Β. ΜΑΡΚΗΣ: Ας ξεκινήσουμε από τα διαδικαστικά. Βλέπω εδώ πέρα υποστήριξες τον κ. Μπίρμπο ότι οι ημερομηνίες που αναφέρονται στις εκθέσεις της απολογίας σου και της κατάθεσής σου δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα. Έχεις πει δηλαδή αφού περιγράφεις κάποια γεγονότα και για να παρατείνεις τον χρόνο κάτω από τον οποίο γινόταν η προετοιμασία για την απολογία σου, η προανακριτική μου απολογία γράφει ότι δόθηκε στις 17 Ιουλίου ενώ ουσιαστικά ξεκίνησε στις 18 Ιουλίου και τελείωσε στις 19. Αυτό ισχυρίζεσαι. Επιμένεις σε αυτή την άποψή σου ακόμα;
Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Όχι όπως διατυπώνεται εκεί πέρα. Αυτά ο κ. Μπίρμπος, έγινε μία παρεξήγηση, δεν κατάλαβε ακριβώς τι του είπα και ήδη είχαν γραφτεί κάποια πράγματα. Παρακάτω νομίζω το διορθώνει με κάποιο τρόπο.
Β. ΜΑΡΚΗΣ: Για να μας πεις λοιπόν τι έγινε; Να σου θέσω κάποια δεδομένα. Φαίνεται να καταθέτεις σαν μάρτυρας κι εμένα δεν με ενδιαφέρει το περιεχόμενο αυτό αλλά μόνο ως προς την ημερομηνία 17 Ιουλίου ημέρα Τετάρτη 04:20, φαίνεται να αρχίζει η απολογία σου 17 Ιουλίου την ίδια μέρα δηλαδή στις 14:00 το μεσημέρι και να τελειώνει δεν ξέρω πότε.
Στις 18 Ιουλίου συνοδεία εσύ, ο Χριστόδουλος και ο Βασίλης οδηγείστε στην Ανακρίτρια. Το απόγευμα στις 18 παίρνεις προθεσμία από την Ανακρίτρια για τις 21 και στις 21 απολογείσαι.
Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Ναι.
Β. ΜΑΡΚΗΣ: Αυτό λοιπόν όπως καταλαβαίνεις που εδώ γράφεται ότι στις 19 τελείωσε η απολογία σου, αντιλαμβάνεσαι ότι δεν πρέπει να είναι έτσι.
Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Δεν είναι έτσι, όχι. Αυτό σας είπα πριν, ότι είχα πει εγώ κάποια πράγματα. Δεν κατάλαβε τι ακριβώς είπα ο κ. Μπίρμπος και ήδη είχαν γραφτεί κάποια. Παρακάτω κάνει μία διόρθωση η οποία δεν αποσαφηνίζει όμως εντελώς το θέμα. Αυτό που έγινε είναι το εξής, εγώ 17 τις πρώτες πρωινές 01:00 τα χαράματα έφτασα στην Αθήνα. Πήγα στην ΓΑΔΑ. Στην ΓΑΔΑ με άφησαν να περιμένω μία ολόκληρη ημέρα μέχρι στις 17 αργά το βράδυ.
Η προανακριτική ανάκριση ξεκίνησε 17 του μηνός αργά το βράδυ. Έγινε ότι έγινε, το πρωί τελείωσε σε κάποια στιγμή η ανάκρισή μου ως μάρτυρας και στο επόμενο 2ωρο έγραψαν και την απολογία μου. Δηλαδή ουσιαστικά όλη η ανάκριση κράτησε από τις 17 του μηνός αργά το βράδυ μέχρι στις 18 το πρωί 09:00-10:00-11:00, μία τέτοια ώρα. Μετά με πήγαν σε ένα κελί, κοιμήθηκα και με ξύπνησαν σε κάποια φάση για να πάω στην Ανακρίτρια όπου πήρα την προθεσμία.
Β. ΜΑΡΚΗΣ: Καλώς, ξεκαθάρισε αυτό το πράγμα. Προκειμένου να δεχθούμε τις απόψεις που σήμερα υποστηρίζεις θα πρέπει να μην δεχθούμε πρώτον, το περιεχόμενο της απολογίας σου της προανακριτικής?.
Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Το ξέρω ότι είναι δύσκολο.
Β. ΜΑΡΚΗΣ: Δεύτερον, της ανακριτικής. Τρίτον, του υπομνήματος που συνέταξαν οι δικηγόροι σου στην προανάκριση αλλά και επιπλέον του υπομνήματος που συνέταξαν οι δικηγόροι σου τον Οκτώβριο;
Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Τον Οκτώβριο, εκεί όχι. Εκεί περιλαμβάνεται ένα συγκεκριμένο περιστατικό το οποίο δεν είναι αλήθεια. Δεν υπάρχει άλλο κάτι εκεί πέρα.
Β. ΜΑΡΚΗΣ: Γι αυτό θέλω να σε ρωτήσω. Ποιος είναι ο λόγος που τελικά – δεν θα σε ρωτούσα αν εσύ δεν το έλεγες και δεν το έθεσες σαν δεδομένο της διαδικασίας. Εγώ δεν θα σε ρωτούσα ποτέ γι αυτό το πράγμα αλλά αφού το έθεσες θα ρωτήσω. Ποιος είναι ο συγκεκριμένος λόγος για τον οποίο απομάκρυνες τους δικηγόρους που συνέταξαν το υπόμνημα;
Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Ο συγκεκριμένος λόγος που απομάκρυνα τους δικηγόρους μου ήταν ότι καταρχήν δεν είχε φροντίσει ώστε να λάβω γνώση του υπομνήματος. Κατά δεύτερον, όταν πλέον έφτασα στον κ. Μπίρμπο κι εκεί πέρα βρέθηκε προ τετελεσμένου γεγονότος διαβάζοντας το υπόμνημα για πρώτη φορά, εκεί πέρα μου απάντησε «μην ασχολείσαι με αυτό, το κανονίζω εγώ›. Απάντηση που για μένα δεν ήταν αρκετή. «¶στο αυτό, μην ασχολείσαι με αυτό›.
Β. ΜΑΡΚΗΣ: Ξέρετε γιατί; Θέλω να παρατηρήσω ότι είναι ένα υπόμνημα αυτό στις 22 που προσπαθεί να ανατρέψει μία προς μία όλες τις κατηγορίες με διάφορα στοιχεία. Έχω την εντύπωση πάνω ακριβώς το ίδιο βήμα και κατά την διάρκεια της διαδικασίας και η σημερινή σας υπεράσπιση προσπαθεί να τις ανατρέψει και αντιλαμβάνομαι ότι το μόνο που αυτή την στιγμή διαφοροποιείται είναι το θέμα της απειλής του Σάββα Ξηρού. Εκεί είναι η διαφοροποίησή σας. Είναι σωστό;
Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Ουσιαστικά ναι.
Β. ΜΑΡΚΗΣ: Αυτό λοιπόν έγινε η αιτία να απομακρύνεις τους δικηγόρους σου.
Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Γιατί να απομακρύνω τους δικηγόρους; Γι αυτά που σας είπα και επιπλέον?..
