Αναδημοσίευση από τη «Ναυτεμπορική»
Η μαζική ψήφος διαμαρτυρίας στις ευρωεκλογές, που συνδέεται άμεσα με την κρίση και την ανεργία, η οποία βρίσκεται σε ιστορικά υψηλά στην Ε.Ε., καθιστά επιτακτική τη διόρθωση της «συνταγής» της οικονομικής πολιτικής από τους Ευρωπαίους ηγέτες, κυρίως στην Ευρωζώνη, διαφορετικά το ευρωπαϊκό οικοδόμημα θα υποστεί μεγάλους κλυδωνισμούς.
Αυτή είναι η πρώτη εκτίμηση που κυριαρχεί στις Βρυξέλλες, όπου το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών προκαλεί μεγάλο σκεπτικισμό, ενώ το βασικό ερώτημα που τίθεται είναι κατά πόσο οι Ευρωπαίοι ηγέτες θα μπορέσουν να αποδείξουν εμπράκτως στους πολίτες πως έλαβαν το πολιτικό μήνυμα της κάλπης.
Στο νέο χάρτη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, το λεγόμενο φιλοευρωπαϊκό μπλοκ διατηρεί την πρωτοβουλία των κινήσεων, ωστόσο βγαίνει βαριά «λαβωμένο», αφού στη νέα Ολομέλεια Κεντροδεξιά, Σοσιαλιστές και Φιλελεύθεροι θα διαθέτουν 470 έδρες επί συνόλου 751 εδρών, χάνοντας 60-70 έδρες σε σχέση με τις ευρωεκλογές του 2009.
Σοβαρότατες απώλειες κατέγραψε η Κεντροδεξιά, δηλαδή το Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα (ΕΛΚ), το οποίo παραμένει μεν πρώτη πολιτική «οικογένεια» με περίπου 214 έδρες (η καταμέτρηση στα κράτη-μέλη δεν είχε ολοκληρωθεί μέχρι χθες το βράδυ), ωστόσο χάνει 50 έδρες. Ο λόγος είναι απλός, το ΕΛΚ βρίσκεται στην εξουσία στα περισσότερα κράτη-μέλη και πληρώνει τη φθορά των κυβερνήσεων.
Οι Σοσιαλιστές κρατήθηκαν, αφού φαίνεται ότι αυξάνουν οριακά τη δύναμή τους και φτάνουν στις 189 έδρες (+5), ενώ μικρή αύξηση καταγράφουν και οι Φιλελεύθεροι.
Από την άλλη, το χθεσινό αποτέλεσμα στέλνει στην Ευρωβουλή περίπου 100 ακραίους ευρωβουλευτές, από ακροδεξιούς εθνικιστές και λαϊκιστές μέχρι νεοναζί. Χώρες προέλευσης, από πλευράς Ευρωζώνης, η Γαλλία, η Ολλανδία, η Αυστρία, η Ελλάδα, λιγότερο η Γερμανία (είσοδος νεοναζί στην Ευρωβουλή) και η Ιταλία. Οι δυνάμεις αυτές θα επιχειρήσουν να αποδομήσουν από μέσα την Ε.Ε., ενώ εάν προστεθούν και οι μετριοπαθείς ευρωσκεπτικιστές δημιουργείται ένα μπλοκ 200-210 ευρωβουλευτών.
Είναι προφανές ότι σε κρίσιμα ζητήματα, πλέον, οι φιλοευρωπαϊκές δυνάμεις θα πρέπει να συνασπίζονται για να περνούν τις αποφάσεις, με αποτέλεσμα την αποδυνάμωση των ιδεολογικών διαχωριστικών γραμμών μεταξύ των παραδοσιακών κομμάτων.
Η επόμενη μέρα
Ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ζοζέ Μανουέλ Μπαρόζο δήλωσε χθες ότι οι φιλοευρωπαϊκές δυνάμεις θα πρέπει να εργαστούν χέρι-χέρι, για να αντιμετωπίσουν τις ακραίες αντιευρωπαϊκές δυνάμεις. Μάλιστα, επικαλέστηκε το παράδειγμα της Κομισιόν, όπου στις τάξεις της βρίσκονται επίτροποι από τις τρεις μεγάλες ευρωπαϊκές πολιτικές «οικογένειες» (κεντροδεξιοί του ΕΛΚ, Σοσιαλιστές, Φιλελεύθεροι), οι οποίοι συνεργάζονται με απόλυτη αρμονία.
Ωστόσο, διάχυτη είναι η άποψη κοινοτικών παραγόντων και αναλυτών στις Βρυξέλλες ότι το πρόβλημα δεν θα ξεπεραστεί με τέτοιου είδους συμμαχίες, οι οποίες αργά ή γρήγορα καταρρέουν, αλλά με μια άλλη οικονομική πολιτική, που θα συνδυάζει τη δημοσιονομική προσαρμογή με την ανάπτυξη.
Θεωρείται βέβαιο ότι στη σημερινή συνάντηση των Ευρωπαίων ηγετών θα γίνει μια εκτενής ανάλυση του αποτελέσματος και θα αναζητηθούν τρόποι απάντησης, ώστε οι πολίτες να λάβουν το μήνυμα. Το ζητούμενο είναι πόσο μακριά είναι διατεθειμένοι να πάνε οι ηγέτες, κυρίως της Ευρωζώνης, όπου υπάρχουν και τα μεγαλύτερα οικονομικά και κοινωνικά προβλήματα.
