Αμφίρροπη η μάχη της κάλπης για τον νέο ένοικο του Λευκού Οίκου

Οι βασικές θέσεις των υποψηφίων σε οικονομία, εξωτερική και εσωτερική πολιτική
Τρίτη, 08 Νοεμβρίου 2016 20:25
UPD:20:37
REUTERS/KEVIN LAMARQUE
A- A A+

Από την έντυπη έκδοση

Του Μωυσή Λίτση
[email protected]

Η πολύ χαμηλή εκτίμηση στους δύο υποψηφίους (Χίλαρι Κλίντον και Ντόναλντ Τραμπ) για την αμερικανική προεδρία αντικατοπτρίζει τη βαθιά κρίση του παραδοσιακού αμερικανικού δικομματικού πολιτικού συστήματος, μια κρίση η οποία είναι απότοκος των οικονομικών και κοινωνικών επιπτώσεων της χρηματοπιστωτικής κρίσης του 2008, αλλά και των χρόνιων προβλημάτων που ταλανίζουν την αμερικανική κοινωνία, όπως οι μεγάλες κοινωνικές ανισότητες, οι φυλετικές διακρίσεις αλλά και η αίσθηση του χαμένου μεγαλείου.

Η προσπάθεια διεμβολισμού του αμερικανικού δικομματικού συστήματος με την αριστερή υποψηφιότητα του Μπέρνι Σάντερς δεν απέδωσε, αφού ο σοσιαλιστής υποψήφιος προτίμησε να στηρίξει τελικά την Κλίντον, παρά τα όσα της έσουρε στη διάρκεια των προκριματικών εκλογών, μπροστά στον κίνδυνο λαϊκισμού που εκπροσωπεί ο Τραμπ.

Ενδεικτική της πολιτικής παρακμής στην οποία φαίνονται να εισέρχονται οι ΗΠΑ, ασχέτως του εκλογικού αποτελέσματος, είναι το γεγονός ότι εδώ και έναν μήνα περίπου η προεκλογική αντιπαράθεση επικεντρώθηκε στο «ξεκατίνιασμα» μεταξύ των δύο υποψηφίων: προσωπικές επιθέσεις και χαρακτηρισμοί, με επίκεντρο το πόσο επικίνδυνος είναι ο ένας ή ο άλλος υποψήφιος για να κυβερνήσει τη μεγαλύτερη υπερδύναμη του κόσμου.

Για τις θέσεις των δύο υποψηφίων δεν μάθαμε και πολλά τον τελευταίο μήνα, στο απόγειο της προεκλογικής αντιπαράθεσης, σε αντίθεση με άλλες εποχές που όταν πλησίαζε η ώρα του Λευκού Οίκου οι υποψήφιοι γίνονταν πιο σαφείς, στρογγυλεύοντας ενίοτε παλαιότερες φραστικές και πολιτικές τους υπερβολές.

Και παρ’ όλο που όταν «φτερνίζεται η Γουόλ Στριτ κρυολογεί ολόκληρος ο κόσμος», το τι θα ακολουθήσει σε οικονομικό και πολιτικό επίπεδο την επομένη των αμερικανικών εκλογών παραμένει άγνωστος χ…

Το μόνο σίγουρο είναι ότι αναμετρώνται μία αμερικανική εκδοχή λαϊκισμού και μία παραδοσιακή υποψήφια του αμερικανικού κατεστημένου.

Με βάση τουλάχιστον τις δημοσκοπήσεις που προηγήθηκαν, κανείς δεν μπορεί να αποκλείσει ένα θρίλερ ή ακόμη χειρότερα μία οριακή επικράτηση του ενός ή του άλλου υποψηφίου, γεγονός -ειδικά στην περίπτωση οριακής επικράτησης της Κλίντον- που με βάση τη ρητορική των τελευταίων ημερών ενδεχομένως προκαλέσει πρωτοφανείς για την Αμερική πολιτικές περιπέτειες.

✔ Οικονομία - Θέσεις εργασίας

Χίλαρι Κλίντον: Η υποψήφια των Δημοκρατικών έχει υποσχεθεί να αντιμετωπίσει την εισοδηματική ανισότητα μέσω της αύξησης της φορολογίας των πλουσίων.