Β. ΜΑΡΚΗΣ: Έγραψαν αυτοί στο υπόμνημα κι έτσι αναγκάστηκες εσύ να προσαρμοστείς ενώπιον του Ανακριτού του κ. Μπίρμπου τον Οκτώβριο σε αυτό το σημείο μονάχα, ότι όταν έφυγες και πήγες στην Θεσσαλονίκη συνεχίζονταν οι απειλές από τον Σάββα Ξηρό.
Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Είναι γεγονός που δεν είναι αληθές κ. Εισαγγελέα και δεν μπορώ εδώ πέρα να έρθω να υποστηρίξω τέτοια πράγματα. Ο Σάββας Ξηρός μπορεί να έκανε τις επιλογές που έκανε (αφήστε με να σας πω λίγο σας παρακαλώ), μπορεί να έκανε οτιδήποτε έκανε αλλά για μένα είναι και ένας άνθρωπος που με βοήθησε κάποια στιγμή.
Β. ΜΑΡΚΗΣ: Δεν το αμφισβητεί κανείς αυτό.
Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Δεν μπορώ εγώ εδώ πέρα την στιγμή που δεν έγινε αυτό το πράγμα να έρθω να λέω ότι με απείλησε για να ελαφρύνω την θέση μου. Θα μπορούσα να το κάνω αυτό το πράγμα, να έρθω εδώ και να σας πω «ναι, με απείλησε›.
Β. ΜΑΡΚΗΣ: Καλώς. Να σε ρωτήσω τώρα κάτι άλλο πιο συγκεκριμένο. Όταν πήγες να νοικιάσεις αυτό το περίφημο διαμέρισμα της Δαμάρεως είχε προηγηθεί κάποια έρευνα μαζί με τον Βασίλη για να βρείτε κάποιο διαμέρισμα εσείς;
Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Όχι, δεν είχε προηγηθεί τίποτα τέτοιο και καταλαβαίνω καλά τι ρωτάτε. Το λέει ο Βασίλης Ξηρός στην προανακριτική του αυτό το πράγμα. Στην επόμενη σελίδα όμως το διαψεύδει ο ίδιος και λέει ότι ο Γεωργιάδης είχε σπάσει το πόδι του και ήταν στην Θεσσαλονίκη. Εγώ όλο εκείνο το διάστημα βρισκόμουν στην Θεσσαλονίκη με σπασμένο πόδι. Δυστυχώς δεν έχω κάποιο χαρτί σήμερα που να το αποδεικνύει αυτό το πράγμα αλλά μπορώ τα φέρω. Την αποζημίωση που έλαβα από αυτό το ατύχημα την έχει διαχειριστεί κάποιος κ. Παπαλέξης δικηγόρος και έχει δικαστεί στα Δικαστήρια του Πειραιά το 2001.
Β. ΜΑΡΚΗΣ: Όταν πήρες την ταυτότητα με τον όνομα Παπαδημητρίου και πήγες εκεί για να νοικιαστεί το διαμέρισμα αυτό, συζήτησες με τον ιδιοκτήτη, εν πάση περιπτώσει τον άνθρωπο που σου νοίκιασε το διαμέρισμα αν είσαι ή δεν είσαι ο Παπαδημητρίου;
Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Δεν συζήτησα τίποτα γιατί δεν είχα να συζητήσω τίποτα. Εμένα εξ αρχής ο Σάββας Ξηρός μου είχε πει ότι «το έχω κανονίσει, πήγαινε σε παρακαλώ μόνο να του δώσεις τα λεφτά για να πιάσουμε το διαμέρισμα›.
Β. ΜΑΡΚΗΣ: Τώρα όμως θα σας ρωτήσω κάποιο κρίσιμο και θέλω να μου απαντήσετε με μεγάλη ειλικρίνεια. Ποιανού προσώπου φωτογραφία είχε αυτή η ταυτότητα, του Παπαδημητρίου επάνω;
Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Προσώπου που δεν γνωρίζω και πίστευα ότι είναι ο φίλος του Σάββα Ξηρού.
Β. ΜΑΡΚΗΣ: Αυτό που έχεις πει;
Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Αυτό που έχω πει δεν το έχω πει.
Β. ΜΑΡΚΗΣ: Δηλαδή;
Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Σας είπα πριν τι γινόταν όταν ανακρινόμουν προανακριτικά στην ΓΑΔΑ. Σας το είπα αυτό το πράγμα. Αυτό που έκαναν, το έχει πει ο κ. Πρόεδρος πάρα πολλές φορές, η αλήθεια δεν είναι ούτε μαύρη, ούτε άσπρη. Εγώ προσπαθώ αυτή την στιγμή να σας δώσω την δική μου απόχρωση του γκρίζου, τα πράγματα όπως εγώ τα έζησα. Στις προανακριτικές μου καταθέσεις δεν έπεται ότι είναι ή ψέματα ή αλήθεια.
Β. ΜΑΡΚΗΣ: Είναι κάτι ανάμεικτο.
Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Έχουν πατήσει σε αληθινά γεγονότα. Εγώ έχω ζήσει 3, κάποια πράγματα, όσα είναι αυτά τα οποία πράγματα τα είπα από την πρώτη στιγμή. Μάλλον δεν ήταν αρκετά, δεν ξέρω τι να υποθέσω.
Β. ΜΑΡΚΗΣ: Όσες φορές το είπες αλλά έχω την εντύπωση ότι υπάρχει κάποια σύγχυση. Πόσες φορές μπήκες μέσα στο διαμέρισμα της Δαμάρεως;
Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Μέσα στο διαμέρισμα μπήκα μία. Στην πολυκατοικία μπήκα δύο. Μία φορά όταν πήγα την ταυτότητα και έδωσα τα λεφτά και μία φορά όταν ξαναμπήκα στην πολυκατοικία και μπήκα και στο διαμέρισμα μαζί με τον Σάββα.
Β. ΜΑΡΚΗΣ: Μήπως πήγες και μία τρίτη;
Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Όχι.
Β. ΜΑΡΚΗΣ: Ξέρετε υπάρχουν δύο στοιχεία γι αυτή την επίσκεψη. Η προανακριτική κατάθεση η δική σας, απολογία στην οποία λέτε ότι όχι, αλλά είναι και ο ιδιοκτήτης ο οποίος λέει ότι ένα ενοίκιο πήγατε και το δώσατε σε κάποια κυρία ηλικιωμένη στον επόμενο όροφο, στον πιο πάνω όροφο.
Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Δεν έχω δώσει ποτέ κανένα ενοίκιο. Αυτό έχει γραφτεί στην προανακριτική μου.
Β. ΜΑΡΚΗΣ: Όχι, αυτό που λέτε στην προανακριτική σας εσείς και το διαψεύδετε σήμερα το επιβεβαιώνει νομίζω με την κατάθεσή του και ο άνθρωπος ο οποίος νοίκιασε το διαμέρισμα. Εκτός αν κάνω λάθος, θα το επισημάνω.
