Παρότι η αγορά εργασίας σημειώνει αργούς ρυθμούς ανάπτυξης, οι μισθοί των εργαζομένων -στην καλύτερη περίπτωση- παραμένουν στάσιμοι. H ανάπτυξη των εισοδημάτων μπορεί να αναδειχθεί σε «καυτό» πεδίο αντιπαράθεσης στην προεκλογική εκστρατεία για τις εκλογές του 2012 στον Λευκό Οίκο.
Από τον Τζέιμς Παιδοκούκη
Την ώρα που ο Αμερικανός Πρόεδρος, Μπαράκ Ομπάμα, ανακοινώνει την έναρξη της εκστρατείας του για ανανέωση της θητείας του, το κέντρο βάρους της προεκλογικής αντιπαράθεσης στην οικονομία ενδέχεται να μετατοπιστεί. Παρότι η αγορά εργασίας σημειώνει αργούς ρυθμούς ανάπτυξης, οι μισθοί των εργαζομένων -στην καλύτερη περίπτωση- παραμένουν στάσιμοι. Ως εκ τούτου, η ανάπτυξη των εισοδημάτων μπορεί να αναδειχθεί σε «καυτό» πεδίο αντιπαράθεσης στην προεκλογική εκστρατεία για τις εκλογές του 2012 στον Λευκό Οίκο.
Η μείωση της ανεργίας ευνοεί την κυβέρνηση Ομπάμα. Τα στοιχεία για την απασχόληση του Μαρτίου υπέδειξαν πτώση της ανεργίας στο 8,8%. Ο οικονομικός σύμβουλος Οσταν Γκούλσμπι παρατηρεί ότι η ποσοστιαία μείωση του προηγούμενου τετραμήνου ήταν η μεγαλύτερη που έχει καταγραφεί μετά το 1984. Τον χρόνο εκείνο, ο πρόεδρος Ρόναλντ Ρίγκαν κέρδισε τις εκλογές στις 49 από τις 50 πολιτείες, παρά τη σφοδρή οικονομική ύφεση στην αρχή της θητείας του. Λογικά, ο Λευκός Οίκος ελπίζει ότι τα εκλογικά αποτελέσματα της επόμενης χρονιάς θα απηχούν ανάλογη πολιτική δυναμική.
Οι Ρεπουμπλικανοί, ωστόσο, θα προσπαθήσουν να αντιστρέψουν την εικόνα. Η ανεργία βρίσκεται στο επίκεντρο της επίθεσής τους στον Αμερικανό πρόεδρο, η οποία εστιάζει στη διάψευση των αισιόδοξων προβλέψεων που συνόδευαν τα πακέτα κινήτρων. Πλέον, όμως, το κόμμα των Ρεπουμπλικάνων μπορεί να υιοθετήσει τα συμπεράσματα των πολιτικών επιστημόνων, σύμφωνα με τα οποία η συνολική εικόνα της απασχόλησης πρέπει να αποτιμάται με βάση τις επιδράσεις στην αμοιβή των εργαζομένων.
Το βασικό μέτρο σύγκρισης είναι το εισόδημα μετά φόρων. Η σημαντική αύξηση του πραγματικού διαθέσιμου ατομικού εισοδήματος ήταν αυτή που χάρισε μια άνετη εκλογική νίκη στον Ρίγκαν το 1984 και στον Ρίτσαρντ Νίξον το 1972. Αντίθετα, η ασθενική αύξηση ή μείωση του εισοδήματος στοίχησε την εκλογή στον Τζίμι Κάρτερ το 1980, στον Τζορτζ Μπους το 1992 και στον Τζον Μακέιν το 2009.
Οι μισθοί είναι το σκοτεινό σημείο των στοιχείων για την απασχόληση που δημοσιεύτηκαν την προηγούμενη εβδομάδα, καθώς σε ετησιοποιημένη βάση, η αύξηση των μισθών το προηγούμενο τρίμηνο δεν ξεπέρασε το 1,8%, σύμφωνα με το Ινστιτούτο Οικονομικής Πολιτικής. Με τον πληθωρισμό να βρίσκεται σε ελαφρώς υψηλότερα επίπεδα, το πραγματικό εισόδημα του μέσου Αμερικανού μειώνεται αντί να αυξάνεται.
Σε αυτό συντέλεσαν τόσο οι μετριοπαθείς ρυθμοί της οικονομικής ανάπτυξης, όσο και η ανατίμηση του φυσικού αερίου και των τροφίμων. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Goldman Sachs, η παραγωγή αυξήθηκε μόλις κατά 2,5% το πρώτο τρίμηνο. Στη διάρκεια του τριμήνου, το μέσο ποσοστό της δημοτικότητας του Ομπάμα υποχώρησε από 51% σε 47%, παρά τη μείωση της ανεργίας. Όλοι οι Αμερικανοί πρόεδροι που διεκδίκησαν την ανανέωση της θητείας τους μετά το 1940 με δημοτικότητα κάτω του 48% δεν κατάφεραν να επανεκλεγούν.
Η εικόνα δεν είναι καλύτερη ούτε σε επίπεδο προοπτικών. Η JPMorgan εκτιμά ότι η αύξηση του πραγματικού εισοδήματος θα παραμείνει «άτονη». Φυσικά, μπορεί οι μισθοί να είναι η αχίλλειος πτέρνα του Ομπάμα, στον τομέα της οικονομίας, αλλά είναι πολύ πιθανό να μην αποδειχθεί τελικά ικανή να του στερήσει την εκλογική νίκη.
REUTERS BREAKINGVIEWS