«Αποφασιστικά αντίποινα» κατά των ανταρτών των Ενόπλων Επαναστατικών Δυνάμεων Κολομβίας – Στρατός του Λαού (FARC-EP) υποσχέθηκε την Δευτέρα ο πρόεδρος της χώρας, Χουάν Μανουέλ Σάντος, μετά το θάνατο, από πυρά της οργάνωσης, 19 κολομβιανών στρατιωτών το Σάββατο.
Η επίθεση, η οποία είναι η μεγαλύτερη από την έναρξη των ειρηνευτικών συνομιλιών κυβέρνησης – ανταρτών το Νοέμβριο του 2012, έλαβε χώρα στη μεθοριακή με τη Βενεζουέλα επαρχία Αραούκα, ενάντια σε 15 στρατιώτες οι οποίοι προστάτευαν πετρελαϊκές εγκαταστάσεις.
Άλλοι τέσσερις στρατιώτες έχασαν τη ζωή τους στην πόλη Ντονσέλο στη νότια επαρχία Κακέτα, στην οποία οι αντάρτες διατηρούν παραδοσιακά έντονη παρουσία
Οι επιθέσεις συνέπεσαν με την εορτή της ανεξαρτησίας της Κολομβίας.
Οι αντάρτες έχουν ζητήσει οι ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις να συνοδεύονται από κατάπαυση του πυρός, κάτι ωστόσο το οποίο δεν έχει δεχθεί ο κ. Σάντος.
Μεταξύ 1999 και 2002, η κυβέρνηση είχε παραχωρήσει στους αντάρτες τη δυνατότητα να αποσυρθούν με ασφάλεια σε περιοχή ίση με την έκταση της Ελβετίας κατά τη διάρκεια συνομιλιών για ειρήνευση, οι οποίες τελικώς είχαν αποτύχει.
Σε επίσκεψή του στην Αραούκα, ο κ. Σάντος διέταξε την ηγεσία του στρατού, σύμφωνα με το πρακτορείο Associated Press, να θέσει «ολόκληρη την πολεμική μηχανή του» σε κίνηση ενάντια στις FARC.
«Όπως τείναμε το χέρι μας και εισήλθαμε σε φάση συνομιλιών, έτσι διατηρούμε και μια μεγάλη ράβδο. Έχουμε αποφασιστικής σημασίας στρατιωτική δύναμη και θα την χρησιμοποιήσουμε», δήλωσε ο πρόεδρος της Κολομβίας.
Οι FARC βρίσκονται σε μία από τις χειρότερες ιστορικές φάσεις τους από στρατιωτική άποψη και, σύμφωνα με αναλυτές, οι πιθανότητες να τερματίσουν την ανταρτική τους δράση είναι ιδιαίτερα αυξημένες.
Οι δύο πλευρές σημειώνουν ότι έχουν καταλήξει σε προγραμματική συμφωνία για αναδασμό της γης, ωστόσο υπογραμμίζουν ότι μέχρι να υπάρξει συμφωνία στην ατζέντα των έξι σημείων τα οποία αποτελούν τη βάση των διαπραγματεύσεων, δε μπορεί να γίνει λόγος για συμφωνία ειρήνευσης.