Β. ΠΑΠΑΣΤΕΡΓΙΟΥ: Ήθελα να διευκρινίσω ότι αυτό που λέει ο κ. Βραχάτης ο μισθωτής του διαμερίσματος είναι ότι «η μητέρα μου μου ανάφερε ότι ήρθε ένα πρόσωπο και έδωσε ένα ενοίκιο› και παραδέχθηκε μάλιστα ότι η μητέρα του έχει σοβαρά προβλήματα όρασης. Δεν καταθέτει την δική του γνώση.
Β. ΜΑΡΚΗΣ: Επιμένω ότι είναι ένας συνδυασμός. Έχετε πει εσείς ότι πήγατε μια μέρα για να πληρώσετε, δεν βρήκατε και συναντήσατε μια ηλικιωμένη κυρία και δώσατε το ενοίκιο σε μία ηλικιωμένη κυρία που μένει από πάνω και έρχεται τώρα ο άλλος και λέει «ναι, ήρθε κάποιος και πλήρωσε ενοίκιο στην μητέρα μου η οποία είναι η ηλικιωμένη κυρία›. Δεν τα βλέπετε να συνδέονται αυτά τα δύο γεγονότα;
Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Εγώ σε καμία περίπτωση δεν ισχυρίζομαι ότι η δουλειά που έχετε να κάνετε είναι εύκολη γι αυτό σας ζήτησα από την αρχή όσο αυτό είναι δυνατόν να με ακούσετε χωρίς προκατάληψη. Εγώ ενοίκιο δεν πήγα ποτέ. Ο κ. Βραχάτης λέει ότι «ερχόταν κάποιος και παρέδιδε το ενοίκιο αυτό στην μητέρα μου›. Εγώ δεν ξέρω ποιος ήταν αυτός.
Β. ΜΑΡΚΗΣ: Τελικά όταν μπήκατε την ημέρα εκείνη στο διαμέρισμα είδατε αυτόν τον υπολογιστή τελικά ή δεν τον είδατε;
Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Σας είπα ότι εγώ είδα ένα τραπέζι, ένα ράντζο και κάτι καρέκλες και διάφορα μικροπράγματα που ήταν πάνω στο τραπέζι. Δεν είδα ούτε υπολογιστή, ούτε όπλα, ούτε οτιδήποτε. Στην προανακριτική μου κατάθεση σας είπα με ποιο τρόπο έχει γραφτεί.
Β. ΜΑΡΚΗΣ: Ας μην αρχίσουμε πάλι το ίδιο παιχνίδι και αρχίσουμε και λέμε προανακριτική κατάθεση, ένα υπόμνημα, δεύτερο υπόμνημα κλπ. Εγώ δέχομαι αυτή την στιγμή. Από πλευράς του Σάββα, ο Σάββας ξέρει ότι εκεί είναι μια δεύτερη γιάφκα της Οργάνωσης. Εσύ πήγες αιφνιδιαστικά εκεί ή σε ζήτησε και πήγες;
Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Αιφνιδιαστικά τι εννοείτε;
Β. ΜΑΡΚΗΣ: Ξαφνικά είπες να επισκεφθώ το διαμέρισμα μήπως είναι ο Σάββας εκεί.
Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Όχι βέβαια.
Β. ΜΑΡΚΗΣ: Πείτε μου πώς έγινε;
Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Μου ζήτησε ο Σάββας να τον πάω εκεί με την μηχανή μου επειδή είχε πάθε λάστιχο το παπί του, κάτι τέτοιο. Όταν φτάσαμε εκεί μου λέει «θέλεις να ανέβεις να δεις και το σπίτι;›. Δεν είχα εγώ κανέναν λόγο να μην ανέβω.
Β. ΜΑΡΚΗΣ: Μου δημιουργεί έναν προβληματισμό, το αντιλαμβάνεστε αυτό το πράγμα; Ο Σάββας είναι ένας άνθρωπος ο οποίος μια δεκαετία τουλάχιστον ίσως και περισσότερο χρόνο μετέχει σε αυτήν την Οργάνωση και μάλιστα εντελώς ενεργά. Είναι ο άνθρωπος που ουσιαστικά χειρίζεται τα θέματα στις δύο γιάφκες και θα έπαιρνε να πάει εκεί μέσα έναν άνθρωπο ο οποίος δεν έχει σχέση με την Οργάνωση;
Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Έχετε δίκιο αλλά από αυτά που έχω ακούσει εδώ πέρα δυο εκδοχές μόνο μπορώ να δώσω εγώ ως προς αυτό χωρίς να ξέρω.
Β. ΜΑΡΚΗΣ: Την ίδια αγωνία που έχει η Υπεράσπισή σας την έχουμε ένα προς ένα όλα τα μέλη του Δικαστηρίου. Και αν αφορά εμένα προσωπικά, για σας τους δύο κυρίως, τους πιο νέους δηλαδή. Εσένα και τον Βασίλη και ψάχνουμε να βρούμε, γιατί είστε άνθρωποι οι οποίοι αν είχατε κάποια εμπλοκή και την ψάχνουμε να τη βρούμε αυτή, είναι σε ένα χρόνο που δεν έχει καμία λογική η εμπλοκή σας.
Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Χαίρομαι που το επισημαίνετε αυτό, ότι δεν έχει καμία λογική.
Β. ΜΑΡΚΗΣ: Λογική με την έννοια ότι δεν είστε, αν δεν είστε, ή αν είστε είναι ακόμα χειρότερη η έλλειψη της λογικής. Αυτά τα χρόνια που ζούμε, το 1999 και το 2000 να εντάσσεται κάποιος σε μια τέτοια Οργάνωση. Αυτό δε θα έχει λογική. Εγώ σας ρωτώ το άλλο: Ο Σάββας ήταν ένας τόσο απρόσεκτος άνθρωπος ο οποίος θα έπαιρνε ένα παιδί το οποίο δεν έχει καμία σχέση με κάτι, να το βάλει μέσα;
Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Οι μόνες δύο εκδοχές που εγώ μπορώ να δώσω, είναι ότι ή το έκανε για λόγους τακτικής, δηλαδή πιθανόν να δω κι εγώ ότι αυτή είναι μια γκαρσονιέρα για τον λόγο που μου είπε ότι είναι?
Β. ΜΑΡΚΗΣ: Τον πήγες με το μηχανάκι το δικό σου, τον άφησες στην πόρτα. Το γεγονός ότι σε παίρνει και σε βάζει μέσα;
Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Η άλλη μόνη εκδοχή που μπορώ να δώσω από κάποια πράγματα που άκουσα που είπε ο κ. Κουφοντίνας εδώ πέρα, είναι ότι ίσως να μην προοριζόταν απ’ την αρχή γι αυτή τη χρήση.
Β. ΜΑΡΚΗΣ: Κύριε Πρόεδρε, να ξεκαθαρίσω κάποια πράγματα: Εγώ επειδή θέλω να ρωτήσω κάτι σχετικά με την προανακριτική του απολογία αλλά και την ανακριτική του, θέλω τη θέση της Υπεράσπισης. Είναι αυτοί οι ισχυρισμοί που έχουν προβληθεί και θα τους αξιολογήσουμε ή θέλουν να υποβληθούν με τη μορφή συγκεκριμένης ένστασης και να την αντιμετωπίσουμε; Γιατί εγώ θέλω να κάνω χρήση αυτών των πραγμάτων. Θέλω λοιπόν τη θέση της Υπεράσπισης ώστε ανάλογη να είναι και η διαδικασία την οποία θα ακολουθήσω.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Η Υπεράσπιση έχει τον λόγο.
