Στα πρώτα δείγματα γραφής του νέου Γάλλου προέδρου σε ό,τι αφορά την Ευρωζώνη και το ελληνικό ζήτημα εστιάζει η Deutsche Welle, καταγράφοντας τις προσδοκίες, αλλά και τα ερωτήματα που γεννά η διαδοχή του Φρανσουά Ολάντ από τον Εμανουέλ Μακρόν.
Όπως παρατηρεί η DW, oι περισσότεροι αισιοδοξούν, αλλά τηρούν στάση αναμονής. Ο Μίλτος Κύρκος, ευρωβουλευτής με «Το Ποτάμι» εκτιμά ότι αν μη τι άλλο η Ελλάδα διασφαλίζει την υποστήριξη που είχε και στη διακυβέρνηση Ολάντ. Όσο για την σαφέστατη δήλωση Μακρόν, μόλις 48 ώρες πριν από τον δεύτερο γύρο των προεδρικών εκλογών, ότι επιθυμεί λύση για το ελληνικό χρέος o Μίλτος Κύρκος εκτιμά ότι «ήταν ένα μήνυμα προς τους Γερμανούς πιο πολύ, παρά προς την Ελλάδα».
«Η Ελλάδα είχε την τύχη να έχει τη βοήθεια του Ολάντ και των άλλων σοσιαλιστών ηγετών όταν χρειάστηκε, το 2015. Είμαι σίγουρος πως αν υπάρξει τέτοια ακραία στιγμή- που ελπίζουμε να μην υπάρξει ποτέ για τη χώρα μας- και ο Μακρόν ως ευρωπαϊστής θα βοηθήσει. Είναι σίγουρο αυτό. Αλλά τώρα, για πρακτικά βήματα για το χρέος, μου φαίνεται ότι τα πράγματα έχουν ήδη προδιαγραφεί» αναφέρει.
Πολλά θα εξαρτηθούν από τη γαλλογερμανική «χημεία». Ο Μακρόν φαίνεται να επιμένει στην ενίσχυση της Ευρωζώνης και να επαναφέρει τις προτάσεις για «περισσότερη Ευρώπη» που είχαν ακουστεί στους πρώτους μήνες της ελληνικής κρίσης, για να ατονήσουν στη συνέχεια.
Εμβληματικό σχέδιο του νέου προέδρου της Γαλλίας είναι το αξίωμα ενός «Ευρωπαίου υπουργού Οικονομικών». Αλλά το σχέδιο πρέπει να γίνει πιο συγκεκριμένο και ελκυστικό για τις χώρες του Νότου, λέει ο επικεφαλής των Ευρωπαίων Σοσιαλιστών Τζιάνι Πιτέλα. «Εγώ να συμφωνήσω με την ιδέα ενός Ευρωπαίου υπουργού Οικονομικών. Αλλά εκτός από τον κοινό υπουργό Οικονομικών και την κοινή διαχείριση του προϋπολογισμού, θα χρειαστεί ένα ολόκληρο πλέγμα μέτρων, μεγαλύτερη δημοσιονομική ευχέρεια, καθιέρωση ευρω-ομολόγων. Δεν μπορεί να μοιραζόμαστε μόνο τους περιορισμούς και τη λιτότητα» σημειώνει.
