Ομάδα γερμανών επιστημόνων ανακοίνωσε ότι βρήκε έναν τρόπο να παρέχει ακόμη πιο έγκαιρη προειδοποίηση για την επικείμενη έλευση τσουνάμι μετά από μεγάλους σεισμούς, αξιοποιώντας καλύτερα τα δεδομένα από το παγκόσμιο σύστημα προσδιορισμού θέσης (GPS). Οι προβλέψεις, σύμφωνα με τους ερευνητές, θα μπορούσαν να εκδίδονται σε διάστημα λίγων λεπτών από την εκδήλωση του σεισμού.
Στις 11 Μαρτίου του 2011, όταν χτύπησε ο καταστροφικός σεισμός στην Ιαπωνία, 1.200 σταθμοί GPS κατέγραφαν δεδομένα για τη μετακίνηση του πυθμένα του ωκεανού σε πραγματικό χρόνο, όμως κανείς τους δεν ήταν συνδεδεμένος με το ιαπωνικό σύστημα έγκαιρης προειδοποίησης, με αποτέλεσμα να υποβαθμιστεί ο κίνδυνος τσουνάμι, το οποίο τελικά στοίχισε τη ζωή σε περισσότερους από 18.000 ανθρώπους.
Οι ερευνητές υποστηρίζουν ότι τα δεδομένα από αυτούς τους σταθμούς θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν έτσι ώστε να εκδίδεται προειδοποίηση μέσα σε τρία λεπτά από το σεισμό, με καλύτερη πρόβλεψη για το μέγεθος των κυμάτων και τις περιοχές που θα πληγούν. Παρότι οι ιαπωνικές αρχές είχαν εκδώσει προειδοποίηση λίγα λεπτά μετά από το σεισμό, αυτή αφορούσε μόνο τρεις περιφέρειες. Επιπλέον, το μέγεθος του σεισμού είχε αρχικά υπολογιστεί στα 7,9 Ρίχτερ, ενώ ήταν τελικά 30 φορές ισχυρότερος.
Παρουσιάζοντας τα αποτελέσματα των μελετών τους στην επιθεώρηση Natural Hazards and Earth Systems Sciences, οι επιστήμονες από το γερμανικό Ερευνητικό Κέντρο Γεωεπιστημών επισημαίνουν ότι σε περιπτώσεις υποθαλάσσιων σεισμών κάθε δευτερόλεπτο μετράει και, ακόμη κι όταν υπάρχουν σχέδια εκκένωσης, μεσολαβεί ελάχιστος χρόνος για την εφαρμογή τους.
Εξηγούν ότι τα δεδομένα από τα υπάρχοντα συστήματα έγκαιρης προειδοποίησης δεν είναι πάντοτε αξιόπιστα, κάτι που θα μπορούσε να αλλάξει με τη χρήση της τεχνολογίας δορυφορικής πλοήγησης, τοποθετώντας αισθητήρες GPS στις ακτογραμμές ευάλωτων χωρών. Κάτι τέτοιο θα επέτρεπε ακριβείς μετρήσεις των μετακινήσεων του εδάφους εξαιτίας υποθαλάσσιων δονήσεων.
«Σε περίπτωση σεισμού καταβύθισης, η μία πλάκα γλιστράει κάτω από μία άλλη πλάκα», εξηγεί μιλώντας στο BBC ο επικεφαλής της ερευνητικής ομάδας Αντρέας Χέχνερ. «Αυτό μετράται από τη σχετική μετατόπιση και αυτή η παραμόρφωση βρίσκεται κυρίως πάνω από την πηγή [του σεισμού], όμως η παραθαλάσσια περιοχή επίσης παραμορφώνεται και αυτό μπορεί να διαπιστωθεί μέσω GPS.»
«Αναπαριστώντας» την πηγή του σεισμού και υπολογίζοντας το ακριβές μέγεθός του με αυτή τη μέθοδο, οι επιστήμονες λένε ότι μπορούν να προβλέψουν το τσουνάμι και το ύψος του κύματος με μεγαλύτερη ακρίβεια.