Μετά τις ταινίες «Βιασμός της Αφροδίτης», «Σφαγή του κόκορα» και «Τάμα», που του χάρισαν 21 διεθνή βραβεία, ο κύπριος σκηνοθέτης Ανδρέας Πάντζης επανέρχεται δημιουργικά, και μας μιλά για την ταινία «Η χαρά και η θλίψη του σώματος».
Μιλώντας για τη φιλία και την προδοσία, η νέα ταινία του Ανδρέα Πάντζη, στην οποία πρωταγωνιστεί ο Γιώργος Χωραφάς και είναι μια συμπαραγωγή Κύπρου, Ελλάδας και Βουλγαρίας, θα προβάλλεται στις ελληνικές αίθουσες από την Πέμπτη 6 Φεβρουαρίου. Γράφοντας το σενάριο και σκηνοθετώντας ένα σύγχρονο κοινωνικό δράμα, ένα φιλμ νουάρ που προσεγγίζει ένα πανανθρώπινο και διαχρονικό θέμα, ο Ανδρέας Πάντζης μιλά για το δημιούργημά του, τα βραβεία και τα «άγνωστα» μελλοντικά του σχέδια.
Με ποια θέματα καταπιάνεται η ταινία;
Το κυρίως θέμα της ταινίας είναι η φιλία και η προδοσία. Ή, αν θέλετε, η φιλία και η μη φιλία. Γιατί ο άνθρωπος μπορεί να αισθάνεται φιλικά προς κάποιον, αλλά αυτό δε σημαίνει ότι ο άλλος συμμερίζεται, έχει τα ίδια συναισθήματα! Και σε περιόδους υπαρξιακής κρίσης, σε καταστάσεις έκτακτης ανάγκης, ο άλλος μπορεί να πουλήσει ακόμη και τη μάνα του, για να σωθεί. Το δεύτερο θέμα της ταινίας είναι η μοναξιά και ο έρωτας. Η μοναξιά ενός νέου ανθρώπου, ο οποίος μένει μόνος και προσπαθεί να επιβιώσει. Η εσωστρέφεια του ήρωα έχει σχέση με τις εμπειρίες της ζωής του: την προσφυγιά, την απώλεια του πατέρα, την προδοσία που υπέστη από τον άνθρωπο που αγαπούσε. Αν και ο ίδιος αυτός άνθρωπος, μπορεί να μη θεωρεί ότι πρόδωσε.
Ποια είναι η ιστορία του ήρωά της;
Η βιογραφία του Ευαγόρα, του κεντρικού ήρωα της ταινίας, είναι απαραίτητη, για να γίνει κατανοητή η ψυχολογία και ο τρόπος αντίδρασής του στα διάφορα γεγονότα. Έχοντας μείνει ορφανός από μικρός (ο πατέρας του είναι αγνοούμενος, αλλά ο ίδιος πιστεύει ότι είναι νεκρός) και, ταυτόχρονα, έχοντας προσφυγοποιηθεί σε τρυφερή ηλικία, έχει απολέσει τον κόσμο του. Γιατί τα παιδιά, όταν αλλάζουν τον τόπο, όπου βιώνουν τον κόσμο, χάνονται. Οι μεγάλοι χάνουν περιουσίες, όταν γίνονται πρόσφυγες. Τα παιδιά χάνουν όλα τα σημεία αναφοράς στον μικρόκοσμό τους και, κυρίως, τους φίλους τους!
