Δύο καλλιτέχνες, στενοί φίλοι, της ίδιας γενιάς, συνθέτουν, συνεκθέτουν, συμπαραθέτουν και συνομιλούν γύρω από την κοινή τους αναφορά: τη θάλασσα. Αυτήν την απέραντη και αστείρευτη γαλάζια θεά, που όπως αναρωτιέται ο Γεώργιος Σεφέρης: «Τη θάλασσα, τη θάλασσα ποιος θα μπορέσει να την εξαντλήσει;».
Ξεκινώντας την όγδοη καλοκαιρινή της περίοδο, η γκαλερί Citronne, στον Πόρο, παρουσιάζει την έκθεση των Τάσου Μαντζαβίνου και Κώστα Παπανικολάου, η οποία εγκαινιάζεται σήμερα, Σάββατο 1 Ιουνίου, στις 8 το βράδυ, και θα διαρκέσει έως τις 24 Ιουλίου, σε επιμέλεια της Δρ. της Ιστορίας της Τέχνης και διευθύντριας της γκαλερί, Τατιάνας Σπινάρη – Πολλάλη.
Ένας πλατωνικός εικαστικός διάλογος
Ο διάλογος των δύο καλλιτεχνών δεν απορρέει μόνο από την αντιπαράθεση έργων, όπου ζωγραφίζουν τη θάλασσα, ο καθένας με τη δική του τεχνοτροπία, αλλά και από την παρουσίαση μίας ενότητας «κοινών» έργων, τα οποία αποτελούν δημιουργίες ad hoc, αφού ξεκινά ο ένας και τα συνεχίζει ο άλλος. Έτσι, ο διάλογος μετατρέπεται σε εικαστική παραγωγή, οι λέξεις συμβολοποιούνται με χρώματα και φόρμες. Η συνομιλία αναπαρίσταται και εξελίσσεται επάνω στον καμβά. Μια ανταλλαγή ιδεών με εικαστικούς συνειρμούς, μια μεικτή εικαστική ταυτότητα.
Ο εικαστικός διάλογος συντίθεται πλατωνικά από μια θέση και μια αντι-θέση. Άλλοτε, προκύπτει συν-θέση και οι δύο εικαστικές προσεγγίσεις συνυφαίνονται και συλλειτουργούν. Άλλοτε, πάλι, το έργο παραμένει ένας προσωπικός μονόλογος.
Ο Τάσος Μαντζαβίνος ζωγραφίζει μια θάλασσα κλειστή, προσωπική, μια θάλασσα που διαχωρίζει. Ο Κώστας Παπανικολάου αντιπαραθέτει μια θάλασσα ενωτική, ένα τοπίο καθησυχαστικό, οικειότητας και συλλογικού βίου. Οι δύο όψεις, θέση και αντι-θέση, λειτουργούν συμπληρωματικά, οδηγούν στην συν-θέση η οποία εκτίθεται εδώ, σαν πρόταση για σκέψη και συλλογισμό. Άλλωστε, το θέμα, η ίδια η θάλασσα, δεν εξαντλείται. Παραμορφώσεις από τον φόβο της θάλασσας
Στην ατομική του δημιουργία – θέση, ο Τάσος Μαντζαβίνος απορρίπτει κάθε νατουραλιστική τάση και εμπνέεται από διαφορετικές πηγές: βυζαντινή και λαϊκή τέχνη, αναφορές στον Κόντογλου, οπτικό υλικό του Καραγκιόζη. Το ύφος του δεν εντάσσεται σε ρεύματα ή κινήματα, δεν ακολουθεί κάποια «σχολή». Δημιουργεί έναν εκλεπτυσμένο εξπρεσιονισμό, αποσκοπεί σε μια συναισθηματική, συχνά και μυστικιστική έκφραση. Μας εξηγεί πως οφείλουμε «να ζωγραφίζουμε ό,τι βλέπουμε και αυτό που βλέπουμε είναι ο γυμνός εαυτός μας».
Οι μορφές παραμορφώνονται, τα χρώματα διαχέονται, όπως στην παιδική ζωγραφική. Ζωγραφίζει τον φόβο της θάλασσας: νερά βαθυκύανα, σχεδόν μαύρα, αφιλόξενα, επικίνδυνα, απειλητικά. Η θάλασσα μπορεί να μεταμορφωθεί, να λάβει την όψη που έχουν τα μυθικά τέρατα, όπως στα λαϊκά παραμύθια.
«Τόπος έμπνευσης είναι τα όνειρα, που άλλοτε επηρεάζουν τη ζωγραφική και, άλλοτε, η ζωγραφική τα όνειρα», με πρώτη ύλη αναμνήσεις, φόβους και τραύματα της παιδικής ηλικίας. Το παρελθόν εκτυλίσσεται και αναβιώνει ως παρόν. Ο θεατής, μέσα από την δυσνόητη εικαστική αφήγηση, ανακαλύπτει συνειρμικά προσωπικές εμπειρίες και συλλογικές μνήμες, τη δική του ατομικότητα.
Φανταστικό σύμπαν ενδόμυχης αφομοίωσης
Ο Κώστας Παπανικολάου, σε αντι-θέση με τον Μαντζαβίνο, αναφέρεται σε συγκεκριμένες τοποθεσίες, σε αναγνωρίσιμους προορισμούς. Οι πίνακες απορρέουν από έντονη και βαθιά παρατήρηση και, εκ πρώτης όψεως, παραπέμπουν στην ισχυρή παράδοση της ελληνικής τοπογραφίας. Τα εκτιθέμενα έργα έρχονται από τον Πόρο, απεικονίζουν το νησί και την ακτή της Πελοποννήσου, ακριβώς απέναντι.
Όμως, παρόλη τη ρεαλιστική αίσθηση την οποία προκαλούν, απέχουν πολύ από μια «φωτογραφική» αναπαράσταση της πραγματικότητας. Ο θεατής εισάγεται «ανεπαίσθητα» σε ένα φανταστικό σύμπαν, το οποίο συνθέτουν έννοιες από τον καθημερινό βίο. Τα έργα, μετά την ενδελεχή παρατήρηση, προκύπτουν από μια ενδόμυχη εντύπωση και αφομοίωση της ζωής και της φύσης που μας περιτριγυρίζει. Διακρίνεται μια αυστηρή ομορφιά στις φόρμες, στην περιγραφή του χώρου, στην παρουσίαση του φωτός.
Με έναν αριστοτεχνικό χειρισμό των χρωμάτων, ο ζωγράφος μετατρέπει τις πιο μουντές σκηνές σε αρμονικές κατασκευές. Παραλλάσσοντας την τονικότητα και χρησιμοποιώντας την αλληλεπίδραση των αποχρώσεων (κυανό, πράσινο και ώχρα), απεικονίζει το φως και την ουσία της εποχής και του τόπου. Στη συνείδηση του θεατή, εντυπώνονται κοινές αναφορές, οικεία γνωρίσματα του χώρου και του χρόνου. Πληροφορίες
Γκαλερί Citronne: Παραλία – Πόρος, τηλ.: 22980 22401, 6979 989684. Ώρες λειτουργίας: καθημερινά: 11.00 – 13.00 και 19.00 – 23.00.
Γιώργος Σ. Κουλουβάρης
[email protected]