Ο γρίφος των «μεταρρυθμίσεων»
Από την πρώτη επίσκεψη Μακρόν στο Βερολίνο η Γερμανία συγκρατεί κυρίως τη δέσμευσή του για μεταρρυθμίσεις, κάτι που φαίνεται να απηχεί την πάγια γερμανική άποψη περί ανταγωνιστικότητας, αλλά όχι τις ελληνικές προσδοκίες. Όμως, ποιες μεταρρυθμίσεις εννοεί ο πρόεδρος της Γαλλίας; Μιλώντας στους δημοσιογράφους στο Στρασβούργο, ο συμπροεδρεύων των ευρωπαίων Πρασίνων Φιλίπ Λάμπερτς αφήνει να εννοηθεί ότι έχει ένα ...δυσάρεστο προαίσθημα: «Εγώ δεν είμαι τόσο φανατικός οπαδός του Μακρόν. Φυσικά είναι πεπεισμένος Ευρωπαίος, χαίρομαι χαίρομαι γι' αυτό και δεν θα είχα καμία δυσκολία να τον υποστηρίξω στον δεύτερο γύρο των εκλογών. Αλλά αν το αντίτιμο για την αξιοπιστία του Μακρόν είναι να έρθουν στη Γαλλία οι νεοφιλελεύθερες μεταρρυθμίσεις της νομοθεσίας Hartz που είδαμε στη Γερμανία, τότε αλλάζει το πράγμα...».
Η αποκαλούμενη «νομοθεσία Hartz» με συγχωνεύσεις και, τελικά, περικοπές κοινωνικών επιδομάτων είναι μία από τις μεταρρυθμίσεις στην «Ατζέντα 2010» που επέβαλε ο Σοσιαλδημοκράτης πρώην καγκελάριος της Γερμανίας Γκέρχαρντ Σρέντερ. Μία αντίστοιχη γαλλική ατζέντα θα έφερνε τον Μακρόν πιο κοντά στο Βερολίνο, αλλά όχι απαραίτητα και στην Αθήνα. Οι θιασώτες της «Ατζέντας 2010» λένε ότι έβαλε τα θεμέλια για τη σημερινή ευημερία της Γερμανίας, αλλά οι επικριτές της, όπως ο Φιλίπ Λάμπερτς, έχουν άλλη άποψη. «Βλέπουμε το αποτέλεσμα της νομοθεσίας Hartz στη Γερμανία, δηλαδή μεγαλύτερη φτώχεια και κοινωνικό αποκλεισμό, ενώ το 23% των εργαζομένων ζει με πολύ χαμηλούς μισθούς. Οπότε είναι θέμα οπτικής γωνίας, αν ήταν μεγάλη επιτυχία όλα αυτά. Αν όμως ο Μακρόν θέλει να φανεί αξιόπιστος στο Βερολίνο, θα πρέπει να στηρίξει και αυτός τις μεταρρυθμίσεις που έκανε ο Σρέντερ».
Νίκη κατά των λαϊκιστών Σε μία πρώτη αποτίμηση της νίκης Μακρόν ο επικεφαλής της Κ.Ο. του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος (ΕΛΚ) Μάνφρεντ Βέμπερ εστιάζει στο πολιτικό κομμάτι. Για δύο λόγους: πρώτον, γιατί τελικά φαίνεται ότι μπορεί κάποιος να κερδίζει εκλογές με έντονα φιλοευρωπαϊκή ατζέντα. Και δεύτερον, γιατί ο Εμανουέλ Μακρόν δεν διστάζει να επιμείνει στο στοίχημα για «περισσότερη Ευρώπη» με αλλαγή στις συνθήκες, παρά την επίπονη διαδικασία που αυτό συνεπάγεται. «Εγώ προσωπικά χάρηκα ιδιαίτερα γιατί, όπως φάνηκε καθαρά στη συνάντηση του Βερολίνου, η αλλαγή των συνθηκών δεν αποτελεί πλέον ταμπού. Πάντα λέγαμε ότι δεν πρέπει να υπαγορεύουν οι λαϊκιστές την ατζέντα και να αποφασίζουν εκείνοι αν θα κάνουμε αλλαγές στις συνθήκες ή όχι. Αυτή την απόφαση πρέπει να την πάρουμε εμείς, οι πεπεισμένοι Ευρωπαίοι. Και αν το κρίνουμε απαραίτητο, πρέπει να γίνει...», επισημαίνει ο επικεφαλής της Κ.Ο. της ευρωπαϊκής Κεντροδεξιάς.