Γ. ΖΗΣΙΜΟΠΟΥΛΟΣ: Η Υπεράσπιση δεν έχει καμία αμφιβολία ότι οι προανακριτικές θα αξιολογηθούν την ώρα της κρίσεως από το Δικαστήριό σας. Το ζήτημα εγείρεται εάν και κατά πόσον πληρούν το τεκμήριο νομιμότητας, αν λήφθηκαν δηλαδή με τον τρόπο που προβλέπουν οι νόμοι.
Εκείνο το οποίο θα ήθελα να επισημάνω είναι το εξής: Εκείνο που απασχολεί την Υπεράσπιση είναι η εξέταση, γιατί εδώ πρόκειται για μια ιδιαίτερη περίπτωση και σε προηγούμενη απόφαση το Δικαστήριό σας το είχε επισημάνει αυτό. Αναφέρομαι στην απόφαση σε παρόμοιο σχετικό αίτημα το οποίο υπεβλήθη από τον κατηγορούμενο κ. Σάββα Ξηρό και έρχεται στη σκέψη της απόφασης την οποία απαγγείλατε, στο σκεπτικό αυτό, σε ένα πρώτο περιληπτικό στάδιο πει ότι παρ’ όλα αυτά, παρά την θέση την απορριπτική την οποία έλαβε το Δικαστήριό σας θα πρέπει να ερευνάται in concreto, εξατομίκευση δηλαδή και πολύ ορθά κι εμείς βεβαίως συμφωνούμε, η επίδραση της παρουσίας της αστυνομικής δύναμης κατά την απολογία ανάλογα με τη φύση της υπόθεσης, τη συμπεριφορά των αστυνομικών και την επίδραση του εν λόγω περιστατικού επί της δυνατότητας της ελεύθερης έκφρασης του κατηγορουμένου και της εν γένει άσκησης των δικαιωμάτων τους.
Ακούσατε τον κατηγορούμενο για τις συνθήκες κάτω από τις οποίες απολογήθηκε ενώπιον της κας Μπούρη. Θα ήθελα να επισημάνω το εξής: Έχει παρατηρηθεί ορθώς και από την Εισαγγελική Έδρα, από τον κ. Μαρκή, ότι ουσιαστικά η δικονομική αυτή ένσταση στηρίζεται στη διάταξη του 241 το οποίο λέει αυτά τα οποία λέει για το ποιοι δικαιούνται κατά νόμο να παρευρίσκονται κατά τη διάρκεια της ανακρίσεως.
Η άποψη της Υπεράσπισης είναι ότι η διατύπωση της συγκεκριμένης διατάξεως, η αδιάστικτη διατύπωση, η σαφής διατύπωση δεν αφήνει περιθώρια ερμηνευτικά. Υποβλήθηκε από τον Εισαγγελέα και το Δικαστήριό σας έλαβε σχετική απόφαση και έκανε δεκτή την ύπαρξη εξαιρετικών συνθηκών. Αναφέρθηκε δηλαδή στη φύση της συγκεκριμένης υπόθεσης.
Κύριε Πρόεδρε, οι εξαιρετικές συνθήκες αποτελούν έννοια νομική, αξιολογική από τις πλέον δύσβατες και τα Δικαστήριά σας είναι πολύ φειδωλά στην αναγνώρισή τους. Δεν κρίνεται υποκειμενικά και κατά την κρίση οιουδήποτε. Το ερώτημα λοιπόν το οποίο ανακύπτει εάν δεχθεί κανείς ότι υπήρχαν εξαιρετικές συνθήκες είναι το εξής: Οι εξαιρετικές συνθήκες αυτές εξέλειπαν ενώπιον του κ. Ζερβομπεάκου; Έπαψαν να υφίστανται ενώπιον του κ. Ζερβομπεάκου; Η απάντηση είναι όχι, διότι ουδέποτε υπήρξαν εξαιρετικές συνθήκες. Γιατί ποιος είναι ο μόνος αρμόδιος για τη διαπίστωση των συνθηκών αυτών έτσι ώστε πράγματι να δεχθούμε ότι υπήρχαν; Μόνο ο κ. ανακριτής, η ανακρίτρια η κα Μπούρη.
Υπάρχει όμως σχετικό έγγραφο; Υπάρχει αναφορά με την οποία να διαπιστώνονται οι ιδιαίτερες, οι εξαιρετικές αυτές συνθήκες, έστω αναιτιολογήτως και να ζητείται από την μόνη αρμοδία η φύλαξη, η προστασία των κατηγορουμένων και αυτής της ιδίας; Δεν υπάρχει τέτοιο έγγραφο. Αυτό ήθελα να επισημάνω στο Δικαστήριό σας.
Υπάρχει και η ιδιαιτερότητα όσον αφορά τον συγκεκριμένο κατηγορούμενο η εξής: Ότι η παρουσία των αστυνομικών στην απολογία του Γεωργιάδη, όχι μόνο δεν ήταν διακριτική αλλά κατά την αναφορά του τότε συνηγόρου Υπερασπίσεως κ. Καραμανώλη ο οποίος αυτά τα έχει αναφέρει και στην εφημερίδα ΑΠΟΓΕΥΜΑΤΙΝΗ, είναι αναγνωστέο έγγραφο, με τον εξής τρόπο, ο οποίος πράγματι δε δημιουργεί μόνο εντυπώσεις κ. Πρόεδρε, δημιουργεί μια πραγματική κατάσταση και λέει τα εξής:
«Λίγα δευτερόλεπτα πριν ανοίξει το στόμα του ο κατηγορούμενος› -σας το περιέγραψε και ο ίδιος- «προέταξαν τα αυτόματα, ο ένας προς τη μεριά του κατηγορουμένου και ο άλλος προς την πλευρά του δικηγόρου›. Αυτές είναι οι in concreto συνθήκες κάτω από τις οποίες απολογήθηκε ο παρών κατηγορούμενος της συγκεκριμένης ηλικίας, οι οποίες επιβεβαιώνονται με αυτόν τον τρόπο από τον παραστάντα συνήγορο και διαμαρτυρηθέντα τότε ενώπιον της κας ανακρίτριας, χωρίς ταυτόχρονα, επαναλαμβάνω, νομικά να υφίσταται έγγραφο, διαπίστωση κατά νόμο, υπογεγραμμένο δηλαδή από την μόνη αρμοδία, την κα ανακρίτρια, η οποία να πιστοποιεί τις εξαιρετικές αυτές συνθήκες και να ζητά την προστασία της έτσι όπως προβλέπει ο νόμος.
Είναι θέμα ουσίας κ. Πρόεδρε ,είναι κρίσιμο. Γνωρίζουμε ότι θα αξιολογηθούν όλα, υπάρχει όμως ένα ερώτημα το οποίο είναι κρίσιμο και αν θέλετε την άποψή μου και παρακαλώ θυμηθείτε και την δική σας από Έδρας αντίδραση για πρώτη φορά όταν ακούστηκαν αυτά, αποτελεί για την Υπεράσπιση του Γεωργιάδη άγος για τη δικαιοσύνη, δεν είναι απλώς παραβίαση θεμελιώδους κανόνα, είναι άγος για τη δικαιοσύνη το οποίο πρέπει και μπορεί το Δικαστήριο να την αποκαθάρει με την απόφαση την οποία θα εκδώσει.