Μιλά για καθιέρωση πρόσθετου φόρου 4% για τα εισοδήματα άνω των 5 εκατ. δολαρίων ετησίως, αύξηση του φόρου επί των κεφαλαιουχικών κερδών, αύξηση του φόρου μεταβίβασης ακινήτων, αντιμετώπιση του «μεταφερόμενου τόκου», το εισόδημα που βγάζουν οι διαχειριστές hedge funds και εταιρειών ιδιωτικών συμμετοχών (private equity funds), όχι ως αποζημίωση αλλά ως κανονικό εισόδημα.

Υπόσχεται επίσης μεγαλύτερες φοροελαφρύνσεις για τις δαπάνες υγείας και εκπαίδευσης των οικογενειών της μεσαίας τάξης.

Για τη δημιουργία θέσεων εργασίας προτείνει επενδύσεις στην εξελιγμένη βιομηχανία, την τεχνολογία, τις ανανεώσιμες πηγές και τις μικρές επιχειρήσεις. Σχεδιάζει την ενίσχυση της κατάρτισης για την απασχόληση, χρηματοδοτώντας την εν μέρει από την προβλεπόμενη αύξηση των φορολογικών εσόδων μέσω της μεγαλύτερης φορολόγησης των υψηλών εισοδημάτων.

Ντόναλντ Τραμπ: Αντιθέτως ο υποψήφιος των Ρεπουμπλικάνων έχει μιλήσει για μείωση των επτά υφιστάμενων φορολογικών συντελεστών σε τρεις: 12%, 25% και 33%.

Ο ισχύων ανώτερος φορολογικός συντελεστής είναι 39,6%. Έχει επίσης υποσχεθεί την κατάργηση του φόρου μεταβίβασης ακινήτων και την πολύ μεγάλη μείωση του φορολογικού συντελεστή των επιχειρήσεων από 35% σε 15%.

Ο Τραμπ έχει πει ότι θα δημιουργήσει 25 εκατ. θέσεις εργασίας τα επόμενα δέκα χρόνια, στηλιτεύοντας το γεγονός ότι χιλιάδες θέσεις εργασίας έχουν χαθεί στη βιομηχανία λόγω της μετεγκατάστασης σε άλλες χώρες.

Μοχλός για τη δημιουργία θέσεων εργασίας θα είναι η αύξηση των στρατιωτικών δαπανών αλλά και των δαπανών σε υποδομές, μειώνοντας παράλληλα τις δαπάνες σε άλλους τομείς κατά 1% τον χρόνο.

✔ Εξωτερική πολιτική

Χίλαρι Κλίντον: Η Κλίντον ως γερουσιαστής και αργότερα υπουργός Εξωτερικών θεωρούνταν «γεράκι» όσον αφορά την εξωτερική πολιτική. Στήριξε την αμερικανική επέμβαση στο Ιράκ -θέση για την οποία τώρα λέει ότι έχει μετανιώσει- και τάσσεται υπέρ των αμερικανικών αεροπορικών επιθέσεων στη Λιβύη.

Έχει ζητήσει διευρυμένο ρόλο των ΗΠΑ στην καταπολέμηση του Ισλαμικού Κράτους στη Συρία, συμπεριλαμβανομένης της δημιουργίας ζώνης απαγόρευσης πτήσεων και εξοπλισμού των Σύρων ανταρτών.

Έχει πάντως αντιταχθεί στην αποστολή χερσαίων δυνάμεων, χωρίς να αποκλείει ωστόσο την αποστολή περιορισμένης ειδικής δύναμης. Υποστηρίζει τη συνεχιζόμενη αμερικανική στρατιωτική παρουσία στο Αφγανιστάν και θεωρεί το ΝΑΤΟ σημαντικό για την ενδυνάμωση των Ευρωπαίων συμμάχων και την αντιμετώπιση της ρωσικής ισχύος.

Έχει κατηγορήσει τη Ρωσία για υποκλοπή των αρχείων του Δημοκρατικού Κόμματος και προσπάθεια να επηρεάσει τις αμερικανικές προεδρικές εκλογές.

Έχει επίσης αναφέρει ότι θα εξετάσει το ενδεχόμενο εξοπλισμού των κυβερνητικών δυνάμεων στην Ουκρανία, προκειμένου να αντιμετωπιστεί η «ρωσική επιθετικότητα» στην Ευρώπη.

Όλα αυτά συντείνουν στην εκτίμηση ότι η Κλίντον θα ακολουθήσει σκληρότερη γραμμή απέναντι στη Ρωσία από ό,τι ο Ομπάμα ή ο Τραμπ.

