Ανεπίσημα πρακτικά δίκης 17Ν (6/5/2003) Μέρος 5/8

Τρίτη, 06 Μαΐου 2003 18:04
A- A A+

Που θέλω να καταλήξω; Πουθενά κ. Δικαστές. Δεν μπορώ να σας πω ότι είναι αυτό ή το άλλο. Απλώς θα εκφράσω ότι για μένα τουλάχιστον αυτή η κατάθεση δεν έχει την υφή, τα στοιχεία και τη δομή μιας αληθινής αφήγησης και μιας αληθινής αποτύπωσης εντυπώσεων, εικόνων και σκέψεων μετά.

Κάτι άλλο και τελειώνω. Σας έφερα ένα χαρτί. Δεν το είπαμε χθες. Έκανα αρκετή προσπάθεια για να πάρω αυτό το χαρτί. Αργούσε το σχολείο να το στείλει. Η κα Σωτηροπούλου από την πρώτη στιγμή μας είπε «μα πως μπορούσα να ήμουν εκεί αφού παίρνω το παιδί από το σχολικό;›

Στην αρχή το ακούσαμε λίγο επιπόλαια, αλλά πράγματι αν σκεφτείτε ότι το παιδί είναι σε ένα σχολείο, φοιτά την χρονιά εκείνη στο σχολειό στην Παλλήνη, ότι το παιδί σχολάει στις 14:30, μέχρι να επιβιβαστεί στο πούλμαν πάει 14:45, 14.50, από Παλλήνη το λεωφορείο πάει λεωφόρο Σπάτων μέσω λεωφόρου Μαραθώνος, Γέρακα, Αναπαύσεως, όπου γίνονται φοβερά έργα 3 χρόνια και καταλήγει στην περιοχή που τότε η κα Σωτηροπούλου και ο κ. Κουφοντίνας κατοικούσαν, δηλαδή στα Βριλήσσια Αττικής και μάλιστα στη πλευρά όχι προς το κέντρο, προς την πλευρά του Γέρακα, η κα Σωτηροπούλου εκείνη την ώρα που κατά την κα Μανιά βολτάρει στην Φιλοθέης θα έπρεπε να είναι καθ’ οδόν προς το σπίτι της ή έστω να πλησιάζει στο σπίτι της αφού είχε παραλάβει το παιδί της.

Το σχολείο δυστυχώς δεν κρατάει λεπτομερειακά μεμοράντα για το τι έγινε κάθε μέρα, αλλά πιστοποιεί ότι για να παραλάβει άλλος το παιδί εκτός από τους δυο τους, χρειάζεται εκ των προτέρων γραπτή συναίνεση των γονιών. Πράγμα που αν η κα Σωτηροπούλου πήγαινε πράγματι στο σημείο που η μάρτυρας την βλέπει, θα έπρεπε το παιδί εκ των προτέρων να ανατεθεί σε άλλον κλπ. κλπ. Σας το λέω, θα το εκτιμήσετε ελεύθερα, αλλά είναι ένα θα έλεγα άλλοθι ισχυρό για την κα Σωτηροπούλου και λειτουργεί κι αυτό προς την κατεύθυνση ότι δεν υπάρχει θέμα απλής συνέργιας της σ’ αυτή την ενέργεια.

Ι. ΒΛΑΧΟΣ: Δεν θέλω να υπερασπιστώ την συνάδελφο μου που δέχτηκε επίθεση, ούτε τον ρόλο του μαζοχιστή θα παίξουμε σ’ αυτά τα έδρανα να δεχόμαστε από την απέναντι πλευρά συνεχώς βουρδουλισμούς βερμπαλιστικούς.

Ξεκίνησε αυτή η ιστορία χθες με εκπρόσωπο της Πολιτικής Αγωγής, ο οποίος ούτε λίγο ούτε πολύ μας κάλεσε όλους συνοδοιπόρους. Μας κάλεσε να αναλογιστούμε αν αξίζει τον κόπο να καταγραφούμε στη μειοψηφία του ελληνικού λαού στη μνήμη της οποίας ?

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Μισό λεπτό για να μιλήσω κι εγώ τώρα. Αν ο δικηγόρος ταυτίζεται με τον πελάτη είναι πρωτοφανές να το πούμε αυτό το πράγμα. Αν πάρετε τον μεγάλο Γάλλο ποινικολόγο τον Βερζέζ, ο οποίος έχει πολλαπλών κλάδων και ιδεολογιών κατηγορουμένους υποστηρίξει και μάλιστα με τρόπο πολύ σθεναρό, τι σημαίνει αυτό; Ότι δεν έχει καμιά δουλειά ο δικηγόρος με αυτά. Αλίμονο. Τα λέω για όλους και για να προστατεύσω το λειτούργημα.

Ι. ΒΛΑΧΟΣ: Ευχαριστώ που το είπατε εσείς. Εγώ όμως ήμουν υποχρεωμένος να το πω.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Τελειώσαμε σήμερα.

Ι. ΒΛΑΧΟΣ: Έχει όμως συνέχεια. Ξεκίνησε ?

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Δεν θέλω να το συζητάω καθόλου αυτό το πράγμα εδώ μέσα.