Δεν είναι συνθήκες αυτές στοιχειώδους νομιμότητας κάτω από τις οποίες απολογήθηκε, ιδιαίτερα ο παρών κατηγορούμενος, έτσι όπως περιγράφονται, επαναλαμβάνω, από τον συνήγορο Υπεράσπισης κα παραστάντα τότε κ. Καραμανώλη.
Β. ΠΑΠΑΣΤΕΡΓΙΟΥ: Συμπληρωματικά όμως αντιλαμβάνεστε υπάρχει θέμα αιτήματος να μην υπάρξει αποδεικτική αξιοποίησης των προανακριτικών απολογιών του κατηγορουμένου Γεωργιάδη όπως και της απολογίας του ενώπιον της τακτικής ανακρίτριας. Θα μας επιτρέψετε να είμαστε λίγο αναλυτικοί στο ζήτημα αυτό διότι είναι ένα σημαντικό θέμα όπως αντιλαμβάνεστε.
Θα ξεκινήσω με τη μαρτυρική κατάθεσή του, παρά την αναφορά του κ. Αναπληρωτή Εισαγγελέα για τον εξής λόγο: Υπάρχει στη δικογραφία αυτή η μαρτυρική κατάθεση και μάλιστα υπάρχει και μια συγκεκριμένη αιτιολόγηση βάσει της οποίας παρέμεινε στη δικογραφία για το λόγο ότι ενώπιον της τακτικής ανακρίτριας ο κατηγορούμενος δηλώνει ότι «αναφέρομαι στη μαρτυρική μου κατάθεση›. Αυτό ήταν το σκεπτικό του Δικαστηρίου σας με το οποίο επετράπη η παραμονή της στη δικογραφία όταν είχε υποβληθεί η σχετική ένσταση προκειμένου να αφαιρεθεί.
Θα παραλείψω όλα τα προηγούμενα τα οποία αφορούν τη γνωστή νομολογία, διαμορφωμένη πλέον, του Αρείου Πάγου σχετικά με την απαγόρευση αποδεικτικής αξιοποίησης των μαρτυρικών καταθέσεων, είτε αυτές έχουν ληφθεί ανωμοτί είτε έχουν ληφθεί ενόρκως. Το γνωρίζετε, έχουν ήδη αναπτυχθεί ενώπιόν σας και νομίζω ότι δεν υπάρχει κάτι αναλυτικότερο να ειπωθεί αυτή τη στιγμή.
Εκείνο το οποίο θα ήθελα να αντικρούσω είναι ουσιαστικά η δυνατότητα να παρακάμψουμε αυτή την αποδεικτική απαγόρευση εκ του γεγονός ότι ο κατηγορούμενος ενώπιον της ανακρίτριας αναφέρει τη φράση «αναφέρομαι στη μαρτυρική μου κατάθεση›. Εδώ το ερώτημα είναι: Υπάρχει ενσωμάτωση της μαρτυρικής κατάθεσης στην ανακριτική απολογία;
Δε θα μείνω μονάχα στο γραμματικό και στο λεκτικό. Λέει «αναφέρομαι› και όχι «επιβεβαιώνω›, κατά μία έννοια θα μπορούσε να πει κανείς ότι παίζουμε με τις λέξεις. Θα μιλήσω για την ουσία, για το περιεχόμενο τω νόσων λέει στην ανακρίτρια. Θα παρατηρήσετε με μία προσεκτική ανάγνωση την οποία οπωσδήποτε θα την κάνετε, ότι το περιεχόμενο της κατάθεσής του στην ανακρίτρια δεν ταυτίζεται και σε ουσιαστικά ζητήματα μάλιστα έρχεται σε αντίθεση με τα όσα έχουν ειπωθεί στη μαρτυρική κατάθεση. ¶λλα πράγματα λέει ως προς τη συμμετοχή του και τη γνώση που είχε για την Οργάνωση στην ανακρίτρια, άλλα λέει στη μαρτυρική του. ¶λλα λέει για τη ληστεία στην ανακρίτρια, υπάρχουν αποχρώσεις στη μαρτυρική του κατάθεση.
Τι θα δεχθεί λοιπόν το Δικαστήριο να αξιοποιήσει; Να αξιοποιήσει μια μαρτυρική κατάθεση η οποία ελήφθη κατά πλήρη παράβαση των δικαιωμάτων του κατηγορουμένου επειδή ακριβώς αναθρέφει τη φράση «αναφέρομαι στη μαρτυρική μου κατάθεση›; Υπάρχουν ισχυρισμοί οι οποίοι είναι εντελώς διαφορετικοί στην κατάθεσή του ενώπιον της ανακρίτριας.
Έχουμε λοιπόν τη γνώμη ότι ενόψει ακριβώς αυτής της ουσιαστικής διαφοράς που υπάρχει, δεν υπάρχει επιβεβαίωση των ισχυρισμών της μαρτυρικής του κατάθεσης στην ανακριτική του απολογία και επομένως στο μέτρο που οι ισχυρισμοί οι οποίοι υπάρχουν στη μαρτυρική του κατάθεση αντιφάσκουν προς τα όσα καταθέτει ενώπιον της ανακρίτριας, είναι ανεπίτρεπτο να ληφθεί υπόψη η μαρτυρική του κατάθεση ως προς αυτά τα σημεία τουλάχιστον.
Κατά τη γνώμη μας γενικότερα δε θα έπρεπε να ληφθεί υπόψη αυτή η μαρτυρική κατάθεση διότι κατά τη γνώμη της Υπεράσπισης του κατηγορούμενου Γεωργιάδη, είναι ανεπίτρεπτο μία κατάθεση η οποία είναι άκυρη κατά το άρθρο 5 του Κ.Ποιν.Δ., να ενσωματώνεται με μόνη μία δήλωση του κατηγορούμενου ότι «αναφέρομαι σε αυτή μου την κατάθεση›. Είναι μία γενικότερη κρίση την οποία κάνουμε, ότι είναι μία κατάθεση άκυρη, δεν είναι νόμιμος ο τρόπος ενσωμάτωσης στη δικογραφία το να λέει «αναφέρομαι› απλώς, ενώπιον της ανακρίτριας και δεν την καθιστά έγκυρη εκ των υστέρων την κατάθεσή του αυτή.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ζητήθηκε από κανέναν να αναγνωσθεί αυτή η κατάθεση; Μήπως είμαστε εκτός αντικειμένου; Εδώ ζητά την ανάγνωση μονάχα της προανακριτικής του απολογίας.
Β. ΠΑΠΑΣΤΕΡΓΙΟΥ: Εάν δεν υπάρχει θέμα τότε δεχθείτε ως περιττά τα όσα ειπώθηκαν προηγουμένως.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ο κ. Εισαγγελεύς απ’ ότι κατάλαβα, είπε μόνο τις απολογίες στην προανάκριση και στην ανάκριση και φυσικά και την τελευταία και τα υπομνήματα.
