Εμένα με ενοχλούσε εκείνη την ώρα άλλο πράγμα. Με ενοχλούσε ότι δεν μπορούσα να μιλήσω, να πω αυτά που είχα εξ αρχής για να ξεμπερδεύω και φοβόμουν ότι θα φορτωθώ μια κατηγορία γιατί σκεφτείτε να υπήρχε μέσα στο κατηγορητήριο ένα χαρτί που έλεγε ότι τον Σόντερς τον πυροβόλησε κάποιος αριστερόχειρας και να ερχόμουν εγώ εδώ πέρα και είμαι ο μοναδικός αριστερόχειρας σε αυτούς που κάθεται εκεί πέρα κάτω. Δεν υπάρχει άλλος. Πού να θυμάμαι εγώ πού ήμουν εκείνη την ημέρα; Το πιθανότερο είναι να δούλευα αλλά πού να θυμηθώ πού δούλευα και τι έκανα εκείνη την ημέρα;
Επιβεβαίωσα όσα είχαν γραφτεί. Τον δικηγόρο μου σε αυτή την φάση δεν τον είχα δει καθόλου. Τον δικηγόρο μου τον είδα μετά, την δεύτερη φορά. Αυτή είναι η δεύτερη φορά που πήγαμε στην Ευελπίδων. Την πρώτη φορά όταν με ξύπνησαν ήταν η πρώτη φορά που πήγα και μας έδωσαν προθεσμία. Κατόπιν είδα τον δικηγόρο μου για 10 λεπτά παρουσία αστυνομικών και μετά έγινε αυτή η διαδικασία της Ανακρίτριας που πήγα και έδωσα την ανακριτική κατάθεση.
Μετά από αυτό μας ξαναγύρισαν στην ΓΑΔΑ όπου καθίσαμε άλλη μια βδομάδα περίπου αν θυμάμαι καλά και μετά μας έφεραν εδώ στον Κορυδαλλό. Στον Κορυδαλλό μπορώ να πω ότι τα πράγματα πήραν λίγο άλλες διαστάσεις για μένα. Με έβαλαν σε ένα προαύλιο μαζί με τον Βασίλη και τον Σάββα Ξηρό. Εγώ τους έλεγα «τι έγινε, τι κάνουμε τώρα, τι ιστορία είναι αυτή; Πείτε μου κι εμένα κάτι για να καταλάβω τι γίνεται τώρα εδώ πέρα;›. Μου λέει «μην ανησυχείς, σκευωρία είναι, εσύ θα βγεις έξω. Ο Σάββας ήταν αλλά οι υπόλοιποι είναι σκευωρία, θα βγούμε έξω μέχρι τότε›. Ερχόταν το τότε, μετά πήγαινε μετά, το ένα, το άλλο. Γενικώς δεν μου είπαν κάτι από το οποίο να βγάλω εγώ κάποιο συμπέρασμα να καταλάβω τι γίνεται.
Εκεί εξήγησα τι έγινε και στον δικηγόρο μου κάποια στιγμή τέλη Αυγούστου γιατί όταν πήγα εγώ στον Κορυδαλλό ο δικηγόρος μου έλειπε στο εξωτερικό και την επόμενη φορά που τον είδα του εξήγησα τι έγινε. Ο δικηγόρος μου εξέφρασε κάποια δυσπιστία. Μου λέει «ναι, αλλά να το αποδείξουμε αυτό το πράγμα, πώς θα το αποδείξουμε γιατί δεν μπορούμε ανάκληση χωρίς να το αποδείξουμε. Θα βαρύνεις την θέση σου›. Το είπα και στους γονείς μου και οι γονείς δυσπίστησαν και εύλογα μπορώ να πω γιατί οι άνθρωποι είχαν διαμορφώσει μία εικόνα στο κεφάλι τους, είχαν πει «εντάξει, αυτά είναι, θα δούμε τι θα κάνουμε› και ήρθα εγώ ξαφνικά κι έφερα τα πάνω κάτω.
Αλλά ευτυχώς θυμόμουν κάποια πράγματα και ο πατέρας μου θυμόταν κάποια πράγματα, ρωτήσαμε, ψάξαμε τον άνθρωπο που μου νοίκιαζε το μαγαζί και βρήκε κάποια πράγματα που αποδεικνύουν ότι ήμουν τότε επάνω και ότι τα πράγματα δεν είναι έτσι. Κατόπιν αυτού έτσι μπόρεσα κι έπεισα και τον δικηγόρο μου. Ο δικηγόρος μου μου είπα ναι αλλά την ανάκληση να την κάνουμε στα πλαίσια της ανάκρισης, όταν θα έρθει ο Ανακριτής να δώσεις την κατάθεσή σου κλπ. Λέω «εντάξει να το κάνουμε στα πλαίσια της ανάκρισης›. Μου λέει «όμως αυτό το επιχείρημα ότι σε απειλεί ο Σάββας πρέπει να το κρατήσεις γιατί είναι πρώτης τάξεως υπερασπιστικός ισχυρισμός›.
Υπάρχει ένα επιχείρημα στην ανακριτική μου απολογία την πρώτη στην κα Μπούρη που έχει προστεθεί από τον δικηγόρο μου ερήμην μου. Ερήμην μου, τι εννοώ όμως; Δεν είχε άλλη επιλογή ο δικηγόρος. Έπρεπε να διαλέξει κάτι, έπρεπε να παρουσιάσει μια υπερασπιστική γραμμή. Τον δικηγόρο τα 10 λεπτά την μία και μοναδική φορά που τον είδα πριν πάω την δεύτερη φορά στην Ευελπίδων για να απολογηθώ, παρουσία 10 αστυνομικών ήταν οι γονείς μου και ο δικηγόρος μου. Μου έφεραν οι γονείς μου έναν δικηγόρο γιατί μέχρι τότε δεν είχα δικηγόρο.
Μου λέει ο δικηγόρος μου ότι «διάβασα τις προανακριτικές σου καταθέσεις. Εγώ βλέπω ότι δεν ήσουν μέλος αλλά με αυτή την ληστεία πες μου επειδή δεν κατάλαβα, ήσουν ή δεν ήσουν›. Του λέω «όχι, δεν ήμουν›. Μου λέει «την έκρηξη όμως την έκανες›. Πώς να του πω τώρα ότι δεν την έκανα την έκρηξη εκεί πέρα μέσα; Του λέω «την έκανα›. Οπότε έκανε κι αυτός ένα υπόμνημα και σε όλα αυτά πρόσθεσε έναν υπερασπιστικό ισχυρισμό ότι όταν εγώ μπήκα στην υποτιθέμενη γιάφκα και είδα αυτή την προκήρυξη που γράφτηκε πριν εγώ γεννηθώ έβαλαν έναν ισχυρισμό εκεί πέρα, ότι εκεί πέρα ο Σάββας όταν με είδε να κρατάω την προκήρυξη μου είπε ότι δεν μιλάμε γι αυτό γιατί είναι επικίνδυνο και μπορεί να πάθεις τίποτα και όποιος μιλάει πεθαίνει αλλά παρόλα αυτά με άφησε να φύγω. Ο άνθρωπος που τον έψαχνε 20 χρόνια η Αστυνομία και δεν τον έβρισκε.