Ντόναλντ Τραμπ: Έχει αντιταχθεί στον πόλεμο στο Ιράκ και έχει ζητήσει στενότερη συνεργασία με τον πρόεδρο της Ρωσίας Βλαντιμίρ Πούτιν, λέγοντας χαρακτηριστικά ότι θα επιδιώξει μία «πολύ, πολύ καλή» σχέση με τη Μόσχα.

Δηλώνει ότι θα συνεργαστεί με τη Ρωσία για την καταπολέμηση του Ισλαμικού Κράτους και ότι θα εξετάσει ενδεχόμενη αναγνώριση της Κριμαίας. Κατά καιρούς έχει μιλήσει για αποστολή δεκάδων χιλιάδων Αμερικανών στρατιωτών, προκειμένου να ηττηθεί το ISIS.

Ζητά την ανάμιξη του ΝΑΤΟ στον πόλεμο κατά της τρομοκρατίας στη Μέση Ανατολή, λέγοντας ότι οι σύμμαχοι πρέπει να σηκώσουν μεγαλύτερο οικονομικό βάρος, για να «ξαλαφρώσουν» το δυσανάλογο πολύ μεγαλύτερο βάρος που σηκώνουν οι ΗΠΑ.

✔ Μετανάστευση

Χίλαρι Κλίντον: Υπόσχεται να φέρει μέσα στις 100 πρώτες ημέρες διακυβέρνησής της νόμο που θα αναθεωρεί εκ βάθρων το ισχύον σύστημα που αφορά τη μετανάστευση και θα δημιουργήσει διαδικασίες για τη νομιμοποίηση αυτών που εργάζονται χωρίς χαρτιά.

Λέει πως θα υπερασπιστεί την απόφαση του προέδρου Μπαράκ Ομπάμα να σταματήσει η απέλαση παιδιών που έχουν εισέλθει παράτυπα στις ΗΠΑ ή την απέλαση γονιών που είναι πολίτες ή νόμιμοι κάτοικοι.

Επισημαίνει ότι αν το Κογκρέσο απορρίψει τη σχεδιαζόμενη μεταρρύθμιση στη μεταναστευτική νομοθεσία, θα χρησιμοποιήσει την εκτελεστική της εξουσία προκειμένου να αποτρέψει απελάσεις σε «συμπονετικές περιπτώσεις».

Ντόναλντ Τραμπ: Έχοντας κάνει το μεταναστευτικό βασικό ζήτημα της προεκλογικής του ατζέντας, ο Τραμπ έχει προβεί σε δύο από τις πιο εμπρηστικές του δηλώσεις, που τον έχουν καταστήσει «κόκκινο πανί» στις μειονότητες και ειδικά σε αυτήν των ισπανόφωνων Αμερικανών.

Έχει προτείνει την ανέγερση τείχους στα μήκους 2.000 χιλιόμετρα αμερικανο-μεξικανικά σύνορα, με στόχο τον περιορισμό της παράτυπης μετανάστευσης, ενώ μια από τις αρχικές του δηλώσεις που τον έφεραν αντιμέτωπο ακόμη και με τους παραδοσιακούς Ρεπουμπλικάνους ήταν η πρόταση για προσωρινή απαγόρευση εισόδου των μουσουλμάνων στις ΗΠΑ. Έχει υποσχεθεί τριπλασιασμό του προσωπικού στις υπηρεσίες μετανάστευσης, περισσότερες προσλήψεις για την Αστυνομία των Συνόρων και ενίσχυση των ποινών για όσους υπερβαίνουν το όριο της βίζας.

Θέτει σε προτεραιότητα το ζήτημα της απέλασης ανθρώπων που ζουν παράνομα στις ΗΠΑ και έχουν διαπράξει εγκληματικές πράξεις και προτείνει «λεπτομερή εξέταση» για την «ιδεολογική καθαρότητα» των ανθρώπων που έρχονται στην Αμερική, προκειμένου να διαπιστωθεί αν ενστερνίζονται τις αμερικανικές αξίες.

✔ Διεθνές εμπόριο-Κίνα

Χίλαρι Κλίντον: Αν και παλαιότερα αποκαλούσε τη Συμφωνία Εμπορίου του Ειρηνικού (TPP) «χρυσό κανόνα» για τις διεθνείς εμπορικές συμφωνίες και ο σύζυγός της Μπιλ Κλίντον, ως πρόεδρος τη δεκαετία του ‘90, πέρασε τη συμφωνία για τη δημιουργία της NAFTA (Συμφωνία Ελεύθερου Εμπορίου της Βόρειας Αμερικής), η Κλίντον υπό την πίεση της κοινής γνώμης έχει αρχίσει και υιοθετεί διαφορετικές θέσεις.