Β. ΠΑΠΑΣΤΕΡΓΙΟΥ: Θα έπρεπε τότε να έχουν διακοπεί εξαρχής κ. Πρόεδρε και όσα υπάρχουν στη δικογραφία, γι αυτό ακριβώς ανέπτυξα αυτή την άποψη. Μέχρι σήμερα υπάρχει στη δικογραφία αυτή η ανάκριση.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Το θέμα είναι να μην περάσει εδώ στην αποδεικτική διαδικασία. Αν είναι άκυρη και τη διαβάσω θα μου πουν «τι διαβάζεις εδώ;› Αν είναι άκυρη. Αυτό είναι ένα άλλο θέμα το οποίο θα το πούμε μετά με τον κ. Σταμούλη
Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Εγώ νομικά δε γνωρίζω, δεν ξέρω αν είναι άκυρη ή δεν είναι άκυρη, εγώ παρ’ όλα αυτά είμαι σίγουρος ότι ο συνήγορός μου προσπαθεί για το καλύτερο, αλλά εγώ παρ’ όλα αυτά θα ήθελα να τη διαβάσετε είτε εδώ είτε όταν θα αποφασίζετε, γιατί είναι οφθαλμοφανή αυτά που λέω μέσα.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Θέλει επομένως να τη διαβάσουμε, επομένως η ένσταση δεν υπάρχει. Καταργείται η ένσταση.
Β. ΠΑΠΑΣΤΕΡΓΙΟΥ: Θέλεις να διαβαστούν οι προανακριτικές απολογίες σου;
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ναι, θέλει.
Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Θέλω να ενημερωθείτε εσείς οι ίδιοι αν δεν την έχετε διαβάσει.
Β. ΠΑΠΑΣΤΕΡΓΙΟΥ: Είναι άλλο πράγμα η ενημέρωση στη δικογραφία και άλλο πράγμα το να ζητηθεί να διαβαστεί και να αποτελέσει τμήμα της απόδειξης.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Συνεννοηθείτε καλύτερα με τον πελάτη σας, πείτε τα?..
Β. ΠΑΠΑΣΤΕΡΓΙΟΥ: Συνεχίζω εν σχέσει με το γεγονός ότι ζητάμε να μην αξιοποιηθεί αποδεικτικά η προανακριτική απολογία με τη σύμφωνη γνώμη του κατηγορουμένου.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Να μην αναγνωσθεί λοιπόν, αυτό είναι το αίτημα.
Β. ΠΑΠΑΣΤΕΡΓΙΟΥ: Όπως κατέθεσε ενώπιόν σας ο κατηγορούμενος, περιέγραψε τις συνθήκες υπό τις οποίες ελήφθη η προανακριτική του απολογία. Ο Γεωργιάδης, σύμφωνα με τα όσα λέει, απολογείται σε συνθήκες στέρησης ύπνου και με έντονη την ύπαρξη ψυχολογικής βίας. Υπάρχει μια ψυχολογική απειλή που σε έναν μέσο άνθρωπο 26 χρονών, ο οποίος καλείται και μεταφέρεται από τη Θεσσαλονίκη στην Αθήνα στη βάση μιας ειδικής αποστολής, με C-130, σε όλο το πλαίσιο αυτό το οποίο μπορείτε να σκεφτείτε, πώς φυλάσσεται και πού βρίσκεται και συζητά με ανθρώπους οι οποίοι έχουν ένα τεκμήριο αρμοδιότητας, συστήνεται κάποιος άνθρωπος ως στρατηγός, συστήνεται κάποιος ως Εισαγγελέας, μπορούν να του προκαλέσουν εύλογο φόβο.
Το να σε απειλεί μέσα σε αυτό το πλαίσιο κάποιος άνθρωπος ο οποίος είναι Εισαγγελέας και να σου λέει ότι αυτό το πράγμα, υπάρχει δυνατότητα να χρεωθείς, να έχεις κάποιες κατηγορίες που είναι σοβαρότατες, σε έναν μέσο άνθρωπο της ηλικίας του Γεωργιάδη, είναι δυνατό να προκαλέσει εύλογο φόβο. Η ψυχολογική βία που ασκείται λοιπόν σύμφωνα με αυτή την έννοια –και αυτό είναι μία πάγια γνώμη της θεωρίας τουλάχιστον- αποτελεί βασανιστήριο.
Ο Καρράς στο κλασικό του βιβλίο «Ποινικό Δικονομικό Δίκαιο›, ορίζει ως βασανιστήριο την πιο πάνω μορφή, την άσκηση, την ύπαρξη ψυχολογικής βίας. Κατ’ αυτή την έννοια, εμείς θεωρούμε ότι η προανακριτική απολογία του Γεωργιάδη είναι παρανόμως ληφθέν αποδεικτικό μέσον. Βεβαίως υπάρχει ένα μέγιστο πρόβλημα: Αυτά τα λέει μονάχα ο Γεωργιάδης, δε μπορούμε να τα αποδείξουμε. Το ερώτημα όμως το οποίο υποβάλλουμε προς το Δικαστήριό σας, είναι κατά πόσο μπορεί υπό το καθεστώς αυτό να υπάρξει απόδειξη αυτού ακριβώς του ισχυρισμού.
Η απάντηση η δική μου, στο μέτρο που δεν υπάρχει κάποιο κασετόφωνο ή φωτογραφική μηχανή να καταγράψει τα όσα καταγράφονται, είναι ότι το Δικαστήριο μπορεί να αχθεί σε κρίσεις επί των γεγονότων αυτών με βάση κάποιες δομημένες συλλογιστικές κρίσεις, με βάση κάποιους συλλογισμούς. Υπάρχουν λοιπόν κάποιοι συλλογισμοί, κάποιες δομημένες κρίσεις οι οποίες μπορούν να θεμελιώσουν και να ενισχύσουν τον ισχυρισμό αυτόν του Γεωργιάδη; Η γνώμη μου είναι ότι υπάρχουν.
Να σας πω τι εννοώ: Το πρώτο είναι αυτές οι φοβερές αντιφάσεις στις ημερομηνίες που υπάρχουν στις καταθέσεις του. Αν διαβάσει κανείς τις καταθέσεις του Γεωργιάδη και την προανακριτική του απολογία, σχηματίζει την εικόνα ότι αυτός ο άνθρωπος πραγματικά έχει μια πλήρη σύγχυση για το πού βρίσκεται και τι έχει κάνει στη ζωή του. Υπάρχουν ορατές αντιφάσεις δηλαδή που δεν πείθουν ότι υπάρχει βιωμένη εμπειρία σ’ αυτή την κατάθεση.
Δε μπορεί κανείς να δίνει ένα αρκετά συνεπές χρονικό διάγραμμα της ζωής του μέχρι ένα ορισμένο σημείο και μετά ξαφνικά να το ανατρέπει, αναφέροντας γεγονότα τα οποία είναι πολύ προγενέστερα. Είναι λοιπόν μία λογική κρίση η οποία θα πρέπει να απασχολήσει το Δικαστήριό σας εν σχέσει και προς τον συγκεκριμένο ισχυρισμό.
