«Βάλτε τέλος λοιπόν στις γενικόλογες διακηρύξεις αγάπης προς την Ευρώπη και καταλήξτε άμεσα σε μια οριστική συμφωνία με τους εταίρους μας», τόνισε ο Σταύρος Θεοδωράκης κατά την ομιλία του στη Βουλή επί του νομοσχεδίου για τις 100 δόσεις και την επανεκκίνηση της οικονομίας.
«Η κυβέρνηση είναι σαν να περιεργάζεται πολλές φορές πως δουλεύει το πυρηνικό χωρίς να έχει πιάσει ποτέ ούτε λιανοντούφεκο», είπε ο επικεφαλής του Ποταμιού ζητώντας «να πέσουν οι κορώνες του εθνολαϊκισμού», καθώς «τα σήματα, που εκπέμπουν βασικοί Υπουργοί της κυβέρνησης, είναι όπισθεν ολοταχώς με υπόκρουση εθνολαϊκιστικών εμβατηρίων».
Αναφερόμενος στην διαπραγμάτευση ο Στ. Θεοδωράκης κατηγόρησε την κυβέρνηση ότι «άφησε αναξιοποίητη την έστω μεσοβέζικη συμφωνία στο Eurogroup» και «σπατάλησε πολύτιμο διαπραγματευτικό κεφάλαιο για να αλλάξουμε ονόματα και τίτλους και όχι την ουσία των πραγμάτων και τους συσχετισμούς», ενώ «επέλεξε να «κηρύξει τον πόλεμο στη Γερμανία» επιστρατεύοντας φαντάσματα του ναζισμού με ανεπίτρεπτες ταυτίσεις».
«Επιχειρήσαμε να μπλέξουμε τις πάγιες διεκδικήσεις μας για επανορθώσεις, με τις τρέχουσες διαπραγματεύσεις, απειλώντας απερίσκεπτα με κατασχέσεις γερμανικών πνευματικών ιδρυμάτων και αποστολές τζιχαντιστών στο Βερολίνο», είπε και εκτίμησε πως «αυτό που κατάφεραν αυτοί που επινόησαν την νέα ελληνογερμανική βεντέτα, ήταν να ενισχύσουν τις θέσεις των γερμανικών κύκλων που επιδιώκουν την έξοδο της Ελλάδας από την Ευρωζώνη».
Ο επικεφαλής του Ποταμιού πρότεινε μεταρρυθμίσεις ώστε να συμφωνηθεί ότι η Ελλάδα για 2 χρόνια δεν χρειάζεται πλεονάσματα: «προωθώντας ένα τολμηρό και μελετημένο πρόγραμμα διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων θα μπορούσαμε να επιτύχουμε μια συμφωνία ακόμη και για μηδενισμό για δυο χρόνια της υποχρέωσης για πρωτογενή πλεονάσματα».
Ακόμη ο Στ. Θεοδωράκης πρότεινε την δημιουργία ενός οργανισμού διαχείρισης του ιδιωτικού χρέους με την συμμετοχή του Δημοσίου, των τραπεζών, ευρωπαϊκών θεσμικών χρηματοδοτικών ιδρυμάτων και ιδιωτών, για την αντιμετώπιση του προβλήματος των «κόκκινων» δανείων.
Η διοίκηση του οργανισμού, είπε, θα είναι ανεξάρτητη από το κράτος και τις τράπεζες, ενώ θα μεριμνά για την προστασία της πρώτης κατοικίας, την διαγραφή μικρών οφειλών μέχρις ενός ορίου, για τις οποίες οφειλέτης έχει καταβάλει το κεφάλαιο και κάποιους τόκους, ενώ «οι νεκρές επιχειρήσεις θα πρέπει να ρευστοποιηθούν για να ανακτήσουν οι τράπεζες μέρος έστω των οφειλών».