Η Λαϊκή Ενότητα δεν φοβάται να δηλώσει ότι θα θέσει θέμα συμμετοχής της χώρας μας στην ΟΝΕ με στόχο την εφαρμογή του προγράμματός της, επισημαίνει ο Κώστας Λαπαβίτσας σε άρθρο του στον ιστότοπο Iskra, ενώ υπογραμμίζει ότι το μόνο εφικτό και υλοποιήσιμο πρόγραμμα για τη χώρα είναι αυτό της Λαϊκής Ενότητας.
Σύμφωνα με τον κ. Λαπαβίτσα, η καθοριστική σύγκρουση στις εκλογές θα γίνει ανάμεσα στην «ευρύτατη μνημονιακή συμπολίτευση των ΣΥΡΙΖΑ, ΑΝΕΛ, Ν.Δ., Ποταμιού, ΠΑΣΟΚ» και στη μόνη «πραγματική αντιπολίτευση, τη Λαϊκή Ενότητα».
Όπως εκτιμά, δύο παράγοντες θα κυριαρχήσουν: πρώτον, η αξιοπιστία και, δεύτερον, το πρόγραμμα κοινωνικής και οικονομικής ανάταξης της χώρας.
Ο κ. Λαπαβίτσας σημειώνει ότι η συμπολίτευση αντιμετωπίζει βαθύτατο πρόβλημα αξιοπιστίας γιατί, όπως υποστηρίζει, ο ΣΥΡΙΖΑ αποδείχθηκε παντελώς αναξιόπιστος.
«Δεν υπάρχει παγκόσμιο προηγούμενο ένα κόμμα της Αριστεράς όχι απλώς να μην εφαρμόζει το πρόγραμμά του, αλλά να υιοθετεί πλήρως το πρόγραμμα του αντιπάλου», εξηγεί.
Παράλληλα, επισημαίνει ότι η αξιοπιστία της Ν.Δ. έχει τραυματιστεί βαρύτατα από τις δεκαετίες διακυβέρνησης και από την «πλήρη ανακολουθία» του πρώην αρχηγού της κ. Σαμαρά, στο θέμα των μνημονίων, το Ποτάμι είναι ένα «πολιτικό σύμφυρμα χωρίς αρχή, μέση και τέλος», ενώ αναφερόμενος στο ΠΑΣΟΚ, κάνει λόγο για «το ναδίρ της αξιοπιστίας, πρώην πρωθυπουργών, υπουργών, στελεχών και διαπλεκόμενων».
Συνεχίζοντας, ο βουλευτής της Λαϊκής Ενότητας χαρακτηρίζει πρόγραμμα των «πέντε κομμάτων της συμπολίτευσης» το νέο μνημόνιο που, όπως αναφέρει, σχεδίασαν και επέβαλαν οι δανειστές.
«Το πρόβλημα είναι ότι το μνημονιακό πρόγραμμα οδηγεί σε πλήρες αδιέξοδο, πράγμα που γνωρίζει ο ελληνικός λαός από την εμπειρία των δύο προηγουμένων μνημονίων» αναφέρει, ενώ παραδέχεται ότι η Λαϊκή Ενότητα «πάσχει από τα αναπόφευκτα οργανωτικά προβλήματα μιας παράταξης που στήθηκε σε χρόνο μηδέν», ωστόσο, όπως εκτιμά, «έχει τεράστια πλεονεκτήματα απέναντι στη μνημονιακή συμπολίτευση σε ζητήματα αξιοπιστίας του προγράμματος».
Σύμφωνα με τον κ. Λαπαβίτσα, η Λαϊκή Ενότητα έθεσε τις βάσεις της αξιοπιστίας της όταν είχε το θάρρος να πει «Όχι» στο νέο μνημόνιο, ενώ επίσης έχει «το μόνο εφικτό και υλοποιήσιμο πρόγραμμα για τη χώρα σε αντίθεση με το πρόγραμμα των μνημονίων».
