Πριν από ακριβώς ένα χρόνο, η ισραηλινή εταιρεία Better Place εγκαθιστούσε στο Ισραήλ τους πρώτους της σταθμούς ανεφοδιασμού ηλεκτροκίνητων οχημάτων.
Στόχος του ιδρυτή της Σάι Αγκάσι ήταν να δημιουργήσει ένα πρωτοποριακό δίκτυο ανταλλαγής των άδειων μπαταριών με γεμάτες μέσα σε πέντε λεπτά – κάτι που, όπως ο ίδιος υποστήριζε, θα ήταν φθηνότερο για τους οδηγούς και πολύ πιο εύκολο από τη φόρτιση του οχήματός τους.
Ωστόσο, το σχέδιο απέτυχε. Παρότι η Better Place είχε καταφέρει να συγκεντρώσει εκατοντάδες εκατομμύρια δολάρια από επενδυτές, όπως η General Electric και η HSBC, το όραμα του Αγκάσι για 100.000 ηλεκτροκίνητα αυτοκίνητα στους δρόμους του Ισραήλ δεν έπεισε τους συμπατριώτες του.
Έτσι, το Σαββατοκύριακο η εταιρεία ανακοίνωσε ότι προχωρά σε ρευστοποίηση των περιουσιακών της στοιχείων, αναζητώντας «τον καλύτερο τρόπο περιορισμού των ζημιών για τους υπαλλήλους, τους πελάτες και τους δανειστές της».
Ο Νταν Κοέν, ένας εκ των τριών διευθυνόντων συμβούλων της Better Place, δήλωσε ότι το όραμα και το μοντέλο του ομίλου κινούνταν στη σωστή κατεύθυνση, όμως οι ρυθμοί διείσδυσης στην αγορά δεν ανταποκρίθηκαν στις προβλέψεις του και, ελλείψει περισσότερων πόρων, κρίθηκε αδύνατο η εταιρεία να συνεχίσει.
«Είναι μια πολύ δυσάρεστη μέρα για όλους μας», πρόσθεσε ο κ. Κοέν. «Η εταιρεία παρουσίασε ένα όραμα που παρέσυρε πολλούς ανθρώπους εδώ στο Ισραήλ και σε ολόκληρο τον κόσμο.»
Η Better Place ονειρευόταν να καταργήσει το λεγόμενο «άγχος της αυτονομίας» δίνοντας στους οδηγούς τη δυνατότητα να οδηγούν με τις μπαταρίες της έως και 160 χιλιόμετρα μέχρι τον επόμενο σταθμό ανεφοδιασμού. «Δεν είναι το μέλλον των πρατηρίων καυσίμων, είναι το τέλος τους», ανέφερε η ιστοσελίδα του ομίλου.
Τα προβλήματα άρχισαν να έρχονται στην επιφάνεια τον Οκτώβριο, όταν το διοικητικό συμβούλιο αντικατέστησε τον Αγκάσι στη θέση του διευθύνοντος συμβούλου με τον επικεφαλής των επιχειρήσεων του ομίλου στην Αυστραλία. Λίγους μήνες αργότερα, η Better Place ανακοίνωσε ότι περιορίζει δραστικά τις επιχειρήσεις της στη Βόρειο Αμερική και στην Αυστραλία για να επικεντρωθεί στις αγορές της Δανίας και του Ισραήλ.