Ι. ΒΛΑΧΟΣ: Έληξε λοιπόν τότε το θέμα της συνοδοιπορίας που προσπαθεί να μας υποβάλλει η απέναντι πλευρά με τρόπο ο οποίος είναι απαράδεκτος από συνάδελφο. Σαν θύμα όπως παρουσιαστήκατε κ. συνάδελφε, πιθανώς να σας συγχωρούσα. Σαν συνάδελφο δεν μπορώ να σας συγχωρήσω.

Δεύτερον, είναι προφανώς ενορχηστρωμένη επίθεση η οποία ξεκίνησε χθες, συνεχίζεται σήμερα και με άλλον συνάδελφο της Πολιτικής Αγωγής, ο οποίος επανειλημμένως δημιούργησε τεχνιέντως όξυνση εκεί που δεν χρειαζόταν. Βεβαίως αν η όξυνση ήταν περιεχόμενο της εντολής του τότε?

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Σας μίλησα στην αρχή για τον νομικό πολιτισμό των Ελλήνων. Αν θέλετε να το κάνουμε όπως γινόντουσαν οι δίκες στην Ιταλία και στη Γερμανία, δεν το θέλω εδώ μέσα. Σέβομαι τους κατηγορούμενους, με σέβονται, σέβομαι όλους εσάς. Δεν επιτρέπονται αυτά τα πράγματα.

Ι. ΒΛΑΧΟΣ: Συνεχίζουν κ. Πρόεδρε με παρεμβάσεις συναδέλφου από απέναντι, ο οποίος κάθε φορά που έρχεται φροντίζει να μας πετάξει και μια υβριστική έκφραση. Την ανεχόμαστε κι αυτή. Και έρχεται και ο κ. Εισαγγελέας από πάνω, ο οποίος ούτε λίγο ούτε πολύ απαξιώνει όλο το περιεχόμενο εδώ πέρα, αυτών που ισχυρίζονται οι κατηγορούμενοι. Έχει το δικαίωμα, βεβαίως. Είναι η κατηγορούσα Αρχή.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ο κ. Εισαγγελεύ είναι η κατηγορούσα Αρχή, ο φρουρός του νόμου και μπορεί να λέει αυτά που λέει.

Ι. ΒΛΑΧΟΣ: Και η κατηγορούσα Αρχή δεν έχει επιχειρήματα και να μη παραπέμπει σε ψυχιάτρους γιατί θα φτάσουμε όλοι μας στο τέλος όπως γίνεται εδώ μέσα. Δεν έχει δικαίωμα να παραπέμπει σε ψυχιάτρους η κατηγορούσα Αρχή.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Για τις προκηρύξεις λέει.

Ι. ΒΛΑΧΟΣ: Κύριε πρόεδρε και σας μιλούμε ειλικρινώς, αν είναι και νομίζει η Πολιτική Αγωγή ή ο οποιοσδήποτε ότι δεν κάνουμε τη δουλειά μας σωστά, εμείς το μόνο που μπορούμε πλέον να κάνουμε είναι να σηκωθούμε να φύγουμε από δω. Δεν έχουμε κανένα λόγο. Μια χαρά νομιμοποιούμε τη διαδικασία και δεχόμαστε και τέτοιες επιθέσεις. Μαζοχιστές δεν είμαστε.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Εγώ βλέπω ότι δεν υπάρχει λόγος να φύγετε αν δεν το κρίνετε εσείς. Ακούστε να δείτε όμως.

Ι. ΒΛΑΧΟΣ: Εδώ βλέπουμε λοιπόν ότι υπάρχει μια εμπάθεια. Μια εμπάθεια τεχνητή, η οποία δεν δικαιολογείται από συναδέλφους. Τι θα έπρεπε να κάνουμε; Τι θα έκαναν οι ίδιοι στη θέση μας;

Εν πάση περιπτώσει, εγώ δεν πιστεύω ότι δεν είναι τυχαία όλα αυτά τα πράγματα. Εγώ πιστεύω κ. Πρόεδρε ότι είναι μέρος μιας επικοινωνιακής πολιτικής. Έχουμε φτάσει σ’ ένα μετεμφυλιοπολεμικό κλίμα. Κάνουμε μια δίκη σε ένα κλίμα το οποίο είναι απαράδεκτο για την Ελλάδα του 2003 και για μια δημοκρατία που διαρκεί ήδη 20 χρόνια. 20 διαρκεί η δημοκρατία μας και μας την κάνουν λες και είμαστε μετά τον εμφύλιο.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Συγχωρήστε με πάλι. Ίσα – ίσα, το κλίμα είναι διαφορετικό. Κατέρρευσαν τζαμιλίκια εδώ γύρω. Εδώ είναι διαφορετικό το κλίμα. Σέβονται ο ένας τον άλλον; Δεν νομίζω ότι υπάρχει τέτοιο. Αν συγκρίνετε την παρούσα Δίκη με τις δίκες που έγιναν στη Γερμανία και στην Ιταλία, κάθε άλλο παρά αυτό πιστοποιεί.

Όταν έχουμε όμως ανθρωποκτονίες και θύματα πολλές φορές μπορεί κανένας να πει κάτι παραπάνω. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι δεν σέβεται τους άλλους.