Εγώ φυσικά ήμουν αντίθετος σε αυτό το πράγμα. Του λέω «αυτό δεν μπορούμε να το βάλουμε γιατί δεν έχει γίνει και γιατί δεν έχει καμία σχέση με την πραγματικότητα›. Μου λέει «θα το διατυπώσουμε σωστά, δεν επιβαρύνει κανέναν, είναι υπερασπιστικός ισχυρισμός που πρέπει να τον κρατήσεις οπωσδήποτε› και διάφορα τέτοια. Του λέω «εντάξει, όταν θα ετοιμάσετε το υπόμνημα φέρτε μου να το διαβάσω για να δούμε τι θα κάνουμε και τι θα πούμε γι αυτό πράγμα›. Πράγμα όμως που δεν έγινε. Το υπόμνημα εγώ δεν το είδα ποτέ.
Γιατί δεν το είδα ποτέ; Δεν το είδα με το πρόσχημα ότι δεν είναι έγγραφο της δικογραφίας γιατί τότε επικρατούσε μία τρέλα στα επισκεπτήρια και των συγγενών και των δικηγόρων. Όχι μόνο αυτό, δεν μπορούσα να το διαβάσω ούτε από τζάμι γιατί κάθε φορά που ο δικηγόρος έβαζε ένα χαρτί στο τζάμι σηκωνόταν ο φύλακας που ήταν μέσα στο επισκεπτήριο, ερχόντουσαν και άλλοι δυο φύλακες από δεξιά-αριστερά και έλεγαν «όχι μη, σε παρακαλώ μην το κάνεις αυτό, μας βλέπουν από τις κάμερες, θα μας βάλουν χέρι, θα μας διώξουν όλους› και διάφορα τέτοια.
Το υπόμνημα δεν μου το έδωσαν γιατί δεν ήταν έγγραφο της δικογραφίας και αυτό είχε σαν αποτέλεσμα να βρεθώ εγώ μπροστά στον κ. Μπίρμπο προ τετελεσμένου γεγονότος. Εκεί δυστυχώς πανικοβλήθηκα για δεύτερη φορά και συζήτηση με το δικηγόρο μου και του λέω «τι θα γίνει μ’ αυτό;› Μου λέει «μη σε νοιάζει, άστο, μην ασχολείσαι με αυτό, εσύ πες αυτά που έχεις να πεις› και το αποτέλεσμα είναι η ανακριτική απολογία που έχετε στα χέρια σας.
Εγώ μετά απ’ αυτό πανικοβλήθηκα γιατί και την αλήθεια δεν είχα πει και κινδύνευα να φάω και την κατηγορία με την οποία με είχαν απειλήσει. Δηλαδή αποτέλεσμα μηδέν, τίποτα. Μετά απ’ αυτό είπα ότι δεν πάει άλλο αυτό το πράγμα, πρέπει κάτι να κάνω. Φώναξα τον δικηγόρο μου μετά από δυο μέρες και του είπα ότι πρέπει να κάνουμε κάτι με αυτό το πράγμα, δε μπορεί να μείνει έτσι, να το ανακαλέσουμε, να το αποσαφηνίσουμε, δεν ξέρω πώς θα το κάνουμε, με είχε πιάσει ένας πανικός.
Μου λέει «όχι, δεν πρέπει να το πάρεις από μέσα› κτλ., εγώ εν τω μεταξύ ήμουν και λίγο οργισμένος γιατί δεν είχε φροντίσει να μου δοθεί το υπόμνημα, μετά απ’ αυτό το πράγμα δεν είχε διαμαρτυρηθεί πουθενά και σταμάτησα τη συνεργασία μου με τον τότε δικηγόρο μου, τον κ. Καραμανώλη. Κατόπιν αυτού πήρα τους τωρινούς μου δικηγόρους, έκανα υπόμνημα και πίστεψα ότι δεν έχει πλέον νόημα να ασχολούμαστε με ανακριτικές απολογίες, ό,τι έχω να πω θα το πω στο Δικαστήριο γιατί είχα πλέον αγανακτήσει, εγώ πήγα να πω δυο πράγματα που ήξερα, τα παραποίησαν, έβαλαν άλλα πάνω σ’ αυτά, είχα τραβήξει έναν Γολγοθά και τον τραβάω ακόμα δηλαδή.
Απλά έλεγα ότι πρέπει να κρατήσω μια δυναμικότερη στάση, κάτι πρέπει να γίνει, μέχρι πότε θα συνεχίζεται αυτό το πράγμα. Και φτάσαμε σήμερα εδώ.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ήρθε η μητέρα σας εδώ. Την ακούσατε τι είπε; Ξέρετε, όταν είμαι σε πολύ δύσκολες στιγμές, δεν την έχω τη μητέρα μου, αλλά τη βλέπω στον ύπνο μου και ξέρω ότι αυτή μ’ αγαπούσε περισσότερο απ’ όλους. Εσείς τι λέτε, δε συμβαίνει το ίδιο με τη μητέρα σας;
Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Είναι από τις πολύ λίγες αλήθειες που υπάρχουν σ ‘αυτόν κόσμο, ότι παραπάνω από τη μητέρα σου δεν είναι δυνατό να σ’ αγαπάει κανείς.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Η σχέση του παιδιού με τη μητέρα είναι μοναδική νομίζω, έτσι δεν είναι; Το έφερε στον κόσμο τούτο, βιολογική και ψυχική βέβαια. Την ακούσατε τι είπε εδώ πέρα; Σκεφτείτε τα λίγο και αυτά.
Θυμάστε έναν μάρτυρα που ήρθε εδώ, που ήταν ο εκμισθωτής της Δαμάρεως και είπε ότι εσείς υπογράψατε;
Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Τον θυμάμαι, ναι.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Πώς το εξηγείτε αυτό το πράγμα; Φαίνεται να είναι ψεύτης; Δε θυμάται καλά;
Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Όχι, δε νομίζω ότι ο άνθρωπος ψεύδεται.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Τότε γιατί το είπε έτσι, ότι εσείς υπογράψατε ενώ εσείς βεβαιώνετε ότι δεν υπογράψατε.
Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Ο άνθρωπος αυτός είναι προφανές ότι δε θυμάμαι καλά, ή δε θέλει να θυμάται καλά για άλλους λόγους, άσχετους με την υπόθεση, ίσως με το μισθωτήριο στην Εφορία ή κάτι τέτοιο, δεν μπορώ να υποθέσω τίποτε άλλο. Αλλά ο άνθρωπος αυτός σας είπε ότι εγώ σπίτι δεν είδα. Και δεν είχα κανένα λόγο να δω σπίτι γιατί εγώ δεν θα έμενα μέσα σ’ αυτό το σπίτι. Σας είπε επίσης ότι δεν έκανα καμία διαπραγμάτευση. Τι διαπραγμάτευση να κάνω; Δεν ήταν δικά μου λεφτά. Αλλουνού λεφτά ήταν.
