Από την έντυπη έκδοση
Της Αγγελικής Κοτσοβού
[email protected]
Εδωσε το «παρών» και στα δύο προηγούμενα προγράμματα διάσωσης της Ελλάδας. Η συμμετοχή του στο τρίτο πρόγραμμα παραμένει ακόμη ερωτηματικό, με την απάντηση να αναμένεται το φθινόπωρο, μαζί με τις ελπίδες για την έναρξη μιας νέας περιόδου για την Ελλάδα. Μια νέα περίοδος, χωρίς πολιτικά «νέφη» και «τρικυμίες» περί Grexit, μια νέα περίοδος που θα μπορούσε να αποτελέσει εφαλτήριο για την «αναγέννηση» της Ελλάδας από τις στάχτες της οικονομικής κρίσης.
Σε αυτήν την προσπάθεια εξόδου από την ύφεση οποιαδήποτε πρωτοβουλία για την ελάφρυνση του βάρους του χρέους είναι κάτι παραπάνω από ευπρόσδεκτη. Και σε αυτό το ζήτημα η Αθήνα έχει στο πλευρό της ισχυρό «σύμμαχο» το ΔΝΤ, που εκβιάζει τους Ευρωπαίους εταίρους να διευθετήσουν το ζήτημα του ελληνικού χρέους, θέτοντας το συγκεκριμένο ζήτημα ως όρο απαράβατο για τη συμμετοχή του στο τρίτο ελληνικό πρόγραμμα. Η παρουσία του ΔΝΤ είναι κάτι παραπάνω από επιθυμητή για τη Γερμανία.
Το Βερολίνο χρειάζεται την αυστηρότητα και την πείρα του Ταμείου στην επιτήρηση των προγραμμάτων διάσωσης, ώστε να πείσει τους «αντάρτες» βουλευτές στους κόλπους των συντηρητικών για τη λογική τού να δοθεί, για τρίτη φορά, οικονομική βοήθεια στην Ελλάδα. Με όγκο δανείων περίπου 25 δισ. ευρώ, η Ελλάδα αποτελεί, και με διαφορά, το μεγαλύτερο πρόγραμμα στην ιστορία του ΔΝΤ. Και δεν είναι μόνο οικονομικοί οι λόγοι που όλες οι πλευρές επιθυμούν τη διάσωσή της. Είναι και πολιτικοί: Εάν, παρά τις προσπάθειες, αποτύχει τελικά το ελληνικό «πείραμα», τότε θα επωμιστούν ζημίες όλες οι εμπλεκόμενες πλευρές, ενώ θα κληθούν παράλληλα να δώσουν εξηγήσεις για τους χειρισμούς και τις επιλογές τους. Υπάρχουν, βεβαίως, κι εκείνοι που θεωρούν ότι η συμφωνία μεταξύ Ελλάδας και Ευρωπαίων εταίρων αποτελεί τη σωστή επιλογή για την αντιμετώπιση της ελληνικής κρίσης, διαφυλάττοντας παράλληλα την ακεραιότητα του ευρώ.
Οι Ευρωπαίοι κέρδισαν χρόνο κρατώντας την Ελλάδα εντός της ευρωπαϊκής «οικογένειας», αποφεύγοντας μια επικίνδυνη στάση πληρωμών, με την ελπίδα ότι στο μεταξύ θα κινηθούν προς την κατεύθυνση της οριστικής λύσης των βαθύτερων διαρθρωτικών προβλημάτων που απειλούν τη συνοχή της Ευρωζώνης. Ο Κλάους Ρέγκλιγκ, επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ESM), πηγαίνει ένα βήμα παραπέρα, υποστηρίζοντας ότι «η Ευρώπη είναι πλέον σε θέση να διαχειριστεί μελλοντικές οικονομικές κρίσεις, χωρίς τη βοήθεια του ΔΝΤ». Για τον κ. Ρέγκλιγκ η επόμενη οικονομική κρίση είναι τουλάχιστον μία δεκαετία μακριά.
Επειδή όμως κανείς δεν μπορεί να προβλέψει με ακρίβεια το μέλλον, η διευθέτηση του ελληνικού ζητήματος με ταυτόχρονη πορεία προς μια Ευρωζώνη που είναι κάτι παραπάνω από απλή νομισματική ένωση αποτελούν την καλύτερη «συνταγή» πρόληψης μελλοντικών κρίσεων.