Δ. ΕΥΑΓΓΕΛΑΤΟΣ: Με όλο το σεβασμό θέλω να μου δώσετε κι εμένα τον λόγο. θέλω να κάνω μια δήλωση –σύμφωνα με το άρθρο 141- έχοντας πάντοτε υπόψη μου και τον κώδικα περί δικηγόρων και το άρθρο 45 του κώδικα περί δικηγόρων που μιλάει και για μια αμοιβαιότητα, αλληλοσεβασμό μεταξύ του Σώματός σας και των δικηγόρων και προπαντός μεταξύ υμών και ημών των ιδίων.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Όποιος μου πει ότι δεν τον σεβάστηκα εδώ πέρα, ή εδώ τα μέλη του Δικαστηρίου, δεν νομίζω. Και ο κ. Εισαγγελεύ σας σέβεται απόλυτα. Από εκεί και πέρα οι δυο μεταξύ σας λιγάκι προσπαθώ κι εγώ, όσο μπορώ. Αλλά είναι φυσικό επακόλουθο μιας φόρτισης. Είναι πολλές οι μέρες, είναι τα ίδια και τα ίδια που λέμε εδώ, γι’ αυτό μην τα αξιολογείται και πάρα πολύ. Λέγετε λιγότερα λόγια όσο μπορείτε και αν πει και κανένας κάτι, δεν πειράζει.

Δ. ΕΥΑΓΓΕΛΑΤΟΣ: Κύριε Πρόεδρε, δυο λόγια, τα έχω γραμμένα και θα καταχωρηθούν στα πρακτικά. Θα παρακαλέσω να κάνω αυτή τη δήλωση:

«Η νομική εκπροσώπηση του Οργανισμού του ΕΛΤΑ, παρίσταται και ενεργεί αυτοτελώς και αυτόνομα από τους λοιπούς πολιτικώς ενάγοντες, σύμφωνα και με το πλαίσιο της αντίστοιχης εντολής της διοίκησής του. Η θέση αυτή δεν σημαίνει ότι είναι δυνατό να αδιαφορεί για όσα συμβαίνουν και τεκταίνονται στη διάρκεια της ακροαματικής διαδικασίας, ενόψει και του αναμφισβητήτου γεγονότος ότι έχει πολλά από τα ίδια δικαιώματα που διαθέτει στα πλαίσια του Κ.Π.Δ. και κάθε άλλος παράγοντας της δίκης. Έχοντας υπόψη τα παρακάτω δεδομένα:

α) Ότι ο θεσμός της πολιτικής αγωγής είναι αναγκαίος όχι απλά όπως θεσμοθετείται στο νόμο, δηλαδή ως επιδίωξη πολιτικών απαιτήσεων αλλά και όπως διαμορφώνεται κατ’ ουσίαν, δηλαδή ως υποστήριξη της κατηγορίας,

β) Διότι η φύση του δικαιώματος της πολιτικής αγωγής έχει όπως είναι γνωστό από τη θεωρία και τη νομολογία διεθνή και ελληνική, μικτό χαρακτήρα, είναι δηλαδή ταυτόχρονα πολιτική και ποινική,

γ) Διότι η αποκατάσταση των υλικών και ηθικών ζημιών που υπέστη το θύμα από τις εγκληματικές ενέργειες ή παραλείψεις των οποιωνδήποτε κατηγορουμένων, αποτελεί υπόθεση καίριας σημασίας που ενδιαφέρει βασικά, όχι μόνο το θύμα ως φυσικό ή νομικό πρόσωπο, αλλά και κυρίως την κοινωνική ολότητα.

Ασκώντας τα αναφαίρετα δικαιώματά μας, επισημαίνουμε λιτά, λακωνικά, τα παρακάτω:

α) Όπως ο θεσμός της υπεράσπισης για την κατοχύρωση του οποίου χρειάστηκαν αγώνες αιώνων, το ίδιο ακριβώς ισχύει και για τον θεσμό της Εισαγγελικής αρχής και της πολιτικής αγωγής, τουλάχιστον στο χώρο του ευρωπαϊκού νομικού μας πολιτισμού.

β) Τις τελευταίες ημέρες, λυπούμαι που το λέω, παρατηρούνται σαφώς επικίνδυνα φαινόμενα απρόκλητων απαξιωτικών επιθέσεων, όχι μόνο κατά της αξιοπιστίας των μαρτύρων κατηγορίας και της Εισαγγελικής αρχής, αλλά και συνολικά κατά του συστήματος της λειτουργίας της ελληνικής δικαιοσύνης που αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο του δημοκρατικού μας πολιτεύματος.

Τα φαινόμενα αυτά, εμάς τουλάχιστον μας βρίσκουν εντελώς αντίθετους, γιατί οδηγούν στη διακινδύνευση της πολύτιμης και αναγκαίας δικονομικής ισορροπίας της δίκης που διεξάγεται. Είτε το θέλουμε είτε δεν το θέλουμε, κάποτε θα πρέπει να ακούγονται και οι οιμωγές των θυμάτων και αυτό δεν είναι νέο, αλλά επισημάνθηκε πριν δύο αιώνες στη Γαλλική Εθνοσυνέλευση, στη συνεδρίαση της 27ης Ιανουαρίου 1792 από τον μεγάλο Σερβέ και παραμένει πάντοτε επίκαιρο.

