Αναδημοσίευση από τη «Ναυτεμπορική»
Είναι αστείο ή τραγικό να βαδίζουμε προς τις ευρωεκλογές με βασικό ερώτημα -και πάλι- τι νόμισμα θέλουμε να έχουμε, ευρώ ή κάτι άλλο, άγνωστο τι μπορεί να είναι αυτό;
Επειτα από έξι χρόνια ύφεσης, και τέσσερα χρόνια υιοθέτησης ενός ασύλληπτα σκληρού προγράμματος διάσωσης της χώρας από τη χρεοκοπία, με στόχο τη σταθεροποίηση της οικονομίας, πώς ακριβώς μπορεί να ηχεί στα αφτιά όποιου έχει υποστεί τις συνέπειες αυτού του προγράμματος οποιαδήποτε αναφορά κτίζεται γύρω από την εγκατάλειψη του νομίσματος και της πολιτικοοικονομικής ένωσης χωρών την οποία αυτό αντιπροσωπεύει;
Υποτίθεται ότι τις αναζητήσεις αυτού του είδους τις είχαμε εγκαταλείψει όταν ως κυβερνήσεις, αλλά και ως εκλογικό σώμα που τις εξέλεξε, αποφασίσαμε να δεχτούμε τις επιλογές που κρατούν τη χώρα κοντά στις ευρωπαϊκές της καταβολές.
Οταν σταθμίσαμε τα προβλήματα και τα ευεργετήματα που απορρέουν από τη θέση μας στην Ευρώπη, το νόμισμά της, την κοινή οικονομική της πολιτική και τους κανόνες θεσμικής λειτουργίας που αυτή πρεσβεύει.
Η αναφορά περί του ευρωδιλήμματος που ανασύρεται από το δύσκολο παρελθόν μας δεν έχει στόχο το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης, στους κόλπους του οποίου συναντά κανείς δημόσια διατυπωμένες θέσεις κατά του κοινού ευρωπαϊκού νομίσματος και υπέρ της αναζήτησης πιθανώς καλύτερης τύχης εκτός Ευρωζώνης.
Αφορά το σύνολο του ελληνικού πολιτικού σκηνικού που δείχνει να αδυνατεί να ξεφύγει από την παρελθοντολογία και να κτίσει τις πολιτικές του θέσεις με όρους μελλοντικής ευτυχίας και όχι παρελθούσης δυστυχίας.
Πόσο φτωχό ιδεολογικά και με αδύναμη επιχειρηματολογία προβάλλει το πολιτικό προσωπικό όταν αδυνατεί να βγάλει από την ατζέντα του ένα θέμα όπως αυτό της εξόδου της Ελλάδας από το ευρώ, το οποίο ακόμη και οι ακραιφνείς πολέμιοι της ελληνικής παρουσίας στην Ευρωζώνη ξένοι -πολιτικοί και αναλυτές- δεν τολμούν να ανασύρουν πλέον στην αιχμή της επικαιρότητας;
Προφανώς, λοιπόν, το ερώτημα που τίθεται από εδώ και στο έξης και που θα έπρεπε κυρίως να απασχολεί εκλογείς και εκλεγόμενους είναι το τι θα γίνει στη συνέχεια.
Και αυτό όχι γιατί η κρίση τελείωσε και εμείς εξερχόμαστε από αυτή όπως περίπου υποστηρίζει η κυβέρνηση, ούτε γιατί βαδίζουμε σε ακόμη πιο μαύρα χρόνια όπως διατείνεται η αντιπολίτευση.
Σε κάθε περίπτωση το ερώτημα -που είναι εθνικά υπαρξιακό- έχει να κάνει με την πρακτικά αναπτυξιακή διάσταση της εφαρμοστέας πολιτικής.
Προς αυτή την κατεύθυνση η κυβέρνηση δεν έχει δώσει ουσιαστικές λύσεις με τα έως τώρα πεπραγμένα της, αλλά και η αξιωματική αντιπολίτευση έχει δείξει ότι στερείται πειστικών απαντήσεων με τα όσα προτείνει.
ΝΙΚΟΣ ΦΡΑΝΤΖΗΣ - [email protected]