Αντιτάσσεται στη συμφωνία TPP όπως είναι αυτή τη στιγμή, υποσχόμενη «δίχτυ» ασφαλείας για τους Αμερικανούς εργαζόμενους ώστε «να μπορούν να ανταγωνιστούν και να νικήσουν στην παγκόσμια οικονομία».

Όσον αφορά την Κίνα, υπόσχεται «βίαιη παραπομπή των υποθέσεων και επιβολή των συνεπειών» στην περίπτωση εμπορικών παραβιάσεων.

Αντιτίθεται στη χορήγηση του καθεστώτος της οικονομίας της αγοράς στην Κίνα, κάτι το οποίο επιζητά το Πεκίνο όταν εκπνεύσει σχετικό ειδικό άρθρο στη συμφωνία με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου τον Δεκέμβριο.

Υπόσχεται αντιμετώπιση των κυβερνοεπιθέσεων από χώρες όπως η Ρωσία και η Κίνα, «όπως οποιαδήποτε άλλη επίθεση» και ότι οι ΗΠΑ «θα είναι έτοιμες με σοβαρές πολιτικές, οικονομικές και στρατιωτικές απαντήσεις».

Ντόναλντ Τραμπ: Αντίθετα με την παραδοσιακή θέση των Ρεπουμπλικάνων για άνευ εμποδίων ελεύθερο εμπόριο, ο Τραμπ διακηρύσσει ότι αν και από θέση αρχής δεν αντιτίθεται στο ελεύθερο εμπόριο, η όποια εμπορική συμφωνία θα πρέπει να προστατεύει την αμερικανική βιομηχανία.

Είναι σταθερά αντίθετος στην TPP, υπόσχεται επανεξέταση παλαιότερων εμπορικών συμφωνιών όπως η NAFTA και κατηγορεί εμπορικούς εταίρους των ΗΠΑ, όπως το Μεξικό και η Κίνα, για μεροληπτικές εμπορικές πρακτικές, νομισματική χειραγώγηση και κλοπή πνευματικής ιδιοκτησίας, απειλώντας με μονομερή επιβολή δασμών και άλλων κυρώσεων.

Έχει μάλιστα υποσχεθεί την απόσυρση των ΗΠΑ από τη συμφωνία TPP, την οποία έχουν υπογράψει 12 χώρες. Το κινεζικό ζήτημα είναι ένα από τα κεντρικά ζητήματα της προεκλογικής του εκστρατείας, ζητώντας ισχυρότερη αμερικανική στρατιωτική παρουσία στη Θάλασσα της νότιας Κίνας.

✔ Wall Street

Χίλαρι Κλίντον: Υπόσχεται διατήρηση του νόμου Dodd-Frank του 2010, ο οποίος ψηφίστηκε μετά τη χρηματοπιστωτική κρίση του 2008 και τη λήψη περαιτέρω μέτρων για αυστηρότερες ρυθμίσεις της Γουόλ Στριτ.

Προτείνει την επιβολή τέλους στα μεγάλα χρηματοοικονομικά ιδρύματα με βάση το μέγεθος και του κινδύνου και τη χορήγηση επιπλέον αρμοδιοτήτων στις ρυθμιστικές αρχές να διασπούν χρηματοπιστωτικά ιδρύματα που ενέχουν υψηλό κίνδυνο ή να προχωρούν στην αναδιοργάνωσή τους.

Ντόναλντ Τραμπ: Υπόσχεται κατάργηση του νόμου Dodd-Frank, χωρίς να αναφέρει ωστόσο λεπτομέρειες.

Η πλατφόρμα του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος μιλά για επαναφορά το νόμου Glass-Steagall, ο οποίος είχε ψηφιστεί τη δεκαετία του ‘30 επί πολιτικής Νιου Ντιλ του Δημοκρατικού Φραγκλίνου Ρούσβελτ, με τον οποίο διαχωρίζονταν οι επενδυτικές και οι αποταμιευτικές δραστηριότητες των τραπεζών. Ο νόμος αυτός καταργήθηκε το 1999 επί προεδρίας Μπιλ Κλίντον (Δημοκρατικοί).

Προτεινόμενα για εσάς



Δημοφιλή