Τελειώνοντας, σύμφωνα με τα παραπάνω, με τις σκέψεις και θέσεις που ανέφερα, κάνω μία έκκληση και την κάνω αυτή ίσως γιατί έχω το δυσμενές προνόμιο να είμαι από τους τρεις-τέσσερις αρχαιότερους δικηγόρους που συμπαρίσταται εδώ, για ψυχραιμία και νηφαλιότητα. Αυτό επιβάλλει επιτακτικά η αδήριτη αναγκαιότητα για μια δίκαιη δίκη που θα αντικατοπτρίζει και θα δείχνει τη στάθμη του πολιτισμού της χώρας μας›.

Β. ΚΑΡΥΔΗΣ: Κύριε Πρόεδρε, να διευκρινίσει αν η έκκληση για ψυχραιμία αφορά τα μέλη του Δικαστηρίου.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Τα μέλη του Δικαστηρίου, δε νομίζω.

Κ. ΧΡΥΣΙΚΟΠΟΥΛΟΣ: Σε ποιους απευθύνεται αυτή η έκκληση; Να ξέρουμε.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Η έκκληση δεν απευθύνεται στα μέλη του Δικαστηρίου. Σε όλους τους άλλους. Στους κατηγορουμένους, στο κοινό, σε σας τους δικηγόρους, στους από κει δικηγόρους, σε όλο τον κόσμο.

Κυρία Βόζεμπεργκ, σας ακούμε.

Ε. ΒΟΖΕΜΠΕΡΓΚ: Ο λόγος για τον οποίο ζήτησα να πω δυο κουβέντες, έχει να κάνει με δυο στοιχεία: Εθίγη η υπεράσπιση από την ανακοίνωση του κ. Πέτσου και ο λόγος που παίρνω αυτή τη στιγμή τον λόγο είναι διότι εγώ την στήριξα, προφανώς διότι πάνω στην ένταση των στιγμών, δεν είχε τη νηφαλιότητα να προσέξει ένα σημείο που αφορά την υπεράσπιση.

«Αν υποτεθεί›, διατυπώνει ο κ. Πέτσος «ότι συνάδελφοι δικηγόροι επιδιώξουν›, άρα δεν αποδέχεται ότι έχουν επιδιώξει μία ταύτιση.... Δεν επιχειρώ διαστρέβλωση και δεν ερμηνεύω και κανέναν αυθεντικά, τουλάχιστον όταν είναι παρών. Αλλά επειδή όλοι γνωρίζουμε γράμματα κατά τεκμήριο αμάχητο, είναι βέβαιο ότι μια προσεκτική διατύπωση-ανάγνωση της συγκεκριμένης παραγράφου αυτό ακριβώς εννοεί.

Αλλά ακόμη περισσότερο, επειδή ο κ. Βλάχος μίλησε για εμπάθεια, θέλω να θυμίσω σ’ αυτή την αίθουσα και επειδή προκλήθηκα –το «προκλήθηκα› εντός εισαγωγικών, είναι θετική η πρόκληση που δέχθηκα χθες από συγκεκριμένο κατηγορούμενο, δεν έχει σημασία ποιον, ότι δεν είμαστε όλοι ίδιοι, είμαι η πρώτη η οποία το διατυπώνω ότι αναμφισβήτητα δεν είμαστε όλοι ίδιοι, ούτε οι κατηγορούμενοι είναι όλοι ίδιοι και η ανακάλυψη της αλήθειας που επιχειρείται σε αυτή την αίθουσα, έχει να κάνει προ πάντων με την εξατομίκευση της ευθύνης ενός εκάστου.

Μπορεί όλοι αυτοί οι άνθρωποι να κατηγορούνται για συμμετοχή στην Οργάνωση, αλλά το έργο εδώ της αποδεικτικής διαδικασίας έχει να κάνει με το τί έπραξε ο καθένας και γιατί ευθύνεται. Σε κάθε περίπτωση δε δεν δέχομαι εμπάθεια σε ό,τι αφορά στην πολιτική αγωγή, χωρίς να είμαι απολογητής συλλήβδην όλων των ατόμων, διότι όπως και η υπεράσπιση, έτσι και η πολιτική αγωγή, αποτελείται από φυσικά πρόσωπα και το κάθε φυσικό πρόσωπο, και ημών και υμών δεν είναι ίδιο. Κανένας μας δεν είναι ίδιο και οι δικασταί δεν είναι ίδιοι. Αλίμονο αν οι προσωπικότητες έμπαιναν σε μαζική αντίληψη. Ο καθένας έχει εξατομικευμένη συμπεριφορά.

Όταν μιλάτε λοιπόν κ. συνάδελφε, κ. Βλάχο, για εμπάθεια, θα ήθελα να έχετε επιστρατεύει και την ευαισθησία σας, όταν η ομιλούσα, κατά την αποδεικτική διαδικασία της υπόθεσης Περατικού, δέχθηκε μια άδικη επίθεση ότι λέει ψέματα, κατηγορήθηκε για ψέμα, για μια προσωπική κρίση που διατύπωσε και δεν αναφέρομαι ειδικά αυτή τη στιγμή, γιατί λείπει ο συνάδελφος ο οποίος μου επετέθη, δεν τον κακίζω γι αυτό κι ούτε τον αδικώ, θεωρώ ότι σε μια ακροαματική διαδικασία με πανηγυρικό χαρακτήρα και δημόσιο διάλογο οι ενστάσεις ανεβαίνουν και κατεβαίνουν και ο καθένας μας καταθέτει εδώ και τη δημοκρατικότητά του.