Σας είπε επίσης για να σας πείσει προφανώς ότι όσα λέει είναι αλήθεια, ότι το λέει και ο ίδιος στην κατάθεσή του, το λέει και ο Σάββας στο υπόμνημά του. Εγώ δε θέλω να συνωμοσιολογήσω από διάφορα τέτοια, δηλαδή δε νομίζω ότι πρέπει να κάνω κάτι τέτοιο, απλά απορώ πού τα βρήκε και τα διάβασε.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Πώς εξηγείτε ότι και στις δύο γιάφκες βρέθηκαν αποτυπώματά σας πάνω σε κινητά μέρη βέβαια, σε χαρτιά νομίζω?
Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Σε ένα χαρτί και σε ένα πλεξιγκλάς.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Το πλεξιγκλάς απ’ ότι θυμάμαι, νομίζω το έχετε δικαιολογήσει ότι αυτό υπήρχε στο εργαστήρι του Σάββα και βρέθηκε εκεί. Πήγατε καταρχήν στις δύο γιάφκες; Στη μία είπατε, στη Δαμάρεως πήγατε. Στην άλλη;
Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Όχι, δεν έχω πάει ποτέ. Στη Δαμάρεως έχω πάει δυο φορές, στην Πάτμου δεν έχω πάει ποτέ, δεν ήξερα καν ότι υπήρχε. Και στη Δαμάρεως δυο φορές σας είπα υπό ποιες συνθήκες.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Η αστυνομία ξέρετε από πού σας βρήκε εσάς; Πού δηλαδή ανέκυψε το δικό σας το όνομα για να σας ανακρίνουν; Ο μεν Σάββας έχει πει ότι σας θεωρεί ανεύθυνο απ’ ότι θυμάστε στις καταθέσεις του και γενικά σας θεωρεί ανεύθυνο. Όμως ο Βασίλης τι είχε πει; Προχθές τα διαβάσαμε. Τι λόγο είχαν να βάλουν κι εσάς, έναν παραπάνω; Βέβαια, είναι άλλο το θέμα αυτό και άλλο αν αυτά τα στοιχεία να πούμε «ένοχος› εμείς, αυτό είναι τελείως διαφορετικό. Αλλά τα ψάχνουμε όλα.
Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Δε μ’ ενδιαφέρει τόσο αυτό κ. Πρόεδρε, όσο μ’ ενδιαφέρει να μπορέσω επιτέλους να ξεκαθαρίσω το τι έχει γίνει και το ποιος είμαι εγώ σε σχέση με όλους τους υπόλοιπους.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Εσείς ψυχικά καταρχήν νιώθετε κανένα δεσμό με αυτή την Οργάνωση; Ότι δηλαδή «εγώ ανήκω› που λένε. Αν επιδοκιμάζετε ή όχι τις απόψεις της, αυτό είναι ψυχική σας στάση που δε μ’ ενδιαφέρει.
Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Τι να επιδοκιμάζω; Σφαίρες στα κεφάλια ανθρώπων; Τι να επιδοκιμάζω; Εγώ σας είπα και πριν ότι αν ήταν να ενταχθώ κάπου προσπαθώντας να αλλάξω τον κόσμο ή να κάνω κάτι ή να προσφέρω, θα πήγαινα στην UNESCO, θα πήγαινα στη UNISEF, δε θα πήγαινα ούτε στο ΠΑΣΟΚ ούτε στη Ν.Δ. ούτε στη 17Ν.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Μαζί τους βάζετε αυτούς όλους;
Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Για τα αποτυπώματα που μου είπατε, θέλω να σας πω ότι η σχέση που είχα με τους Ξηρούς γενικότερα ήταν ιδιαίτερες. Σας είπα ότι τον Βασίλη Ξηρό τον ξέρω μια δεκαετία.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Οπότε ό,τι υπήρχε εκεί πέρα τα είχατε πιάσει?
Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Στα τρία χρόνια που ήμουν εγώ στην Αθήνα, σχεδόν τρία χρόνια, είχα κλειδιά από το σπίτι του Σάββα Ξηρού, από το εργαστήριό του, από το αυτοκίνητό του, τον έχω βοηθήσει σε μια μετακόμιση που έκανε από το Ηράκλειο στην Παλλήνη, τα συγκεκριμένα αντικείμενα δεν μπορώ να τα θυμηθώ. Εκείνο το εργαστήρι, αν μπορούσατε να το δείτε με κάποιον τρόπο, να δείτε πόσα πράγματα και τι πράγματα είχε εκεί πέρα μέσα, οτιδήποτε μπορεί να έχει περάσει από το σπίτι του ή από κει, μπορεί να το έχω πιάσει. Και δέκα φορές τόσα αποτυπώματα να βρίσκατε, δεν θα με παραξένευε.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Εσείς στο στρατό που υπηρετήσατε;
Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Στην Δ’ Μοίρα Καταδρομών.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Δηλαδή ξέρατε από όπλα φαντάζομαι.
Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Ναι, είχαμε μια εκπαίδευση μεγαλύτερη από τους υπόλοιπους φαντάρους, μη φανταστείτε κάτι φοβερό.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Εντάξει, δε λέω μάχη σώμα με σώμα, αλλά ξέρατε και από πιστόλια. Ποια περίοδο μείνατε εδώ στην Αθήνα που σας λένε ότι έχετε συμμετοχή; Εννοώ το βούλευμα. Εσάς σας λένε ότι είχατε συμμετοχή από τις αρχές του ’98 μέχρι 17/7/2002. Αυτή την περίοδο πόσες πράξεις έγιναν που χρησιμοποιήθηκαν πιστόλια; Να τα κοιτάξουμε αυτά. Λοιπόν, έχουμε το Βεχλίδη στη ληστεία ΕΤΕ Παγκρατίου και τον Σόντερς, δεν έχουμε τίποτε άλλο αυτή την περίοδο. Οι άλλες είναι οι ρουκετούλες.
Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Θέλω να σας απαντήσω και σ’ αυτό που με ρωτήσατε για τον Βασίλη Ξηρό.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Εμένα μ’ ενδιαφέρει αυτό το πράγμα, ότι η αντιτρομοκρατική, οι υπηρεσίες οι διωκτικές γενικά, από τον Βασίλη ξεκίνησαν. Το όνομά σας πού το ήξεραν
Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Έχετε απόλυτο δίκιο και δυστυχώς δε μπορώ με μεγάλη βεβαιότητα να σας πω, εγώ κάνω κάποιες σκέψεις: Ο Βασίλης Ξηρός, επειδή τον ξέρω μια δεκαετία, είναι ένας άνθρωπος που στη Θεσσαλονίκη που ζει τόσα χρόνια, μπερδεύει την Τσιμισκή με την Εγνατία, που είναι δυο κεντρικότεροι δρόμοι της πόλης. Όχι γιατί δεν ξέρει να πάει εκεί που θέλει να πάει, γιατί δεν έχει μνήμη και ξεχνάει τα ονόματα.
