Ο ιδανικός πυροσβέστης

Aποψη
Τετάρτη, 15 Οκτωβρίου 2008 12:19
A- A A+

Ενας από τους βασικούς στόχους του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου είναι να «εξασφαλίσει την εμπιστοσύνη των μελών, προσφέροντάς τους προσωρινά τις διαθέσιμες πηγές».

Ωστόσο, τα μέλη του αντιμετωπίζουν κεφαλαιουχική ρευστότητα και, στο πλαίσιο αυτό, σημειώθηκε ραγδαία πτώση της χρήσης των πηγών του Ταμείου. Το γεγονός αυτό συνέβη τη στιγμή που κανονικά ο διεθνής οργανισμός θα έπρεπε να μπορεί να δανείζει: έχει σχεδόν κατακλυστεί από ρευστό, αλλά δεν έχει πηγές εισοδήματος, πέρα από την αποπληρωμή των δανείων.

Εάν το ΔΝΤ πρέπει να τηρήσει τους κανόνες του ιδιωτικού τομέα, τότε πρέπει να δημιουργήσει ένα νέο εργαλείο, το οποίο θα ανταποκρίνεται στη ζήτηση των μελών του, σχετικά με τη βραχυπρόθεσμη ρευστότητα. Αλίμονο όμως, δεν υπάρχει κανένα κίνητρο για να προχωρήσει σε μία τέτοιου είδους ενέργεια. Μέχρι πριν από ένα χρόνο, το ΔΝΤ συνήθιζε να συγχαίρει τον εαυτό του, καθώς οι πελάτες του εξαντλούνταν. Ενας ιδανικός πυροσβέστης, που ήταν τόσο «επιθυμητός».

Η κατάσταση τώρα όμως έχει αλλάξει. Εκεί έξω υπάρχει μία φωτιά που εξαπλώνεται, αλλά κανείς δεν φωνάζει την πυροσβεστική. Μόνο η Γεωργία, όχι απρόσμενα, ζήτησε βοήθεια.

Οι πιθανοί δανειολήπτες έχουν συσσωρεύσει μαζικά αποθέματα και έχουν συγκεντρωθεί κατά περιφέρεια, προκειμένου να προστατέψουν τους εαυτούς τους από τις χρηματιστηριακές αγορές και από την κερδοφορία, αλλά όχι με την προτροπή του ΔΝΤ.

Αντίθετα, η συσσώρευση αποθεμάτων, πέρα από ορισμένα εμπόδια, κρύβει και ένα υψηλό ευκαιριακό κόστος, ενώ παράλληλα υπογραμμίζει την ανάγκη της ανατίμησης του νομίσματος. Ο υπαινιγμός έγκειται στο ότι οι ενδεχόμενοι δανειολήπτες δεν απορροφούν όσες εισαγωγές μπορούν και δεν βασίζονται, όπως θα έπρεπε, στη συγκέντρωση των αποθεμάτων, τα οποία το Ταμείο θα χρησιμοποιήσει για να «τονώσει την εμπιστοσύνη» των μελών του.

Επομένως, ποιο είναι το λάθος του πυροσβέστη; Το παραδοσιακό πρότυπο της χρηματοοικονομικής στήριξης υπό συγκεκριμένες συνθήκες δεν προμηνύει κάτι καλό για τις αναδυόμενες οικονομίες, οι οποίες, αν και διαθέτουν ισχυρά μακροοικονομικά θεμέλια, χρειάζονται ακόμα βοήθεια για να αντιμετωπίσουν τους εξωτερικούς απρόοπτους παράγοντες.

Η προσφορά εμπιστοσύνης σε αυτού του είδους τους πελάτες απαιτεί τη δυνατότητα παροχής γρήγορης, αυτόματης, εποικοδομητικής και έγκαιρης χρηματοοικονομικής στήριξης, αλλιώς η συγκέντρωση αποθεμάτων και περιφερειακών συμφωνιών θα μοιάζει απλά σαν μία αξιόπιστη επιλογή. Ομως το ΔΝΤ δεν είναι σε θέση να προσφέρει τέτοια στήριξη.

Η χρηματοοικονομική υποστήριξη περιορίζεται στο 1% των μελών του, το οποίο φυσικά δεν αντανακλά τις ανάγκες δανεισμού. Δυστυχώς, μία πρόσφατη μεταρρύθμιση, η οποία εγκρίθηκε, παρά το γεγονός ότι χαρακτηρίστηκε ως σημαντική βελτίωση από στρατηγικής απόψεως, ωφέλησε ελάχιστα την τρέχουσα κατάσταση. Σύμφωνα με τη νέα φόρμουλα, τα μέλη τα οποία εκδίδουν διεθνή αποθεματικά νομίσματα, εμφανίζονται να έχουν μεγαλύτερη δυνατότητα δανεισμού από το ΔΝΤ. Αυτό φυσικά είναι γελοίο.

Επομένως, τα γεγονότα αυτά προκαλούν την ανάγκη αύξησης των «φυσιολογικών» ορίων πρόσβασης. Το 2003 - 2004, ουσιαστικά την τελευταία περίοδο που το Ταμείο είχε προσφέρει σημαντική βοήθεια στα μέλη του, περίπου το 80% του όγκου της χρηματοοικονομικής στήριξης είχε προσφερθεί σε μία «εξαιρετική» βάση. Περιττό να αναφέρουμε ότι η «εξαιρετική» πρόσβαση είχε φυσικά ως αποτέλεσμα ένα «εξαιρετικό» πολιτικό και χρηματοοικονομικό κόστος.