Αλλά είναι άδικο τουλάχιστον να κατηγορείται η πολιτική αγωγή για εμπάθεια, όταν τα ίδια τα θύματα, οι συγγενείς των θυμάτων, εμφανίστηκαν σε αυτή την αίθουσα –και αναφέρομαι στον κ. Περατικό και σε άλλους, και στον κ. Πέτσο ο οποίος υπήρξε θύμα και είπε ότι όχι μόνο εμπάθεια δεν έχω, όχι μόνο εκδίκηση δεν ζητώ, αλλά αντίθετα, κάποιους από τους ανθρώπους, για να μην πω όλους, τους λυπάμαι. Λοιπόν, κατά μείζονα λόγο, δεν μπορεί η πολιτική αγωγή που είναι εντολοδόχος των εντολέων να έχει εμπάθεια και μάλιστα κατά συναδέλφων.

Πήρα το λόγο να μιλήσω, διότι 21 χρόνια που δικηγορώ δεν έχω κάνει ποτέ προσωπική επίθεση, επικαλούμαι οποιονδήποτε, δεν έχω και δεχθεί, παρά με αυτή την εξαίρεση, την οποία δεν την χρεώνω ούτε την καταλογίζω, θεωρώ ότι ήταν μια ένταση της στιγμής και σε κάθε περίπτωση μεταξύ μας αλλάζουν και οι έδρες και τα έδρανα καθημερινά και νομίζω ότι οι προσωπικές επιθέσεις δεν ωφελούν.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Εγώ όμως πιστεύω ότι όλα αυτά που λέμε τώρα δεν ωφελούν γιατί δεν προωθείται η διαδικασία, αλλά μια και θέλετε να πείτε, πείτε τα να τελειώνουμε. Εμένα δεν με εγγίζουν αυτά που λέτε, σας το λέω, ούτε μ’ ενδιαφέρουν. Απλώς καταλογίζω το χρόνο σε όλους σας.

Γ. ΠΕΤΣΟΣ: Κύριε Πρόεδρε, με αγγίζουν εμένα.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Εμένα μ’ ενδιαφέρει να γίνει η δίκη κ. Πέτσο. Εάν δεν ενδιαφέρεται κανένας σας να γίνει η δίκη, εμένα προσωπικά μ’ ενδιαφέρει. Τί να κάνουμε τώρα; Θα μαλώνετε οι δικηγόροι; Είναι σοβαρά πράγματα αυτά;

Κ. ΧΡΥΣΙΚΟΠΟΥΛΟΣ: Ποιος το δημιούργησε το ζήτημα;

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Δεν ξέρω, ούτε μ’ ενδιαφέρει.

Κ. ΧΡΥΣΙΚΟΠΟΥΛΟΣ: Να σας ενδιαφέρει κ. Πρόεδρε.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Όταν υπάρχει μια φωτιά, δε ρίχνουν όλοι από ένα καρβουνάκι. Το αφήνουν να περνάει.

Κ. ΧΡΥΣΙΚΟΠΟΥΛΟΣ: Θα είμαι συντομότατος κ. Πρόεδρος και θα σας πω τα εξής: Εγώ απεχθάνομαι προσωπικά σε ό,τι με αφορά να συμμετέχω σε αντεγκλήσεις μεταξύ δικηγόρων. Το απεχθάνομαι και γι αυτό δε συμμετείχα και γι αυτό δεν απήντησα προσωπικά στον κ. Πέτσο εχθές, καίτοι είχε μια αναφορά για το αίτημα που υπέβαλλα στο Δικαστήριο, μάλλον γι αυτό που σκέφτηκα, απαντώντας στον κ. Εισαγγελέα.

Λοιπόν, το πώς θα ασκήσω τα καθήκοντά μου, θα τα ασκήσω όποτε κρίνω, όπως κρίνω και υπό κανένα δίλημμα ή εκβιασμό, ότι αν ασκήσω τα καθήκοντά μου, στερούμαι ανθρωπισμού ή εν πάση περιπτώσει, δεν σέβομαι τις δικαστικές αρχές. Έχω έναν δεύτερο επιπλέον λόγο να είμαι προσεκτικός και θα τον πω στο Δικαστήριό σας και γι αυτό και δε συμμετέχω, διότι πρόσφατα είχα την τιμή να εκλεγώ και στο Πειθαρχικό Συμβούλιο του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών. Είμαι πολύ πιο προσεκτικός και γι αυτό δεν συμμετέχω.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Λοιπόν, είναι εδώ μέσα το Πειθαρχικό, προσέξτε όλοι.

Κ. ΧΡΥΣΙΚΟΠΟΥΛΟΣ: Αλλά κ. Πρόεδρε, για να τελειώσουμε με αυτή την τοποθέτηση και δεν θα συνεχίσω και δεν θα απαντήσω και σε κανέναν άλλον, θεωρώ, επειδή γίνεται και μια αναφορά στην ελληνική κοινωνία και με τη δήλωση που έκανε ο κ. Πέτσος, εγώ θα πω τί θεωρώ εγώ: Εγώ θεωρώ ότι η ελληνική κοινωνία περιμένει να γίνει μια δίκαιη δίκη με σεβασμό στις δικονομικές αρχές και να υπάρχει ακριβοδίκαιη απόδοση ευθυνών και γι αυτό δεν συμμετέχω σε τίποτε άλλο.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Γι αυτό θέλω την ηρεμία, για να δούμε, να σκεφτούμε κι εμείς. Μη μου δημιουργεί λοιπόν εντάσεις κανένας.