Ενα από τα σημαντικότερα «εργαλεία» είναι η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, η οποία μπορεί να λάβει μη συμβατικά μέτρα που θα αναζωογονήσουν την ευρωπαϊκή οικονομία, όπως η αύξηση της ροής ρευστότητας. Πάντως, βασικό θέμα του αποψινού δείπνου των ηγετών θα είναι η διαδοχή του κ. Μπαρόζο στην προεδρία της Κομισιόν.
Επισήμως, από την πλευρά του προέδρου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, Χέρμαν Βαν Ρόμπεϊ, υποστηρίζουν ότι οι ηγέτες δεν θα μπουν σε ονοματολογία αλλά θα συζητήσουν για τη διαδικασία εκλογής.
Αποφάσεις δεν θα υπάρξουν, όμως είναι σαφές ότι θα πέσουν ονόματα στο τραπέζι όχι μόνο για την Επιτροπή, όπου ο νέος πρόεδρος θα αναλάβει την 1η Νοεμβρίου, αλλά και για τις άλλες θέσεις που αδειάζουν την 1η Ιανουαρίου, όπως του κ. Βαν Ρόμπεϊ και της ύπατης εκπροσώπου για την Εξωτερική Πολιτική Κάθριν Αστον.
Το φαβορί
Το ΕΛΚ, παρότι αποδυναμώθηκε, κέρδισε τις εκλογές και όπως είναι φυσικό ο εκλεκτός του, Ζαν Κλοντ Γιούνκερ, είναι φαβορί για τη θέση του κ. Μπαρόζο.
Ο ίδιος δήλωσε χθες ότι η διψήφια διαφορά σε έδρες που έχει το ΕΛΚ από το ΕΣΚ τού δίνει το δικαίωμα να επιχειρήσει πρώτος τη διαμόρφωση πλειοψηφίας στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο για την εκλογή του προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Φαβορί είναι ο κ. Γιούνκερ, αλλά σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να θεωρηθεί με βεβαιότητα ότι θα είναι ο επόμενος πρόεδρος της Κομισιόν.
Ηδη, το Ηνωμένο Βασίλειο και η Ουγγαρία έχουν ταχθεί κατά της υποψηφιότητάς του, θεωρώντας ότι είναι υπερβολικά ευρωπαϊστής. Η απόφαση λαμβάνεται με ειδική πλειοψηφία, αλλά ο κ. Βαν Ρόμπεϊ θα εξαντλήσει κάθε προσπάθεια να πετύχει συναινετική απόφαση. «Κλειδί» θεωρείται η στάση που θα κρατήσει ο γαλλογερμανικός άξονας.
Μνημονιακές χώρες με σημαντικές απώλειες
Το ότι οι ευρωεκλογές εξελίχθηκαν σε ψήφο διαμαρτυρίας που είχε προέλευση την οικονομία αποδεικνύεται περίτρανα από την ήττα όλων των κυβερνήσεων μνημονιακών και γενικότερα χωρών «αδύναμων κρίκων».
Εκτός από την Ελλάδα όπου τα δύο κόμματα της κυβέρνησης υπέστησαν σημαντικότατες απώλειες σε σχέση με τις προηγούμενες εκλογές, ανάλογο φαινόμενο καταγράφηκε στην Πορτογαλία και στην Ισπανία.
Στην Πορτογαλία ο κυβερνητικός συνασπισμός απώλεσε 12 ποσοστιαίες μονάδες, ενώ οι Σοσιαλιστές που είναι στην αντιπολίτευση βρέθηκαν να κερδίζουν πέντε μονάδες.
Στην Ισπανία το 2009 το Λαϊκό Κόμμα του κ. Ραχόι είχε αποσπάσει το 42,23% και χθες βρέθηκε στο 26%. Το Σοσιαλιστικό Κόμμα της αντιπολίτευσης, το οποίο χρεώνεται επίσης με σκληρά μέτρα την περίοδο που ήταν στην εξουσία, βρέθηκε από το 38,5% στο 23%. Οι ψήφοι που έχασαν πήγαν σε περιφερειακά κόμματα, αλλά και σε κόμματα διαμαρτυρίας, μεταξύ των οποίων και το κίνημα των αγανακτισμένων που έλαβε 7%.
Στη Γαλλία, το ακροδεξιό Εθνικό Μέτωπο της Μαρίν Λεπέν αναδείχθηκε πρώτο κόμμα, προκαλώντας πολιτικό σεισμό, αφού έφτασε το 25% από 6,3% το 2009. Η ψήφος διαμαρτυρίας που έλαβε προήλθε από όλο το φάσμα των άλλων πολιτικών κομμάτων.
Η περίπτωση της Ιταλίας επιβεβαιώνει την ανάγκη για στροφή της οικονομικής πολιτικής.
Ο νέος κεντροαριστερός πρωθυπουργός Ματέο Ρέντζι πήρε από την αρχή αποστάσεις, κάνοντας μια σειρά από διορθώσεις στη φορολογική πολιτική και δίνοντας έμφαση στην ανάπτυξη. Οι ψηφοφόροι τον επιβράβευσαν με μια μεγαλειώδη νίκη που έφτασε στο 40%, περιορίζοντας στο 20% τον Μπέπε Γκρίλο.
ΝΙΚΟΣ ΜΠΕΛΛΟΣ - [email protected]