οι αστακοί χρειάζονται περισσότερο χρόνο για να ωριμάσουν, γίνονται πιο ευάλωτοι στο να φαγωθούν από μια μεγάλη ποικιλία ψαριών και άλλων θαλάσσιων αρπακτικών για εκτεταμένες χρονικές περιόδους. Αυτό θα έχει ως αποτέλεσμα να επιβιώνουν λιγότεροι και να μη φτάνουν αρκετοί στο αναπαραγωγικό τους μέγεθος, σύμφωνα με την Μακλίν.