Δεν το λέω υποτιμητικά αυτό το πράγμα, πολλοί άνθρωποι το παθαίνουν, δε μπορούν να θυμηθούν ονόματα. Απλά θέλω να πω ότι επειδή διάβασα την κατάθεσή του την προανακριτική, εμφανίζεται να περιγράφει τα πάντα με φοβερή ακρίβεια, π.χ. «στις 14/11 του τάδε χρόνου, αυτή την ώρα το μεσημέρι ήμουν εκεί κι έκανα αυτό κι αυτό?›, ακολουθεί μια τέτοια σειρά, περιγράφει τα πάντα και όταν φτάνει σε μένα, αρχίζουν να μπερδεύουν οι ημερομηνίες. «Ίσως, κατέβηκε τότε?› κτλ.
Και θα σας πω και το εξής: Ότι ο Βασίλης Ξηρός με κατεβάζει στην Αθήνα ένα χρόνο νωρίτερα απ’ ότι έχω κατέβει. Με κατεβάζει κάτω τέλη καλοκαιριού του ’97 γιατί λέει ότι «δυο-τρεις μήνες μετά τον Περατικό ήρθε ο φίλος μου ο Γεωργιάδης και συγκατοικήσαμε μαζί›. Εγώ δηλώνω καθαρά και νομίζω ότι έχει αποδειχθεί αυτό το πράγμα, ότι φθινόπωρο του ’98 ήρθα. Αρχές του ’98 λέει η κατηγορία και εκεί θέλω να καταλήξω, γιατί η κατηγορία δεν πήρε αυτό που λέει ο Βασίλης; Να πει ότι εγώ κατέβηκα το καλοκαίρι του ’97. Αλλά τι έκανε: Τι λέει ο ένας, τι λέει ο άλλος, έχουν ένα χρόνο διαφορά, θα το συμψηφίσουμε, θα το μοιράσουμε και θα το βάλουμε αρχές ’98 να μείνουμε όλοι ευχαριστημένοι.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Δε μένει κανένας ευχαριστημένος αν δεν βρει την αλήθεια.
Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Σίγουρα, αλλά δεν μπορώ να εξηγήσω αλλιώς γιατί έγινε αυτό το πράγμα. Στη συγκεκριμένη περίπτωση ένας απ’ τους δυο μας λέει ψέματα ή έχει μπερδευτεί εν πάση περιπτώσει.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Αυτό που είναι απορίας άξιον εδώ, είναι πώς ενώπιον δικηγόρων τα είπατε αυτά. Δύο δικηγόροι των ήταν; Η μόνη απορία που μένει είναι αυτή. Και είναι και γραπτά, υπόμνημα, καταλάβατε; Δεν είναι δηλαδή κάτι που εκείνη την ώρα φοβόμαστε, μάλιστα είδατε τους δικηγόρους παρουσία είπατε και των γονέων σας οι οποίοι άκουσαν και αυτοί τι είπατε. Είδατε τι μεταφέρει εδώ η μητέρα σας. Μετέφερε άλλη εικόνα;
Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Όχι.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ποια εικόνα μετέφερε; Αυτή που λέτε εσείς ή αυτή που είπατε τότε;
Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Δεν κατάλαβα, τι είπε δηλαδή η μητέρα μου που αναιρεί αυτά που λέω εγώ;
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Θα τα δούμε αυτά, θα διαβάσουμε τα πρακτικά.
Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Η εικόνα της μητέρας μου είναι η εικόνα μιας μητέρας που εν αρχή είχε μια εικόνα στο μυαλό της την οποία εγώ την ανέτρεψα μετά και σε κάποια φάση δεν ήξερε τι να πιστέψει.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Γιατί δεν την ανατρέπατε εκεί μπροστά της, που ήρθε εκείνη την ημέρα;
Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Με δέκα αστυνομικούς μπροστά; Εγώ δε σας λέω ότι φοβήθηκα τόσο πολύ από το όπλο στην ανακρίτρια, δεν υπήρχε περίπτωση να με πυροβολήσει μέσα στην ανακρίτρια ο αστυνομικός, να είμαστε και λίγο λογικοί. Ο μεγάλος μου φόβος εμένα ήταν αυτή η κατηγορία. Από τη στιγμή που έγιναν αυτά τα πράγματα, όλη την ώρα το μυαλό μου ήταν σε μία μάχη. Να το πω, να μην το πω, κι άμα το πω και γίνει αυτό, κι άμα δεν το πω και γίνει το άλλο; Τι να κάνω;
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Μπροστά στη μητέρα σας, τον πατέρα σας και τους δύο δικηγόρους;
Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Και τους δέκα αστυνομικούς?.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Να τους πείτε «ρε παιδιά, αυτά που είπα εδώ πέρα, με πιλατεύανε, με παιδεύανε και αναγκάστηκα και τα είπα›. Και να καθίσει ο δικηγόρος μετά και μέσα στην ανακρίτρια να πει «απολογούμαι δι’ υπομνήματος δε θέλω να σας πω τίποτα› και να δώσει το υπόμνημα και να σηκωθείτε να φύγετε.
Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Ίσως να φταίει το ότι εγώ δεν έχω εμπειρία, δε μπαινόβγαινα στα αστυνομικά τμήματα κάθε μέρα ούτε μου είχαν ξαναπάρει ποτέ κατάθεση.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Εσείς είπατε στη μητέρα σας, στον πατέρα σας και στους δυο δικηγόρους, «αυτά τα οποία είναι γραμμένα εδώ στην αστυνομία, με ανάγκασαν και τα είπα και δεν ανταποκρίνονται στην αλήθεια;› Αυτό μ’ ενδιαφέρει.
Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Το είπα όταν ήρθα στον Κορυδαλλό.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Γιατί να το πείτε εκεί; Δηλαδή τι σας εμπόδιζε να είναι η μητέρα σας, ο πατέρας σας και οι δυο δικηγόροι και να τους πείτε «αυτά τα οποία είπα στην αστυνομία δεν είναι αλήθεια, κοιτάξτε τι θα πούμε τώρα στον ανακριτή›. Δε σας εξήγησαν οι δύο δικηγόροι ότι «αυτά μπορούμε να τα ανακαλέσουμε;› Εγώ ψάχνω την κοινή λογική, δεν ψάχνω τη νομική λογική ούτε μ’ ενδιαφέρει, είναι συμβατική εκείνη, ενώ η κοινή λογική είναι πια η λογική όλων των ανθρώπων. Δώστε μου μια εξήγηση, αυτό είναι που εμένα με βασανίζει τώρα.
Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Σας ξαναλέω ότι εκτός από τη μητέρα μου, τον πατέρα μου και τους δικηγόρους μου, υπήρχαν μπροστά δέκα αστυνομικοί. Κατά δεύτερο λόγο εγώ δεν είχα την εμπειρία να χειρίζομαι τέτοια θέματα, δεν μπαινόβγαινα στα αστυνομικά τμήματα να δίνω καταθέσεις ούτε μου έχουν κάνει μήνυση ποτέ ούτε έχω κάνει μήνυση σε κανέναν. Εκτός αυτού, ήταν ξεκαθαρισμένο το γεγονός ότι όταν τελείωσε η προανακριτική μου κατάθεση μου είπαν ότι αυτά σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να τα ανακαλέσεις?..
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ποιος σας το είπε ότι δεν πρέπει να ανακαλέσετε;
Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Οι ανακριτικοί υπάλληλοι.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ο δικηγόρος τι είπε και οι γονείς σας;
Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Ο δικηγόρος μου δε θα προσπαθούσε σε καμία περίπτωση να με βάλει να ανακαλέσω από τη στιγμή που εγώ δεν του έχω πει κάτι. Εγώ του το είπα πλέον όταν βρέθηκα στον Κορυδαλλό.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Πόσον καιρό μετά;
Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Με το που ήρθα στον Κορυδαλλό. Ήρθα 2 Αυγούστου αν δε κάνω λάθος, αρχές Αυγούστου τέλος πάντων. Ο δικηγόρος μου εκείνη τη στιγμή έλειπε?
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Πότε έγινε η καινούργια κατάθεση;
ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Στις 17 Οκτωβρίου.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Τα βλέπετε; Περσινά ξινά σταφύλια βγαίνουν μετά?.
Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Κύριε Πρόεδρε τότε ήρθε ο ανακριτής, δεν ήρθε νωρίτερα κι εγώ του είπα άλλα?
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ναι, αλλά ξέρετε, εγώ κοιτάζω όλα αυτά να τα δέσω?.
Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Εσείς καλά κάνετε και τα κοιτάτε κι εγώ αυτό ακριβώς θέλω να κάνετε. Αλλά δυστυχώς από κει και πέρα δε μπορώ να σας πω άλλα πράγματα απ’ αυτά που έγιναν.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Θέλω να πιστέψω όσα μπορώ περισσότερα από τα δικά σας, αλλά τι να κάνω με ορισμένα πράγματα τα οποία είναι κάπως αντίθετα και προκύπτουν από αντικειμενικά γεγονότα, όχι υποθετικά? Τέλος πάντων, εγώ δεν έχω άλλες ερωτήσεις. Ο κ. Εισαγγελέας.
ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Όταν εξεταζόταν ο μάρτυρας κ. Μπουκετσίδης και αρνήθηκε να απομακρυνθεί, ο Πρόεδρος του Δικαστηρίου διέταξε την βιαία απομάκρυνση από το ακροατήριο. Εσείς τότε χειροκροτήσατε.
Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Όχι, κάνετε λάθος. Θα σας πω τι έκανα, αλλά δε χειροκρότησα.
ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Γιατί χειροκροτήσατε;
Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Δεν χειροκρότησα. Αυτό που έκανα εκείνη τη στιγμή είναι κάτι που έχω κάνει σε πάρα πολλές στιγμές της διαδικασίας?.
ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Αποδοκιμάσατε τον Πρόεδρο το Δικαστηρίου;
Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Όχι βέβαια. Δεν ξέρω αν κανείς από την Έδρα το έχει προσέξει αυτό το πράγμα, σε πολλές στιγμές της Δίκης συνηθίζω να χτυπάω τα χέρια μου, διάφορα τέτοια πράγματα, είναι η ενασχόληση με τη μουσική που έχω και είναι και λίγο κινηματογραφικό και συνήθως το κάνω στις έντονες στιγμές αυτό, όταν η ατμόσφαιρα είναι τεταμένη. Αυτό το πράγμα έκανα, αν εσείς το είδατε αυτό σαν χειροκρότημα?.
ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Τότε σας το είπα.
Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Θυμάμαι πολύ καλά τι μου είπατε.
ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Για πείτε τι σας είπα.
Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: «Χειροκροτάτε κ. Γεωργιάδη, μπράβο, μπράβο!›
Β. ΠΑΠΑΣΤΕΡΓΙΟΥ: Είναι κατηγορούμενος, βαρύνεται με βαρύτατες κατηγορίες, αναντίστοιχες κατά την Υπεράσπιση με το αποδεικτικό υλικό αλλά και με την ηλικία του. Όταν λοιπόν ο Εισαγγελικός λειτουργός τον νουθετεί?.
ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Δεν αξίζει να πω τίποτα?
Β. ΠΑΠΑΣΤΕΡΓΙΟΥ: Κύριε Πρόεδρε εμείς έχουμε εμπιστοσύνη στην κρίση του Δικαστηρίου σας. Αν αυτές οι ερωτήσεις αφορούν τα θέματα, τις κατηγορίες και την απολογία του συγκεκριμένου, να τις επιτρέψετε. Είναι δυνατό να γίνεται θέμα αυτό;
Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Δε νομίζω ότι έχει αυτό τον σκοπό η παρατήρηση του κ. Εισαγγελέα ούτως ή άλλως, απλά σας λέω ότι εγώ έκανα αυτό το πράγμα και αν θέλετε το ξανακάνω και τώρα, στους μουσικούς όρους λέγεται «ρούλο›.
Ν. ΖΑΪΡΗΣ: Καταρχήν να σας υπενθυμίσω το αυτονόητο, ούτε με εσάς ούτε με ΚΑΝΕΝΑΝ συγκατηγορούμενο σας δεν υπάρχει ούτε μία προκατάληψη. Πείτε μου για πόσο χρονικό διάστημα συγκατοικήσατε με τον Βασίλη, με την Αλίσια και με τον Σάββα.
Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Συγχρόνως όλοι μαζί στο ίδιο σπίτι μέναμε όταν έμενα εγώ στο σπίτι του Σάββα. Αυτό ήταν από φθινόπωρο, όταν κατέβηκα εγώ, πρέπει να ήταν τέλη Σεπτεμβρίου με αρχές Οκτωβρίου, μέχρι και τις γιορτές τις επόμενες, Χριστούγεννα-Πρωτοχρονιά. Εγώ μετά τις γιορτές αμέσως, μπήκα στο άλλο σπίτι.
Ν. ΖΑΪΡΗΣ: Τον Βασίλη τον γνωρίζατε από παιδική ηλικία ή αργότερα;
Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Παιδική ηλικία.
Ν. ΖΑΪΡΗΣ: Τι σας συνέδεε; Κάτι χαρακτηριστικό θυμάστε;
Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Όχι, δεν θυμάμαι.
Ν. ΖΑΪΡΗΣ: Ο σύνδεσμός σας, πώς ξεκίνησε η φιλία σας.
Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Εγώ γνώρισα στην Ενορία εκεί της περιοχής μας όταν ήμουν 12-13 χρονών τον αδελφό του τον μικρότερο τον Νίκο. Από τον Νίκο γνώρισα τον Βασίλη. Τα πρώτα χρόνια ο Βασίλης ήταν απλά ο αδελφός του φίλου μου. Αργότερα έγινε και δικός μου φίλος.
Ν. ΖΑΪΡΗΣ: Πηγαίνατε ακόμη και κατηχητικό μαζί με τον Βασίλη;
Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Ναι.
Ν. ΖΑΪΡΗΣ: Αυτό το ρωτώ για να δούμε την εξέλιξη.
Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Είναι αλήθεια αυτό, στους Αγίους Αναργύρους.
Ν. ΖΑΪΡΗΣ: Είπατε ότι τον κ. Σάββα Ξηρό τον γνωρίσατε όταν εγκατασταθήκατε στην Αθήνα το 1998. Μεταβήκατε πολλές φορές στο εργαστήριο Αιγιαλείας;
Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Είχα κλειδιά από το εργαστήριο.
Ν. ΖΑΪΡΗΣ: Σας ανέθετε να του κάνετε διάφορες μικροεξυπηρετήσεις και τι είδους;
Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Στα πλαίσια εργασιών που έκανε μέσα στο εργαστήρι, ξυλογλυπτικές, αγιογραφίες, κάτι ντεκόρ για κινηματογραφικά γυρίσματα κλπ. Αγόραζα εργαλεία, ξυλεία, λαμαρίνες έχει αγοράσει.
Ν. ΖΑΪΡΗΣ: Ξυπνητήρι;
Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Ξυπνητήρι; Ναι, νομίζω έχω αγοράσει ένα μια φορά.
Ν. ΖΑΪΡΗΣ: Μήπως σας είπε και κάποια συγκεκριμένη μάρκα;
Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Όχι, δεν θυμάμαι κάτι τέτοιο. Όλα αυτά εγώ που αγόραζα τα πήγαινα πάντα στο εργαστήρι.
Ν. ΖΑΪΡΗΣ: Είπατε σήμερα ότι τον κ. Κουφοντίνα τον γνωρίσατε ίσως μία φορά.
Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Όχι τον γνώρισα, τον είδα. Ίσως να τον έχω δει μια φορά.
Ν. ΖΑΪΡΗΣ: Εκεί ποιος σας σύστησε στον κ. Κουφοντίνα;
Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Δεν με σύστησε κανείς στον κ. Κουφοντίνας. Εγώ καθόμουν σε μια καφετερία, εγώ, ο Βασίλης και ο Σάββας Ξηρός, ο κ. Κουφοντίνας ήρθε, είπε μια καλησπέρα και του λέει «Σάββα πάμε;›. Λέει ο Σάββας «πάμε›. Πήρε τον Σάββα και έφυγαν. Δεν με σύστησε κανείς με τον κ. Κουφοντίνα.
Ν. ΖΑΪΡΗΣ: Μήπως ο Σάββας σας γνώρισε στον κ. Κουφοντίνα με κάποιο ψευδώνυμο;
Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Όχι, αυτά δεν έχουν γίνει ποτέ. Έχουν γραφτεί στην προανακριτική μου όπως σας είπα πριν.
Ν. ΖΑΪΡΗΣ: Εγώ δεν χρησιμοποιώ καθόλου προανακριτική, ούτε ανακριτική. Υπομνήματα.
Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Υπομνήματα έστω.
Ν. ΖΑΪΡΗΣ: Το έχετε πει ή όχι;
Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Έχει ειπωθεί κάποια στιγμή αυτό, ναι αλλά κάτω από συνθήκες?.
Ν. ΖΑΪΡΗΣ: Με ποιο ψευδώνυμο;
Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Έχει γραφτεί εκεί πέρα ότι με σύστησε με το ψευδώνυμο Αλέξης αλλά αυτό είναι κάτι που μου το δώσανε στην Ασφάλεια.
Ν. ΖΑΪΡΗΣ: Το οποίο δεν λέχθηκε στην γνωριμία σας;
Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Δεν λέχθηκε ποτέ, ούτε όλο αυτό το περιστατικό είναι αλήθεια.
Ν. ΖΑΪΡΗΣ: Στο σπίτι όσο καιρό φιλοξενηθήκατε του κ. Σάββα Ξηρού πώς σας αποκαλούσαν;
Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Με το όνομά μου.
Ν. ΖΑΪΡΗΣ: Με το πραγματικό σας όνομα;
Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Βέβαια, ναι.
Ν. ΖΑΪΡΗΣ: Μετά που φύγατε από το σπίτι μείνατε με τον κ. Βασίλη;
Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Σε μονοκατοικία πάλι στο Νέο Ηράκλειο.
Ν. ΖΑΪΡΗΣ: Εξακολουθούσατε να συναντιέστε και με τον κ. Σάββα Ξηρό ή όχι;
Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Βέβαια. Σας λέω ότι εξακολούθησα να έχω κλειδιά και από το σπίτι του και από το εργαστήριό του. Για να καταλάβετε ακριβώς ποια ήταν η σχέση μου, δεν είχα τι να κάνω μια μέρα που δεν δούλευα. Κατέβαινα στο εργαστήρι, ήθελα να αλλάξω λάδια στην μηχανή μου, κατέβαινα στο εργαστήρι του Σάββα Ξηρού, είχα κλειδιά, έμπαινα μέσα, άλλαζα λάδια στην μηχανή μου. Ζητούσα τα κλειδιά από το αυτοκίνητο του Σάββα Ξηρού, μου έλεγε «είναι στο μπουφάν μου, πάρτα›. Δηλαδή τα χέρια μου έχουν μπει μέχρι και μέσα στις τσέπες των ρούχων του.
Ν. ΖΑΪΡΗΣ: Ξέρετε αν ο Βασίλης και ο Σάββας είχαν ψευδώνυμα ή όχι όσο καιρό τους γνωρίζατε;
Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Δεν το γνωρίζω, όχι.
Ν. ΖΑΪΡΗΣ: Θα επανέλθω σε μία ερώτηση την οποία σας είχα υποβάλλει 17 Ιουνίου όταν εξετάστηκε ο πατέρας σας και η μητέρα σας. Σας είχα ρωτήσει για να θυμηθείτε ???..
Β. ΜΑΡΚΗΣ: Κύριε Πρόεδρε, με συγχωρείτε. Κύριε Τέλιο, τι σας λέει ο κύριος?..; Παρατήρησα ότι ξαφνικά ο κ. Τζωρτζάτος έχει φύγει από την θέση που κάθεται εδώ και 6 μήνες και έχει πάει και έχει καθίσει δίπλα στον κ. Τέλιο και κάτι του λέει.
???.: Απαγορεύεται;
Β. ΜΑΡΚΗΣ: Ναι κύριε, απαγορεύεται. Απαγορεύεται να αλλάζει θέση. Εδώ μέσα απαγορεύεται οπωσδήποτε να μιλάει όταν γίνεται διεξαγωγή δίκης.