Β. ΚΑΡΥΔΗΣ: Πιστεύω ότι προσωπικά τουλάχιστον είμαι ψύχραιμος και νηφάλιος και ήρεμος. Τόσο, ώστε δεν αντέδρασα και όταν ένας βουλευτής θεώρησε καλό να απασχολήσει την εθνική αντιπροσωπεία με επερώτηση.....

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Δεν είμαστε στη Βουλή, αφήστε τους βουλευτές!

Β. ΚΑΡΥΔΗΣ: Έκανε επερώτηση διότι έκανα το έγκλημα να αναλάβω την υπεράσπιση του κ. Κουφοντίνα, ενώ ταυτόχρονα, υπό την επιστημονική μου ιδιότητα, είμαι και μέλος μιας επιτροπής για τη μελέτη του εγκλήματος στο Υπουργείο Δημόσιας Τάξης και θεώρησε καλό να κάνει επερώτηση γι αυτό. Δεν αντέδρασα, το άφησα, κάνει τη δουλειά του, είναι βουλευτής.

Έχει μιλήσει ο καθηγητής ο Παρασκευόπουλος για ένα φαινόμενο της δημιουργίας, το λεγόμενο «συμπαθούντων› στη θέση των παλιών «συνοδοιπόρων›. Γι αυτό αναφέρομαι λοιπόν σήμερα. Θεωρώ ατόπημα από έναν πρώην βουλευτή, πρώην Υπουργό με δημοκρατική παράδοση, να επαναφέρει ούτε καν την έννοια της συμπαθείας, αλλά την έννοια της συνοδοιπορίας σε δήλωση που έχει σχέση με συναδέλφους του.

Αυτά και θα ήθελα στη συνέχεια, αν λήξει το θέμα, να σας απασχολήσω με τον σχολιασμό της υπόθεσης των μαρτύρων.

Γ. ΠΕΤΣΟΣ: Μια παρέμβαση δική μου, την οφείλω και στον εαυτό μου αλλά και σε εσάς.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Δηλαδή οφείλουμε όλοι να καθυστερούμε τη δίκη, διότι αυτά δεν εξυπηρετούν τίποτα κ. Πέτσο, και στους άλλους και σε εσάς τα λέω. Τί μας νοιάζουν εμάς οι αντεγκλήσεις; Όποιος δεν του αρέσει οι δικηγόροι οι από δω ή οι από κεί, να κάνει αγωγή στο Πειθαρχικό, μια αναφορά. Εδώ αφήστε με ήσυχο να κάνω τη δίκη μου. Δεν έχει κανένας να πει τίποτα.

Γ. ΠΕΤΣΟΣ: Δε μπορώ να μιλήσω;

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Όχι, δε μπορείτε να μιλήσετε, τελειώσατε, εσείς κάνατε δήλωση. Να τους κάνετε μήνυση, αγωγή, ό,τι θέλετε.

(διαλογικές συζητήσεις)

Δ. ΚΟΥΦΟΝΤΙΝΑΣ: Θέλω να μιλήσω για μία μαρτυρία.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Για την μάρτυρα; Να πείτε δυο λόγια κι εσείς. Κύριε Καρύδη, κάντε τον σχολιασμό σας.

Β. ΚΑΡΥΔΗΣ: Πράγματι υπήρξε σε αυτή την υπόθεση ένα έντονο κοντράστ μαρτύρων. Ενώ οι αυτόπτες μάρτυρες, νομίζω όλοι θα συμφωνήσουμε, κατέθεσαν αβίαστα, άλλα θυμούνταν, άλλα δεν θυμούνταν, ήταν φανερή η ειλικρίνειά τους και η προσπάθεια ακριβώς να μεταφέρουν όσα είχαν πέσει στην αντίληψή τους, σε έντονη αντίθεση με αυτούς, πράγματι υπήρξε η κα Μανιά η παρουσία της οποίας μου θύμισε ένα πραγματικό περιστατικό που έφερε στη μνήμη και αξίζει πολύ σύντομα να σας το εκθέσω.

Σε ένα καφενεδάκι κοντά στο παλιό μου γραφείο στη Θεμιστοκλέους, στο οποίο πήγαινα χρόνια και πάω όποτε περνώ από εκεί, ο ιδιοκτήτης είναι ένας λαϊκός ευφυής άνθρωπος με δημοκρατικές πεποιθήσεις κτλ. Μετά τα περιστατικά τα γνωστά, τις συλλήψεις του καλοκαιριού, περνώντας μια φορά από κει, υποστήριζε ο «Γιάννης ο Πόντιος› -έτσι το έχει βγάλει το καφενείο- σοβαρά, ότι μετά από κάποια ενέργεια στο Κολωνάκι, δε θυμάμαι ποια ήταν, ήρθε στο καφενείο ο Σάββας Ξηρός και πήρε τηλέφωνο, που είναι σε κοινή θέα στην είσοδο του καφενείου από το καρτοτηλέφωνο κάποιον και του είπε «τά’ μαθες; Θά’ ρθει κι η σειρά σου›.

