Αντιπροσωπεία από την πρεσβεία των ΗΠΑ στη Μόσχα μετέβη χθες Τρίτη στο Νταγκεστάν για να ανακρίνει τους γονείς των δύο βασικών υπόπτων των βομβιστικών επιθέσων στη Βοστόνη, ανακοίνωσε η αμερικανική πρεσβεία.
«Ομάδα διπλωματών της αμερικανικής πρεσβείας στη Μόσχα έφτασε χθες στο Νταγκεστάν στο πλαίσιο της συνεργασίας της με την ρωσική κυβέρνηση για να ανακρίνει τους γονείς», δήλωσε στο Γαλλικό Πρακτορείο εκπρόσωπος της πρεσβείας.
Όπως έγινε γνωστό, το όνομα του Ταμερλάν Τσαρνάεφ περιλαμβανόταν σε άκρως απόρρητη βάση δεδομένων της αμερικανικής κυβέρνησης που περιλαμβάνει λίστα με ονόματα και στοιχεία προσώπων που θεωρούνται εν δυνάμει τρομοκράτες.
Σύμφωνα με πηγές προσκείμενες στις έρευνες, το όνομα και τα στοιχεία του περιλαμβάνονται στη βάση δεδομένων TIDE, του Εθνικού Αντιτρομοκρατικού Κέντρου, καθώς το 2011 δόθηκαν από τις ρωσικές αρχές πληροφορίες στην Ουάσιγκτον πως είχε γίνει οπαδός ακραίων ισλαμιστών.
Το FBI δεν είχε καταλήξει τότε στο συμπέρασμα ότι ο Τσαρνάεφ αποτελούσε ενεργή απειλή, αλλά κατέγραψε το όνομά του στη βάση δεδομένων TIDE (Terrorist Identities Datamart Environment).
Πρόσωπα που γνωρίζουν τη βάση δεδομένων TIDE δηλώνουν ότι, εξαιτίας του τεράστιου μεγέθους της, οι αρχές δεν εξετάζουν συστηματικά οποιονδήποτε είναι καταγεγραμμένος σε αυτήν.
Το 2008 η βάση δεδομένων περιλάμβανε 540.000 ονόματα, που αντιστοιχούν σε 450.000 πρόσωπα, αφού ορισμένα άτομα καταγράφονται με περισσότερα από ένα ονόματα λόγω διπλών ονομασιών ή διαφορετικής ορθογραφίας του ίδιου ονόματος. Λιγότεροι από 5% των καταγεγραμμένων είναι αμερικανοί πολίτες ή νόμιμοι κάτοικοι των ΗΠΑ.
«Η χήρα του Ταμερλάν Τσαρνάεφ δε γνώριζε τίποτα»
Η χήρα του Ταμερλάν Τσαρνάεφ, η Κατρίν Ράσελ δεν έχει κάνει ανένα δημόσιο σχόλιο για το τι ίσως είχε ακούσει ή δει τους μήνες πριν από τη βομβιστική επίθεση της 15ης Απριλίου,.
«Κλαίει πολύ», είπε ο δικηγόρος της Αμάτο ΝτεΛούκα, προσθέτοντας ότι η 24χρονη γυναίκα είναι συντετριμμένη και εξαντλημένη.
Ο Ντελούκα δήλωσε ακόμη ότι η πελάτισσά του δε γνωρίζει τίποτε για τις δραστηριότητες του συζύγου της και του κουνιάδου της, γιατί δούλευε συνεχώς ως νοσηλεύτρια στην περιοχή της Βοστόνης για να βοηθήσει οικονομικά την οικογένειά της.
Ο 26χρονος σύζυγός της, ερασιτέχνης πυγμάχος με προτίμηση στα ακριβά αυτοκίνητα και ρούχα, έμενε στο σπίτι με τη δύο ετών κόρη τους. Ο ίδιος και ο αδελφός του μιλούσαν μεταξύ τους σε μια γλώσσα που η Ράσελ δεν καταλάβαινε, συνέχισε ο δικηγόρος.
«Είναι σαφές ότι η Ράσελ δεν γνώριζε τίποτε. Δούλευε από νωρίς το πρωί μέχρι αργά το βράδυ», κατέληξε.