Ένα δεύτερο ζήτημα το οποίο αφορά το χρόνο της κράτησής του είναι και το εξής, το εισφέρω διότι πρόκειται περί δημοσίων εγγράφων, γνωρίζουμε τους περιορισμούς που υπάρχουν στην αμφισβήτησή τους, να πω όμως κάτι κυρίως επειδή όμως είπατε τα πάντα εκτιμώνται από το Δικαστήριό σας, ασχέτως του αν προκαλούνται κάποιες ακυρότητες από ένα ορισμένο υπερασπιστικό επιχείρημα.
Στις εφημερίδες της 18/7/2002 όταν δηλαδή ο Γεωργιάδης σύμφωνα με τα όσα μας λένε οι εκθέσεις εξέτασής του έχει ήδη ομολογήσει από τις 4 η ώρα το πρωί, δεν υπάρχει καμία απολύτως ανακοίνωση για το γεγονός ότι αυτός ο συγκεκριμένος κατηγορούμενος έχει αποδειχθεί την κατηγορία κι έχει ομολογήσει. Με δεδομένη την κοινωνική εμπειρία το καθενός μας, με δεδομένο δηλαδή ότι ξέρουμε ότι η ροή των πληροφοριών στις περιπτώσεις αυτές είναι ταχύτατη και πολλές φορές και κατευθυνόμενη μας είναι πάρα πολύ δύσκολο να κατανοήσουμε το πώς είναι δυνατόν αν είχε πραγματικά απολογηθεί και αν είχε δώσει πραγματικά καταθέσεις το πρωί της Τετάρτης ο Γεωργιάδης, την Πέμπτη το πρωί που τυπώνονται οι εφημερίδες όλες οι απογευματινές αλλά και ο ηλεκτρονικός Τύπος να μην αναφέρουν τίποτα για την ομολογία του αυτή.
Επομένως, εμάς μας θέτει σε αμφιβολία αυτό το πράγμα και νομίζω ότι είναι μια αμφιβολία πάρα πολύ βάσιμη και τεκμηριώνει τον ισχυρισμό του κατηγορουμένου, ότι πράγματι δεν λήφθηκε καμία κατάθεση την Τετάρτη τα χαράματα, Τρίτη προς Τετάρτη, αλλά ότι ουσιαστικά οι καταθέσεις του έχουν γίνει Τετάρτη προς Πέμπτη, 18 Ιουνίου. Πάρτε την εφημερίδα της 18/7, δεν υπάρχει καμία αναφορά για ομολογία Γεωργιάδη.
Μπαίνω σε ένα άλλο θέμα πιο θεωρητικό κάπως, που είναι στοιχείο όμως της ένστασής μας σχετικά με το δικαίωμα σιωπής. Κατά τη γνώμη μας ο Γεωργιάδης με βάση τα όσα καταθέτει δεν έχει ενημερωθεί για το δικαίωμα σιωπής του, το δικαίωμα δηλαδή να μην καταθέσει για γεγονότα που τον ενοχοποιούν. Αυτό δεν του έγινε γνωστό ούτε όταν εξετάστηκε ως μάρτυρας κατά το 223, ούτε όταν εξετάστηκε ως κατηγορούμενος παρότι αυτό ρητά προβλέπεται από το νόμο από το άρθρο 273 παρ. 2.
Κατά τη γνώμη μας έχει παραβιαστεί το δικαίωμά του να σιωπήσει και αυτό προκύπτει και από το χρόνο της κράτησής του, παραμένει δηλαδή μέσα στη Θεσσαλονίκη και στην αντιτρομοκρατική της Αθήνας επί πάρα πολλή ώρα και βεβαίως δεν του αποδίδεται, ενώ έχει το δικαίωμα, μία κατηγορία, το οποίο βεβαίως έχει και κάποιες συνέπειες. Η συνέπεια του να αποδοθεί μια κατηγορία, είναι το δικαίωμά του να ενημερωθεί για το γεγονός ότι δε μπορεί να καταθέσει σε βάρος του εαυτού του.
Να πω ότι από τη θεωρία προκύπτει η υποχρέωση του ανακριτή να ενημερώνει ρητά τον κατηγορούμενο για το δικαίωμα σιωπής, αναφέρομαι πάλι στο σύγγραμμα του κ. Καρρά, ο οποίος το θεωρεί μάλιστα σαν ειδικότερη έκφραση του δικαιώματος στην δίκαιη δίκη και κατηγορηματικό σε σχέση με την υποχρέωση αυτή του ανακριτή να γνωστοποιήσει στον κατηγορούμενο το δικαίωμά του να σιωπήσει, είναι και μία γνωμοδότηση η οποία νομίζω ότι έχει τεθεί υπόψη σας, διαφορετικά να σας την προσκομίσω, γνωμοδότηση του Εισαγγελέα Πρωτοδικών Θεσσαλονίκης, του κ. Ζαχαρή, που επίσης θεωρεί ότι υπάρχει υποχρέωση του ανακριτή να γνωστοποιεί το δικαίωμα σιωπής στον κατηγορούμενο.
Το ερώτημα είναι επάγεται κάποια ακυρότητα αυτή η παράλειψη γνωστοποίησης; Στην θεωρία θα αναφερθώ, εν πλήρη γνώσει του ότι δεν υπάρχει σχετική νομολογία, θετική προς την άποψή μας, ωστόσο και το σύγγραμμα του καθηγητή Καρρά και στο σύγγραμμα του νυν Συνηγόρου του Πολίτη του κ. Καμίνη σχετικά με τα παράνομα αποδεικτικά μέσα, θεωρούν και οι δύο ότι το δικαίωμα γνωστοποίησης του δικαιώματος σιωπής, επειδή απορρέει από διατάξεις του νόμου αυξημένης θετικής ισχύος, από την ΕΣΔΑ δηλαδή και από το σύνταγμα, επάγεται??
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Παρακάλεσα τον χρόνο να τον σεβόμεθα όλοι. Τώρα, αν θέλετε να λέτε πράγματα τα οποία είναι αντίθετα και προς την ίδια την έκθεση, τι να κάνουμε, δικαίωμά σας είναι, δε μπορώ εγώ να σας το αφαιρέσω.
Β. ΠΑΠΑΣΤΕΡΓΙΟΥ: Προέκυψε από την κατάθεση του κατηγορουμένου.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Εγώ θα το διαβάσω και θα δω αν είναι έτσι όπως τα λέτε.
Β. ΠΑΠΑΣΤΕΡΓΙΟΥ: Προέκυψε, γι αυτό ακριβώς απολογήθηκε πρώτα ο κατηγορούμενος, για να δώσει τη δική του αλήθεια, για να πει τα γεγονότα όπως συνέβησαν σύμφωνα με τη δική του αντίληψη και από αυτή του ακριβώς την κατάθεση προέκυψε αυτό το οποίο λέω, στη βάση αυτή επιχειρηματολογώ.