Οι ενστάσεις όπως καταλαβαίνετε των θαμώνων ήταν έντονες, δηλαδή έφυγε από τη δολοφονία και πήγε να πάρει τηλέφωνο και πήρε το τηλέφωνο σε δημόσια θέα να τον ακούς εσύ και δεν πήγε σε έναν θάλαμο στην Ακαδημίας κτλ.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Μην τον καλέσουν για μάρτυρα, μη λέτε ονόματα.

Β. ΚΑΡΥΔΗΣ: Εκεί θα κατέληγα. Εν λοιπόν ο Γιάννης, ο συμπαθής Γιάννης εμφανιζόταν για μάρτυρας να καταθέσει αυτή τη μαρτυρία εδώ, όλοι οι θαμώνες είμαι βέβαιος θα έμεναν άφωνοι. Ήταν το αστείο του καφενείου. Έτσι έμεινα εγώ άφωνος όταν είδα έναν θηλυκό Γιάννη, ίσως με μια περαιτέρω επεξεργασία λόγω των παλινωδιών της σε σχέση με το ποιον είδε πρώτο, δεύτερο, δεν το θίγω αυτό το ζήτημα, να καταθέτει.

Έχει επισημάνει με έμφαση και ο παλιός καθηγητής της δικαστικής ψυχολογίας ο Φιλιππίδης που και οι συνάδελφοι τον έχουν επικαλεστεί και ο καθηγητής ο Αλεξιάδης, πόσο κατευθείαν θα πρέπει οι ανακριτικές αρχές να διακρίνουν τέτοιους μάρτυρες, έτσι ώστε ακόμα και 1% πιθανότητα παραπλάνησης να μην έχει καμία περίπτωση να συμβεί.

Ως προς την ουσία, μόνο μια κουβέντα, με κάλυψε η συνάδελφος εξαιρετικά, όμως θα πρέπει αν κατάφερε το ζεύγος Κουφοντίνα να ξέρει το σημείο όπου θα χτυπήσουν εποχούμενοι δράστες, εποχούμενο θύμα, θα πρέπει να είναι το ζεύγος Κιουρί σε ιδιοφυία. Υπάρχει στάση Κολέγιο εκεί, υπάρχει στάση Φάρος, ακούσαμε υπάρχει στάση Ρενιέρη, στάση Δολοφονία αποκλείεται να υπάρχει και να υποδεικνύεται την παραμονή.

Δ. ΚΟΥΦΟΝΤΙΝΑΣ: Και η κα Βαγιανού και ο κ. Καρύδης νομίζω το κάλυψαν το ζήτημα. Δεν θα πω για τις αντιφάσεις της μαρτυρίας, τις είπαν οι δικηγόροι. Θα πω μονάχα ότι πώς το βούλευμα καταλήγει να παίρνει σοβαρά μια τέτοια μαρτυρία, να στηρίζει μια ολόκληρη κατηγορία και να βρίσκεται στη φυλακή για 8 μήνες με βάση αυτή τη μαρτυρία ένας άνθρωπος.

Αυτό έγινε βέβαια για συγκεκριμένες επιδιώξεις και μέσα σε ένα συγκεκριμένο κλίμα. Θέλω να επισημάνω όμως ότι το βάρος της απόδειξης πέφτει στους κατηγορούμενους μετά από όλα αυτά. Να αποδείξουν ότι δεν είναι ελέφαντες, να αποδείξουν ότι δεν ήταν εκεί. Έτσι φαίνεται κ. Πρόεδρε.

Βρέθηκε η Αγγελική Σωτηροπούλου 8 μήνες, εξαιτίας της μαρτυρίας αυτής της γυναίκας, η οποία μάλιστα σε μία προσπάθεια να αποενοχοποιηθεί, είπε ότι «δεν το είπα, παρά μόνο όταν μπήκε μέσα›. Θέλω να πω, τί μαρτυρία μπορούμε να επικαλεστούμε απέναντι σε έναν άνθρωπο ο οποίος έρχεται, δεν θα πω αν είναι φαντασιόπληκτη ή αν έχει χρησιμοποιηθεί ή εκπαιδευθεί από κάποιους, έρχεται εδώ και λέει, πέφτοντας σε πλήθος αντιφάσεων: «ήταν εκεί, πρέπει να ήταν εκεί, αναγνωρίζω τον Κουφοντίνα›. Χωρίς να δίνει κανένα άλλο στοιχείο.

Εδώ υπάρχουν και όλα αυτά που επεσήμανε ένας Εφέτης πολύ σωστά, ότι δεν το έχει κουβεντιάσει με κανέναν όλο αυτό το διάστημα, εμφανίζεται ξαφνικά τον Σεπτέμβρη να τα δώσει. Πώς μπορούμε να αντικρούσουμε έναν τέτοιο μάρτυρα; Η μόνη απάντηση που θα μπορούσα να δώσω είναι με τη χρήση της κοινής λογικής.

Πιστεύω δηλαδή να γίνεται από όσους χρησιμοποιούν τουλάχιστον αυτή την κοινή λογική κατανοητό, ότι μια Οργάνωση η οποία κατά τεκμήριο θεωρείτο σοβαρή και άρτια επιχειρησιακά, όπως και να το σχολιάζετε αυτό, δεν θα έβαζε τον κορυφαίο όπως είπε η κα Βαγιανού της εκτέλεσης, την προηγούμενη ημέρα και σε διαφορετική ώρα να πάρει τη γυναίκα του, εν είδει περιπάτου, να την πάει εκεί, μπροστά στην Κηφισίας στο πεζοδρόμιο όπου περνούν εκατοντάδες αυτοκίνητα, με πιθανούς γνωστούς, να κάθεται εκεί σε ένα μέρος, είναι ή ώρα που σχολάνε άνθρωποι, περνούν άνθρωποι, τους βλέπουν και μάλιστα να κάνουν ό,τι είναι δυνατόν για να τραβήξουν την προσοχή των περαστικών, αγριοκοιτάζοντάς τους, κάνοντας ύποπτες κινήσεις....