Ο κ. Λαπαβίτσας κάνει λόγο για πρόγραμμα το οποίο στοχεύει μακροπρόθεσμα στην ανάταξη της ελληνικής οικονομίας, με περιορισμό του τομέα των υπηρεσιών και παράλληλη τόνωση της αγροτικής παραγωγής και της μεταποίησης.
Όπως διευκρινίζει, βραχυπρόθεσμα το πρόγραμμα περιλαμβάνει διαγραφή μεγάλου μέρους του χρέους, άρση της λιτότητας, δημόσια ιδιοκτησία και διαχείριση του τραπεζικού συστήματος, δημόσιες επενδύσεις, στήριξη των ιδιωτικών επενδύσεων, καθώς και αναδιανομή του εισοδήματος και του πλούτου με απλοποίηση του φορολογικού συστήματος.
Παράλληλα, κάνει λόγο για μεταρρυθμίσεις στο τραπεζικό σύστημα, αλλά και αλλαγές σε τομείς όπως η ενέργεια, οι μεταφορές αλλά και ο κρατικός μηχανισμός.
Επιπλέον, χαρακτηρίζει «βήμα και εργαλείο» για την ανάταξη της χώρας το εθνικό νόμισμα, διευκρινίζοντας ότι δεν είναι αυτοσκοπός.
«Η συντεταγμένη μετάβαση στο εθνικό νόμισμα είναι απολύτως εφικτή, πράγμα που γνώριζε ο ΣΥΡΙΖΑ, αλλά δεν ήθελε επ’ ουδενί να εξετάσει με σοβαρότητα γιατί η ηγεσία του ήταν προσκολλημένη στο ευρώ. Ποτέ δεν υπήρξε κυβερνητικό Σχέδιο Β, παρά τα αβάσιμα που αναφέρουν τα ΜΜΕ εκ του πονηρού», συμπληρώνει.
Όπως εξηγεί, η μετάβαση περιλαμβάνει μέτρα όπως στάση πληρωμών στο δημόσιο χρέος με στόχο τη διαγραφή του, μετατροπή χρεών, καταθέσεων και μισθών στο νέο νόμισμα με αναλογία 1:1, άμεση εθνικοποίηση των τραπεζών και εξομάλυνση των κεφαλαιακών και τραπεζικών ελέγχων που έχει επιβάλλει η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, στήριξη των μικρομεσαίων επιχειρήσεων με κρατικές εγγυήσεις, ιεράρχηση των εισαγωγών για να υπάρξει επάρκεια στα φάρμακα, τα τρόφιμα και τα καύσιμα. «Δεν υπάρχει καμία ανάγκη για δελτίο, όπως συχνά και κακόβουλα λέγεται», προσθέτει.
Ο κ. Λαπαβίτσας εκτιμά ότι το νέο νόμισμα θα δώσει τη δυνατότητα στην Ελλάδα να δημιουργεί ρευστότητα «μακριά από τα νύχια του κ. Ντράγκι», στηρίζοντας έτσι τις επενδύσεις και την οικονομική δραστηριότητα.
«Αναμφίβολα το νέο νόμισμα θα υποτιμηθεί στις διεθνείς αγορές, ίσως κατά 15-20% όταν θα φτάσει στη νέα θέση ισορροπίας. Η υποτίμηση θα δώσει ώθηση στην εγχώρια παραγωγή, στη βιομηχανία και στον αγροτικό τομέα. Οι εργαζόμενοι θα έχουν όφελος γιατί θα τονωθεί η απασχόληση. Από την άλλη θα υπάρξουν αρνητικές επιπτώσεις στο εισόδημα των εργαζομένων και στο κόστος παραγωγής των μικρομεσαίων απαιτώντας κρατική παρέμβαση για τη στήριξή τους», διευκρινίζει ο βουλευτής της Λαϊκής Ενότητας.
Καταλήγοντας, τονίζει ότι η Κοινοβουλευτική Ομάδα του Παναγιώτη Λαφαζάνη έχει πλήρη συναίσθηση των δυσκολιών της μετάβασης στο εθνικό νόμισμα, καθώς και ότι είναι η «η μόνη ελπίδα που απέμεινε στον ελληνικό λαό μετά τη μεταστροφή του ΣΥΡΙΖΑ».