Κάτι άλλο: Ίσως θα προσέξατε –και δεν τον ρωτήσατε κάτι σχετικό βεβαίως- ότι ο Γεωργιάδης όταν απολογήθηκε ενώπιον της ανακρίτριας είχε μια επαφή με τον συνήγορό του ενώπιον των γονέων του. Εσείς προσέξατε ότι ήταν κι οι γονείς του παρόντες, ωστόσο δεν ρωτήσατε εάν τυχόν μέσα σ’ αυτές τις συνθήκες είχε τη δυνατότητα ουσιαστικά να επικοινωνήσει και να συνεννοηθεί με τον συνήγορό του. Επαναλαμβάνω, κατηγορείται για βαρύτατες αξιόποινες πράξεις, έχει βαρύτατες κατηγορίες και συναντάται ενώπιον δέκα αστυνομικών για 10 λεπτά πριν από την απολογία του.
Το ερώτημά μου είναι: Το δικαίωμα επικοινωνίας με τον συνήγορο έχει πληρωθεί στην περίπτωση αυτή; Δεν υπήρξε κάποια ερώτηση στο ζήτημα αυτό, κατά τη γνώμη της Υπεράσπισης Γεωργιάδη έχει παραβιαστεί πλήρως το δικαίωμα επικοινωνίας με τον συνήγορο στην ανακριτική του απολογία. Και αυτό διότι υπάρχει η παρουσία τρίτων προσώπων και δεν υπάρχει χρόνος επαρκής προκειμένου να γίνει συνεννόηση μεταξύ κατηγορουμένου και συνηγόρου.
Το δικαίωμα επικοινωνίας με τον συνήγορο, σύμφωνα πάλι με τη θεωρία, αναφέρομαι σε απόψεις του συνεπώνυμού σας καθηγητή Μαργαρίτη στη Θεσσαλονίκη, περιλαμβάνει ως ανυποχώρητο αίτημα τον αποκλεισμό παρουσίας οποιουδήποτε τρίτου προσώπου και την εξασφάλιση ελεύθερης και χρονικά απεριόριστης δυνατότητας επαφής με τον συνήγορο.
Τα αυτά επαναλαμβάνει στην προηγούμενη γνωμοδότηση την οποία σας ανέφερα ο Εισαγγελέας Πρωτοδικών Θεσσαλονίκης, ο κ. Ζαχαρής. Το ερώτημα είναι, έχει πληρωθεί το δικαίωμα αυτό στην περίπτωση αυτή; Βεβαίως και όχι και δεν προκύπτει από πουθενά ότι υπάρχει επαρκής επικοινωνία με τον συνήγορο. Έχει κάποια έννομη συνέπεια αυτή η παραβίαση; Προφανώς και έχει, είναι δικαίωμα του κατηγορούμενου και επάγεται ακυρότητα της ανακριτικής του κατάθεσης.
ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Κύριοι Δικασταί, η ένσταση αυτή είναι κατά το νόμο και κατ’ ουσία αβάσιμη. Δεν θα πω την αιτιολογία την οποία έχω αναφέρει και σε προηγούμενες συναφείς ενστάσεις. Με το τελευταίο που είπε ο κ. συνήγορος, ότι κατά την αστυνομική προανάκριση, σύμφωνα με το άρθρο 243 του Κ.Ποιν.Δ., όταν ελήφθη η απολογία του κ. Γεωργιάδη, την οποία έχω μπροστά μου, προκύπτει ότι τηρήθηκαν όλοι οι δικονομικοί τύποι του Κ.Ποιν.Δ. και κατ’ ουσίαν όπως ακριβώς ορίζει ο κώδικας στα άρθρα 103, 100, 101, 102, 104, 105 και 273 του Κ.Ποιν.Δ.
Προκύπτει ότι του εξηγήθηκε ότι δικαιούται να πάει μετά συνηγόρου να λάβει αντίγραφο της ανάκρισης, ερωτήθηκε αν επιθυμεί να κάνει χρήση των δικαιωμάτων του όπως του γνωστοποιήθηκα και απάντησε «όχι›. Η αλήθεια της προανακριτικής απολογίας του προκύπτει και συνομολογείται ρητά στο απολογητικό υπόμνημα από 21/7/2002. Το υπόμνημα αυτό συνετάγη από τον συνήγορο του κ. κατηγορουμένου, τον κ. Αλέξη Καραμανώλη.
Σε αυτό το απολογητικό υπόμνημα αλλά και στην απολογία από 21/7/2002, όπου και εκεί παρίσταται με δύο συνηγόρους, τους Διονύσιο και Αλέξη Καραμανώλη, ο κ. κατηγορούμενος ουδέν αναφέρει οτιδήποτε, σχετικά με πλημμέλεια έστω και καθ’ υποψίαν που να συνέβη κατά την αστυνομική προανάκριση. Τότε, όλα είναι πρόσφατα στη μνήμη του και όχι μόνο στη μνήμη αλλά και στο συναίσθημά του. Στην απολογία η οποία είναι στοιχείο της δικογραφίας, δέχεται τη συμμετοχή του στην έκρηξη της 22/6/98 στην Τράπεζα ΠΙΣΤΕΩΣ, αρνείται τη συμμετοχή του στη ληστεία ΕΘΝΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ Παγκρατίου και ζητά την ευνοϊκή μεταχείριση του νόμου διότι συνέβαλλε ουσιαστικά στην εξάπλωση της εγκληματικής οργάνωσης. Και μάλιστα ότι δεν μπορούσε πριν να το κάνει διότι φοβόταν για τη ζωή του και της οικογενείας του.
Αρνείται επίσης το θέμα της μισθώσεως της γιάφκας στην οδό Δαμάρεως στο απολογητικό του υπόμνημα το οποίο είναι και προϊόν σκέψεως ενδελεχούς τούτου και του συνηγόρου του και σταθμίσεως όλων των δεδομένων της Δίκης, πριν, κατά και μετά, διότι όπως είναι γνωστό, ο συνήγορος προβλέπει και περαιτέρω τι σημασία έχουν αυτά τα οποία διατυπώνει στο υπόμνημά του σχετικά με την κατηγορία η οποία έχει απαγγελθεί στον πελάτη του.
Εδώ λοιπόν κύριοι Δικασταί, ουδέν αναφέρει. Αντιθέτως, αρνείται ότι υπήρξε συνειδητά μέλος της εγκληματικής αυτής Οργάνωσης, αρνείται τη συμμετοχή του στη ληστεία στο Υποκατάστημα της ΕΘΝΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ Παγκρατίου και λέει «δεν μετείχα στην ομάδα των κακοποιών που διέπραξαν αυτή›. Πράγματι, κακοποιοί ήταν, εγκληματίες ήταν.
Αρκετά κύριοι Δικασταί και εκείνοι και οποιοιδήποτε, και πριν και τώρα και πάντα. Όποιος ληστεύει, όποιος σκοτώνει, είναι εγκληματίας και κακοποιός. Και τίθεται εναντίον των αδελφών Ξηρού και αποδίδει σε αυτούς ότι τον εκμεταλλεύτηκαν. Να σας διατυπώσω τι λεει: «Βρισκόμενος κάτω από την ενθάρρυνση των αδελφών Ξηρού οι οποίοι επί αρκετούς μήνες μου εξασφάλιζαν στέγη και τροφή ενώ παράλληλα?.›