Ι. ΣΙΔΕΡΗΣ: Δεν είναι και πολύ κομψό να βλέπει κανείς την πλάτη του κατηγορουμένου να συνομιλεί με τον όπισθεν αυτού καθήμενο. Κι εμένα προσωπικώς με ενοχλεί. Αυτό για τους κ.κ. συνηγόρους. Δεν νομίζω ότι είναι ευχάριστο να το βλέπει κανείς να γυρίζουν την πλάτη τους προς το Δικαστήριο και να μιλάνε μεταξύ τους. Η στοιχειώδης ευγένεια το επιβάλλει.
Ν. ΖΑΪΡΗΣ: Σας είχα ρωτήσει 17 Ιουνίου αν είχατε επισκεφθεί την Δαμάρεως, αν πήγατε μόνος σας ή πήγατε με κάποιον άλλον κι αν είδατε κάτι που να σας έκανε εντύπωση. Για να σας θυμίσω είχατε απαντήσει ότι πήγατε μία φορά μαζί με τον Σάββα.
Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Ναι.
Ν. ΖΑΪΡΗΣ: Σήμερα επαναλάβατε και επανυποβάλλω το ερώτημα αν είδατε κάτι το οποίο σας έκανε εντύπωση και αναφερθήκατε στην προκήρυξη του Γουέλς και είπατε ότι αποτελούσε ένα υπερασπιστικό ισχυρισμό ο οποίος χρησιμοποιήθηκε στο υπόμνημα στην κα Ανακρίτρια.
Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Ναι.
Ν. ΖΑΪΡΗΣ: Γιατί το χρησιμοποιείτε πάλι το ίδιο αυτό περιστατικό και στο υπόμνημα ενώπιον του κ. Ζερβομπεάκου;
Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Του κ. Μπίρμπου.
Ν. ΖΑΪΡΗΣ: Του κ. Μπίρμπου, στο φύλλο 18. «Στο σημείο τούτο από το υπόμνημα στον κ. Μπίρμπου αλλά και στο δωμάτιο που μπήκα υπήρχε ένα ράτζο, 2-3 καρέκλες›. Αυτό που είπατε και σήμερα. «Εκείνη την στιγμή πρόσεξα ότι ένα χαρτί πάνω στο τραπέζι αναφέρονταν στην επαναστατική Οργάνωση 17Ν και αφού το πήρα στο χέρι μου διαπίστωσα ότι ήταν η προκήρυξη που είχε εκδοθεί προ πολλών ετών μετά την δολοφονία του Γουέλς›. Αυτό επιβεβαιώνεται ή όχι;
Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Σαν περιστατικό;
Ν. ΖΑΪΡΗΣ: Σαν περιστατικό.
Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Σαν περιστατικό όχι, είναι ψέματα.
Ν. ΖΑΪΡΗΣ: Διατυπώθηκε όμως σας επαναλαμβάνω.
Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Διατυπώθηκε και θα σας πω κάτω από ποιες συνθήκες διατυπώθηκε. Σας είπα ότι όταν πλέον βρέθηκα στον Κορυδαλλό κάποια στιγμή τον Αύγουστο ενημέρωσα τον δικηγόρο μου. Ο δικηγόρος μου είχε μια κάποια δυσπιστία στην αρχή και μου είπε «πώς θα το αποδείξουμε αυτό το πράγμα, δεν γίνεται›. Εγώ είπα στην μητέρα, είπα στον πατέρα μου, έψαξαν, βρήκαν κάποια χαρτιά, κάποια στοιχεία, ανθρώπους πού ήμουν, πότε ήμουν. Όταν πλέον είχαμε κάποια πράγματα στα χέρια μας μου λέει ο δικηγόρος «εντάξει, θα ανακαλέσεις τις καταθέσεις σου και αυτά αλλά αυτό το επιχείρημα πρέπει να το κρατήσεις, είναι υπέρ σου, είναι πολύ καλό›.
Εγώ του είπα να ετοιμάσει το υπόμνημα αυτό και μου λέει «θα το διατυπώσω με προσοχή και δεν θα έχεις πρόβλημα, δεν επιβαρύνεις κανέναν›. Να μου ετοιμάσει το υπόμνημα και να μου το φέρει να το δω. Το υπόμνημα δεν το είδα ποτέ με τη πρόφαση ότι δεν είναι έγγραφο της δικογραφίας. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα να πάω στον κ. Μπίρμπο για να απολογηθώ και να βρεθώ προ τετελεσμένου γεγονότος.
Ο κ. Μπίρμπος εκεί μας έδωσε 5-10 λεπτά χρόνο να μιλήσω εκεί μπροστά του με τον δικηγόρο μου μέσα στο γραφείο. Εκεί διάβασα πρώτη φορά αυτό το υπόμνημα κι εκεί δυστυχώς σας είπα ότι πανικοβλήθηκα για δεύτερη φορά γιατί αυτό το υπόμνημα ούτε την αλήθεια θα έλεγα αλλά κινδύνευα να φορτωθώ και την κατηγορία.
Ν. ΖΑΪΡΗΣ: Έχετε υπογράψει όμως τόσο το πρώτο, όσο και το δεύτερο υπόμνημα.
Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Έχω υπογράψει και τις προανακριτικές μου και την ανακριτική μου στην κα Μπούρη.
Ν. ΖΑΪΡΗΣ: Εσείς αντιληφθήκατε κάποια χρονική στιγμή ότι βρίσκεστε στο προαύλιο της 17Ν ή όχι;
Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Εγώ όσο καιρό βρισκόμουν στην Αθήνα δεν υποψιάστηκα τίποτα, ούτε είδα κάτι περίεργο ή κάτι που να μου κίνησε την περιέργεια. Εκτός αυτού βρισκόμουν σε μία πόλη όπου έμενα για πρώτη φορά, καινούργιο κόσμο, άλλο περιβάλλον. Δεν ξέρω, να υποψιαστώ τι;
Ν. ΖΑΪΡΗΣ: Στο σημείο τούτο κ. Πρόεδρε από το υπόμνημα στον κ. Ζερβομπεάκο έτσι το αναφέρει στην σελίδα 19 τελευταία παράγραφος «μετά την ως άνω τυχαία διαπίστωσή μου ότι χωρίς να το ξέρω βρισκόμουν στην αυλή της 17Ν αποστασιοποιήθηκα πλήρως από τον Σάββα Ξηρό›.
Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Αυτό είναι συνέπεια του προηγούμενου περιστατικού που αναφέρατε αλλά ενδεικτικά θα σας πω ότι ο άνθρωπος που η Αστυνομία έψαχνε 20 χρόνια δεν τον έβρισκε, με έβαλε εμένα μέσα σε μία γιάφκα και τα χαρτιά του τα είχε κιόλας πεταμένα πάνω στο τραπέζι. Με άφησε εμένα, μπήκα μέσα και πήρα την προκήρυξη και την διάβαζα και μετά μου λέει «μην μιλήσεις γιατί όποιος μιλάει πεθαίνει› αλλά με αφήνει και φεύγω. Αυτός είναι ένας ισχυρισμός που έχει πει μετά, έχει υποβληθεί με υπόμνημα μόνο στην κα Μπούρη και στον κ. Μπίρμπο. Στις προανακριτικές μου δεν αναφέρεται.
Στις προανακριτικές μου όπου υπάρχει εντύπωση ότι εγώ ομολογώ διάφορες πράξεις, πώς είναι δυνατόν να ομολογώ τόσες πράξεις και να μην λέω τίποτα ότι με απείλησαν;
Ν. ΖΑΪΡΗΣ: Μετά την έκρηξη στις 29 Ιουνίου 2002 πληροφορηθήκατε από την τηλεόραση το γεγονός αυτό.
Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Ναι.
Ν. ΖΑΪΡΗΣ: Επισκεφθήκατε το σπίτι των γονιών των αδελφών Ξηρού στη Θεσσαλονίκη;
Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Μετά από μέρες στην Καλλικράτεια.
Ν. ΖΑΪΡΗΣ: Μετά από πόσες ημέρες;
Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Αρκετές, πάνω από 10 μάλλον.
Ν. ΖΑΪΡΗΣ: Θυμάστε με ποιον συναντηθήκατε εκεί;
Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Με τον Βασίλη Ξηρό και άλλους φίλους γνωστούς μου που ήταν εκεί.
Ν. ΖΑΪΡΗΣ: Συζητήσατε τίποτα σχετικό με το γεγονός και τις συνθήκες της έκρηξης;
Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Ναι, ρώτησα τι γίνεται εκεί, έμαθες κανένα νέο;
Ν. ΖΑΪΡΗΣ: Τι σας είπε, τι καταλάβατε από την συζήτηση;
Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Τίποτα.
Ν. ΖΑΪΡΗΣ: Δεν καταλάβατε κάποια εικόνα να πάρετε ότι κάτι ήξερε ο Βασίλης για το θέμα αυτό; Όχι μόνο σαν γεγονός αυτό καθ’ αυτό της έκρηξης, κάτι παραπάνω.
Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Εγώ αυτό που έκανα δεν ζήτησα εξηγήσεις. Εγώ στα πλαίσια φιλικής συζήτησης ρώτησα τι έγινε με τον Σάββα, είναι καλά, τι λένε, τι έγινε, βγάλατε κάποια άκρη, τι έχει συμβεί εδώ πέρα; Μου έλεγε «δεν ξέρουμε ακόμα, οι γονείς μου έχουν πάει κάτω›. Αυτά μου έλεγε.
Ν. ΖΑΪΡΗΣ: Εγώ σας ερωτώ, πιστεύετε ότι ο Βασίλης ήξερε κάτι παραπάνω για την δραστηριότητα του αδελφού του; Έχετε δώσει μία απάντηση γι αυτό το θέτω.
Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Ο ίδιος είπε χθες ότι είχε κάποια σχέση. Τώρα τι σχέση ήταν αυτή εγώ δεν μπορώ να ξέρω και τι να πω για έναν άνθρωπο που τον ξέρω 10 χρόνια; Δεν μου έχει δώσει το παραμικρό δικαίωμα.
Ν. ΖΑΪΡΗΣ: Στο ίδιο υπόμνημά σας στον κ. Μπίρμπο λέτε «αν και ήταν ενήμερος (αναφέρεστε στον Βασίλη) για μια άλλη φορά αρνήθηκε να μου αποκαλύψει την αλήθεια για την συμμετοχή του στην 17Ν›. Γι αυτό σας ρώτησα αν ήξερε κάτι.
Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Σας είπα ότι αυτό το υπόμνημα δεν αντιπροσωπεύει την αλήθεια. Έχει διατυπωθεί κάτω από περίεργες συνθήκες.
Ν. ΖΑΪΡΗΣ: Ο πατέρας σας όταν εξετάστηκε εδώ 17 Ιουνίου οι πρώτες κουβέντες που είχε πει στην κατάθεσή του είπε τα εξής «με το μπαμ στα χέρια του Ξηρού κατάλαβα ότι κάτι συμβαίνει με το παιδί μου›. Τι εννοούσε κατά την γνώμη σας;
Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Υποψία του πατέρα.
Ν. ΖΑΪΡΗΣ: Δηλαδή;
Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Ότι πω, πω το παιδί μου έκανε παρέα με αυτόν, ζούσε εκεί πέρα, μην έχει μπλέξει, φοβήθηκε. Δεν νομίζω ότι ήξερε κάτι. Τι να ξέρει ο πατέρας μου;
Ν. ΖΑΪΡΗΣ: Μια και είχατε ειδικευτεί στις Ειδικές Δυνάμεις που αυτά προϋποθέτουν ανορθόδοξο πόλεμο, σκληραγωγία και μία βδομάδα αντέχετε χωρίς φαγητό, χωρίς τίποτα?.
Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Αυτό το κάνουν στην ΜΥΚ, δεν το κάνουν στις καταδρομές. Μια βδομάδα χωρίς φαγητό δεν έχει μείνει ποτέ κανένας στην Ρεντίνα.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Πόσο;
Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Μια βδομάδα.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Δεν έχει ζήσει μια βδομάδα;
Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Δεν έχει μείνει κανείς μια βδομάδα χωρίς φαγητό στην Ρεντίνα. Αυτό είναι άσκηση που κάνουν στο Σχολείο Υποβρυχίων Καταστροφών στην ΜΥΚ.
Ν. ΖΑΪΡΗΣ: ΟΥΚ.
Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Ναι.
Ν. ΖΑΪΡΗΣ: Εσείς δεν αντέξατε 2-3 μέρες;
Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Να αντέξω 2-3 μέρες;
Ν. ΖΑΪΡΗΣ: Που είπατε άυπνος.
Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Οι καταδρομές κ. Δικαστά ήταν επιλογή μου. Αυτό δεν ήταν επιλογή μου ούτε είχα προηγούμενη εμπειρία. Στις καταδρομές ήξερα τι με περιμένει.
Ν. ΖΑΪΡΗΣ: Όχι, θέλω να πω με αυτό ότι είναι ένας πιο σκληραγωγημένος?.
Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Είναι ναι και ο λόγος που εγώ εθελοντικά πήγα εκεί πέρα ήταν γιατί αυτό τον χαμένο 1,5 χρόνο ήθελα με οποιονδήποτε τρόπο να τον αξιοποιήσω από το να πάω στο Πεζικό και να κοιμάμαι.
Ν. ΖΑΪΡΗΣ: Ήταν και πρόσφατη η απόλυσή σας.
Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Ναι, σχετικά.
Ν. ΖΑΪΡΗΣ: Ιανουάριο 1997 απολυθήκατε.
Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Ναι.