Αυτή η απομόνωση μαζί με ένα οικονομικό στρίμωγμα, φυσιολογικό αποτέλεσμα της προσφυγιάς και της ορφάνιας, δημιουργούν έναν άνθρωπο, που γίνεται εσωστρεφής, χωρίς να το θέλει. Όταν συναντά τον Μιλέν και γίνονται φίλοι, αυτή δεν είναι μια απλή φιλία. Για τον Ευαγόρα, ο Μιλέν θυμίζει τον πατέρα του. Είναι αυτό που λέμε στην ψυχολογία, η Εικόνα του Πατέρα. (Father Figure). Επειδή, ακριβώς, ο πατέρας ποτέ δε θέλει το κακό του παιδιού του, για τον λόγο αυτό, ο Ευαγόρας είναι πρόθυμος, έτοιμος να κάνει ό,τι του ζητήσει ο Μιλέν - Πατέρας. Και έτσι, εμπλέκεται με παιδική εμπιστοσύνη στην υπόθεση της παραχάραξης των δολαρίων. “Ο φίλος μου ήθελε να με βοηθήσει! Δεν μπορούσα να αρνηθώ!”, θα πει. Οι πράξεις του μπορεί να φαίνονται αφελείς, αλλά, στην πραγματικότητα, είναι οι πράξεις ενός παιδιού απέναντι στον πατέρα του! Πράξεις εμπιστοσύνης.
Τι θα θέλατε να μοιραστείτε με το κοινό μέσα από αυτό το φιλμ;
Η φιλία είναι πανανθρώπινο συναίσθημα και η προδοσία είναι μια κατάσταση που συναντιέται καθημερινά. Η ταινία μιλά για το σήμερα. Μιλά για έναν ολόκληρο κόσμο της Ανατολικής Ευρώπης, που, μετά την πτώση του σοσιαλισμού, εκπορνεύτηκε, για να επιβιώσει. Ποτέ δεν μπόρεσα να ονομάσω την ηρωίδα, την Ντίτα, πόρνη. Εκδίδεται, όταν έχει ανάγκη από χρήματα. Έχει δυο ανιψάκια να βοηθήσει. Η ταινία μιλά, επίσης, για το πρόβλημα της επικοινωνίας. Δυο άνθρωποι προσπαθούν να είναι μαζί. Όμως, το περιβάλλον, ο κόσμος είναι εχθρικός. Είναι καταδικασμένοι να αποτύχουν ακόμη και στο να είναι μαζί, γιατί δεν είναι κάποιοι από τους προνομιούχους αυτού του κόσμου! Για μένα, η μοίρα στον σύγχρονο κόσμο είναι ακριβώς το αν είσαι ένας από τους (οικονομικά) προνομιούχους ή όχι!
Συνεργάζεστε με τον Γιώργο Χωραφά, για τρίτη φορά. Τι θαυμάζετε σε εκείνον και πώς θα περιγράφατε τη δημιουργική σας σχέση;
Ο Γιώργος δεν είναι ένας απλός ηθοποιός, ένας απλός συνεργάτης. Είναι ένας συνδημιουργός. Τους ρόλους του και στις 3 ταινίες που κάναμε τους δουλέψαμε μαζί. Προσπαθούμε να τους κάνουμε να ταιριάζουν και στον χαρακτήρα, αλλά και στην προσωπικότητα του Γιώργου. Είναι ένας ικανότατος άνθρωπος, προικισμένος και διανοούμενος, πράγμα που κάνει τη συνεργασία μαζί του χαρά και δημιουργία. Για μένα, ο Γιώργος δεν είναι απλώς ένας φίλος, αλλά ένας αδελφός. Είναι ένας άνθρωπος πάντα πρόθυμος να βοηθήσει, χωρίς να το παίξει βεντέτα. Μην ξεχνάτε ότι, μετά τις “Ακυβέρνητες πολιτείες” του Ροβήρου Μανθούλη, ξαναεμφανίστηκε στην Ελλάδα στην ταινία μου “Η σφαγή του κόκορα” (11 διεθνή βραβεία, υποψηφιότητα στα Όσκαρ, Καλύτερη Ευρωπαϊκή Ταινία του 1997, στη Βαρκελώνη, κ.λπ.). Ακολούθησε “Το τάμα”.
Βραβεύτηκε και στις δύο αυτές ταινίες. Έχουμε διανύσει μαζί μια μεγάλη πορεία!