Θέλω να πω ότι αυτή η ενέργειας προετοιμαζόταν επί τρεις μήνες πάρα πολύ προσεκτικά, τρεις μήνες τουλάχιστον τεκμαίρεται από τότε που άρχισαν να παίρνονται τα οχήματα, μηχανές, αυτοκίνητα, ό,τι χρειαζόταν. Επί τρεις μήνες γινόταν μια προσεκτική μελέτη του χώρου και θα έπρεπε να περιμένουμε την περασμένη ημέρα σε τελείως διαφορετική ώρα, όταν οι συνθήκες ήταν εντελώς διαφορετικές, για να πάει ποιος –ο επιτελικός νους της Οργάνωσης να ελέγξει το σχέδιο;

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Ομολογείτε τώρα ότι κάνατε την πράξη αυτή.

Δ. ΚΟΥΦΟΝΤΙΝΑΣ: Ομολογώ, γνωρίζω μάλλον ότι η εκτέλεση της ενέργειας, ο σχεδιασμός της ενέργειας, απείχε τουλάχιστον τρεις μήνες από όταν πάρθηκε το πρώτο όχημα. Βγαίνει και μέσα από τη δικογραφία.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Και η εκτέλεση;

Δ. ΚΟΥΦΟΝΤΙΝΑΣ: Ο σχεδιασμός της ενέργειας, δεν παίρνεις ένα όχημα για να κάνεις βόλτες στην παραλιακή.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Είπατε τη φράση «προετοιμάζαμε την ενέργεια›....

Δ. ΚΟΥΦΟΝΤΙΝΑΣ: Ναι, η Οργάνωση προετοίμαζε, είμαι μέλος της Οργανώσεως.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Δεν είπε «εκτέλεσα›. Εγώ θέλω να είμαι δίκαιος. «Προετοιμάζαμε τρεις μήνες›, δεν είπε τίποτε άλλο.

Δ. ΚΟΥΦΟΝΤΙΝΑΣ: Να πω επίσης ότι και σαν άτομο, παρόλο που δεν μου αρέσει να μιλώ, που ζούσα 17 χρόνια στην παρανομία, είχα αναπτύξει κάποιες συμπεριφορές, κάποιες τεχνικές, που αποσκοπούσαν στο να περνώ απαρατήρητος. Και αυτό τεκμαίρεται και από το γεγονός ότι επί δύο μήνες, ενώ βομβαρδιζόταν ο ελληνικός λαός από τα ΜΜΕ, φωτογραφίες, βίντεο και τέτοια, εγώ κυκλοφορούσα απαρατήρητος.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Λέτε μετά το επεισόδιο το Σάββα Ξηρού.

Δ. ΚΟΥΦΟΝΤΙΝΑΣ: Ναι, μετά, επί δύο μήνες, όλο το καλοκαίρι και ενώ δε νομίζω να υπήρχε άλλη φωτογραφία που να προβαλλόταν τόσο πολύ.....

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Πώς σας βρήκαν; Ξέρει αυτός που λέω «πώς σας βρήκαν›. Πώς έγινε και πήγατε μόνος σας;

Δ. ΚΟΥΦΟΝΤΙΝΑΣ: Ήταν και πολιτική απόφαση. Θα την εξηγήσω.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Κύριε Κουφοντίνα, σκεφτήκατε με σωφροσύνη και προς το συμφέρον σας.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Δεν ξέρω.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Το αληθινό συμφέρον του κ. Πρόεδρε.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Εντάξει κ. Εισαγγελεύ, κατάλαβα τί εννοείτε. Τί άλλο έχετε να μας πείτε;

Δ. ΚΟΥΦΟΝΤΙΝΑΣ: Θέλω να πω ακόμα ότι πέρασαν τόσες υποθέσεις από δω, πέρασαν τόσοι μάρτυρες. Έχουν γίνει τόσες προσπάθειες από τις Διωκτικές Αρχές και από τις Ανακριτικές Αρχές και από τον κ. Εισαγγελέα σε ρόλο Ανακριτή εδώ μέσα, να βρει οποιοδήποτε στοιχείο, για την κα Αγγελική Σωτηροπούλου και δεν έχει βρεθεί κάτι. Είναι σαφές ότι η Αγγελική ήταν άσχετη από την δράση της Οργάνωσης και το ότι βρίσκεται εδώ μέσα, έχει γίνει σαν μέσο πίεσης για μένα, σαν εκβιασμό -δεν ξέρω τί ακόμη- και σαν τιμωρία, εμπάθεια και εκδίκηση για οτιδήποτε με αγγίζει.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Επειδή η ώρα όμως είναι 12:30, μισή ώρα διακοπή, αφού μου ροκανίσατε το χρόνο με δηλώσεις.

ΔΙΑΛΕΙΜΜΑ

Προτεινόμενα για εσάς



Δημοφιλή