Οι καταστροφές από τις πλημμύρες, καθώς η στάθμη της θάλασσας ανεβαίνει και η ξηρά υποχωρεί, ενδέχεται να στοιχίσουν στις παραθαλάσσιες μεγαλουπόλεις πάνω από 1 τρισεκατομμύριο δολάρια το χρόνο έως το 2050, υποστηρίζουν ερευνητές της Παγκόσμιας Τράπεζας, σχεδόν 10 μήνες αφότου ο κυκλώνας Σάντι σάρωσε τις ανατολικές ακτές των Ηνωμένων Πολιτειών με ολέθριες συνέπειες.
«Δεν πρόκειται για εκτίμηση ή πρόβλεψη», αλλά για έναν τρόπο «να δείξουμε ότι είναι αδύνατο να μην προσαρμοστούμε ενισχύοντας την προστασία» των ευάλωτων περιοχών, δήλωσε στο NBC News ο οικονομολόγος Στεφάν Αλγκάτ, βασικός συντάκτης της έκθεσης. «Πρέπει να κάνουμε κάτι.»
Το 43% του οικονομικού φορτίου αναμένεται να επωμιστούν τρεις αμερικανικές πόλεις - το Μαϊάμι, η Νέα Υόρκη και η Νέα Ορλεάνη - καθώς και το Γκουανγκζού, στην Κίνα. Ακολουθούν η Βομβάη, η Τζακάρτα, η Βοστώνη, η Μπανγκόκ και το Αμπιτζάν.
Οι ευρωπαϊκές πόλεις που, κατά τον Αλγκάτ, θα υποστούν τις μεγαλύτερες οικονομικές απώλειες εξαιτίας των πλημμυρών, είναι η Μασσαλία, η Νάπολη, αλλά και η Αθήνα.
Οι απώλειες υπολογίστηκαν με βάση τις πιο συντηρητικές προβλέψεις για την κλιματική αλλαγή και την άνοδο της στάθμης των υδάτων, την υποχώρηση της ξηράς και την αύξηση του πληθυσμού σε 136 παραθαλάσσια αστικά κέντρα.
Οι συντάκτες εκτιμούν ότι εάν οι ευάλωτες πόλεις επενδύουν συνολικά 50 δισεκατομμύρια δολάρια το χρόνο σε έργα, όπως αναχώματα ή κυματοθραύστες, τότε οι απώλειες μπορούν να περιοριστούν σε μεγάλο ποσοστό. Ακόμη και τότε όμως, το κόστος των καταστροφών θα ανέρχεται σε 60 δισ. έως 63 δισ. το χρόνο. «Πρόκειται για μια πολύ καλή επένδυση, μιλώντας με οικονομικούς όρους», λέει ο Αλγκάτ. «Εάν όμως δούμε ποιος και πώς θα πληρώσει για όλα αυτά, τότε τα πράγματα περιπλέκονται.»
Επιπλέον, όπως εξηγεί, τα ακατάλληλα αντιπλημμυρικά έργα είναι χειρότερα από την πλήρη έλλειψη προστασίας, αφού δημιουργούν την ψευδαίσθηση της ασφάλειας, ενθαρρύνοντας τον κόσμο να χτίσει σε επικίνδυνα σημεία.