Χωρίς αμφιβολία λοιπόν, τα κράτη- μέλη από τότε βασίζονται περισσότερο στις δικές τους δυνάμεις, προκειμένου να συσσωρεύσουν αποθέματα. Το Ταμείο δεν διαθέτει τα απαραίτητα μέσα για να παρέχει βραχυπρόθεσμη ρευστότητα στις αναδυόμενες αγορές, οι οποίες αντιμετωπίζουν το πρόβλημα της κεφαλαιουχικής αστάθειας.

Στη σημερινή κρίση, παρατηρήθηκαν ορισμένες γρήγορες και δημιουργικές αντιδράσεις από τις κεντρικές τράπεζες στις ανεπτυγμένες οικονομίες. Ουσιαστικά, ξεπέρασαν τις ικανότητές τους και προσέφεραν γρήγορη χρηματοοικονομική στήριξη στις επενδυτικές τράπεζες, κυρίως μέσω των τραπεζών που παρέχουν υπηρεσίες σε ιδιώτες, με τις οποίες αντάλλαξαν επενδυτικά εργαλεία ρευστότητας με ενεργητικά μακροπρόθεσμου χρέους, που ενέχουν λιγότερη ρευστότητα. Γιατί όμως το Ταμείο δεν μπόρεσε να παρέχει βραχυπρόθεσμη ρευστότητα στις αναπτυσσόμενες χώρες και στις αναδυόμενες οικονομίες;

Εάν όμως το ΔΝΤ προχωρήσει στη χορήγηση δανείου προς τα μέλη του, τότε το κρίσιμο ζήτημα, που θα πρέπει να επιλυθεί, θα είναι εάν η χρηματοοικονομική στήριξη θα είναι διαθέσιμη μόνο στις χώρες που διαθέτουν ισχυρά μακροοικονομικά θεμέλια. Αυτά τα αυστηρά κριτήρια μπορεί ενδεχομένως να αποτρέψουν τα κράτη, τα οποία ίσως να χρειάζονται περισσότερο αυτού του είδους τη βοήθεια, αλλά γενικά η έλλειψη κριτηρίων μπορεί να στιγματίσει τους πιθανούς χρήστες.

Το Ταμείο μπορεί να επιλύσει αυτό το δίλημμα, εφαρμόζοντας το μοντέλο των ασφαλιστικών συμβολαίων. Ολα τα μέλη πρέπει αρχικά να έχουν ίσα δικαιώματα, αλλά το premium θα διαφέρει και θα καθορίζεται βάσει ποιοτικών κριτηρίων. Η κλίμακα του premium θα πρέπει να καθορίζεται με μέτρα διαφάνειας, αλλά το πραγματικό κόστος της πρόσβασης για το κάθε μέλος θα παραμένει αυστηρά εμπιστευτικό (όπως στα συμβόλαια ασφάλισης).

Η μέθοδος αυτή, φυσικά, απαιτεί ορισμένες αλλαγές από το διεθνή οργανισμό. Κάποιοι υποστηρίζουν ότι ορισμένα μέλη, που διαθέτουν ρευστό, μπορεί να ενθαρρύνουν την εφαρμογή ανεύθυνων πολιτικών ή απερίσκεπτου δανεισμού. Ωστόσο, η νέα μέθοδος μπορεί να βοηθήσει τα μέλη να αντιμετωπίσουν ευκολότερα την αστάθεια και επομένως να είναι περισσότερο δεκτικά στις εισροές βραχυπρόθεσμου κεφαλαίου, χωρίς όμως αυτό να σημαίνει ότι θα οδηγηθούμε σε άσχημες πολιτικές.

Λαμβάνοντας υπόψη τη διάσωση της Northern Rock και της Bear Stearns, ο «ηθικός κίνδυνος» ακούγεται σε αυτές τις περιπτώσεις λίγο υποκριτικός. Εάν το ΔΝΤ παραμείνει ο ιδανικός πυροσβέστης, δεν θα είναι λόγω της έλλειψης πυρκαγιών, αλλά λόγω της προστασίας που παρέχουν οι γείτονες στους εαυτούς τους. Το γεγονός αυτό βέβαια υποβαθμίζει το ρόλο του ΔΝΤ, ενώ παράλληλα αποδεικνύει το γιατί το Ταμείο έχει μείνει χωρίς εισοδήματα.

Στο πλαίσιο αυτό, γίνεται σαφές ότι ο διεθνής οργανισμός πρέπει να προχωρήσει σε αλλαγές. Η «φυσιολογική» πρόσβαση πρέπει να ενισχυθεί σε επίπεδα, που να είναι συνακόλουθα με τα μέλη που έχουν την δυνατότητα να δανείζουν, ενώ μία νέα γραμμή ρευστότητας θα πρέπει να παρέχει αξιόπιστη και ουσιαστική χρηματοοικονομική στήριξη.

Οι εν λόγω αλλαγές θα κάνουν τις αναδυόμενες αγορές και τις αναπτυσσόμενες χώρες να θεωρήσουν το ενδεχόμενο συγκέντρωσης αποθεμάτων ως ακριβό και υπερβολικό. Αντί γι' αυτό λοιπόν είναι προτιμότερο να ελευθερώσουν τις πηγές τους για να βοηθήσουν την παγκόσμια οικονομία να ξεπεράσει την τρέχουσα κρίση.

HECTOR R. TORRRES*

*Ο Hector R. Torres είναι αναπληρωτής εκτελεστικός διευθυντής του ΔΝΤ

Copyright: Project Syndicate, 2008

Προτεινόμενα για εσάς