Πέρα από την ευνόητη ηθική ικανοποίηση, τι σημαίνουν για εσάς τα βραβεία, που έχουν αποσπάσει οι δουλειές σας;
Τα βραβεία είναι καλά για τους πρωτοεμφανιζόμενους. Είναι ένας τρόπος να καταλάβει κανείς αν ο σκηνοθέτης είναι ικανός ή άσχετος. Τα βραβεία είναι καλά, επίσης, αν έχεις μια ισχυρή διεθνή διανομή πίσω σου. Τότε, κάνει διαφορά στις πωλήσεις. Για μένα πλέον, τα 21 βραβεία, που έχουν πάρει οι ταινίες μου, τίποτα δε σημαίνουν. Δεν έχουν κάνει τη ζωή μου πιο εύκολη. Ο αγώνας, για να κάνω μια ταινία, είναι πάντα ο ίδιος. Αγώνας να μαζέψω τα λεφτά, να κάνω την ταινία, αγώνας για τη διανομή. Αλλά, όταν, στον παγκόσμιο ιππόδρομο της τέχνης, κανείς δεν πρόκειται να βγάλει από το Άλογο - Ανδρέας Παντζής ούτε ένα σεντ, τότε σε τρώει η μαρμάγκα! Υγεία να έχουμε!
Πού αποδίδετε την άνθηση, που παρουσιάζει ο ελληνικός κινηματογράφος τα τελευταία χρόνια και, μάλιστα, υπό τις αντίξοες συνθήκες της οικονομικής κρίσης;
Νομίζω ότι οι δύσκολες συνθήκες, από τη μια, ατσαλώνουν και, από την άλλη, δημιουργούν δημιουργικές διεξόδους. Ο κινηματογράφος είναι σκέψη, γνώση, μελέτη. Νομίζω ότι οι σκηνοθέτες τώρα είναι πιο συγκροτημένοι και μελετημένοι.
Ποιος είναι ο αγαπημένος σας σκηνοθέτης και ποια ταινία έχετε «ζηλέψει» ως δημιουργός;
”Οι νικημένοι” του Μίκλος Γιάντσο. “Ο μάγειρας, ο κλέφτης, η γυναίκα του και ο εραστής της” του Πίτερ Γκρίναγουεϊ. Mε έκανε να νοιώσω την αδικία του να είσαι φιμωμένος, επειδή ζεις σε μια μικρή χώρα. Το είχα δει στο Δυτικό Βερολίνο το 1989 - 90, όταν ζούσα εκεί.
Ποια είναι τα επόμενα σχέδιά σας;
Να μιλάς για τα μελλοντικά σου σχέδια σε μια τέτοια δύσκολη εποχή μου φαίνεται λίγο παρατραβηγμένο, ίσως και σόλοικο. Ας σημειώσω απλώς ότι έχω τέσσερα διαφορετικά σενάρια. Το τι θα κάνω είναι ένα ζητούμενο, που και εγώ πολύ επιθυμώ να ξεδιαλύνω. Θα το καταλάβω, μόλις αρχίσω το τρέξιμο...
Συντελεστές
Σενάριο - σκηνοθεσία: Ανδρέας Πάντζης, με τη δημιουργική παρέμβαση της σεναριογράφου Μαρίας Mozhar, βοηθός σκηνοθέτη: Αλεξία Ρόητερ, παραγωγός: Μόνικα Νικολαΐδου, μοντέρ: Τάκης Γιαννόπουλος, μουσικοσυνθέτης: Βάσος Αργυρίδης, σκηνογράφοι: Βασίλης Ιερίδης - Μποριάνα Σεμερτζίεβα, ενδυματολόγοι: Νότης Παναγιώτου - Ελένα Στογιάνοβα. Παίζουν: Χάρης Αμπράζης, Γιώργος Χωραφάς, Σίλβια Πέτκοβα, Κώστας Δημητρίου, Κρις Γκρέκο, Αντρέας Καρράς, Λίνα Ζένιου - Παπά, Παναγιώτα Μόνια, Δημήρης Δημητρίου, Ηλίας Αλετράς, Αλιόνα Νικολάεβα, Βασίλης Μιχαήλ, Πέτρος Φιλίππου, Γιώργος Λώρης, Λευτέρης Σαλωμίδης, Νεοπτόλεμος Νεοπτολέμου, Σπύρος Γεωργιάδης και Σκεύος Πολυκάρπου.
Γιώργος Σ. Κουλουβάρης
[email protected]