Νέα πειράματα έρχονται να ενισχύσουν την επίμαχη θεωρία ότι η μύτη μας χρησιμοποιεί και έναν κβαντοφυσικό μηχανισμό για την όσφρηση. Φαίνεται πως η συγκεκριμένη αίσθηση δεν εξαρτάται μόνο από τα σχήματα των μορίων των ουσιών που μυρίζουμε στον αέρα, αλλά και από τις δονήσεις των μορίων.
Η νέα έρευνα -υπό τον Λούκα Τούριν- έγινε από την Κλειώ Μανιάτη και τον Ευθύμιο Σκουλάκη του Τμήματος Νευροβιολογίας του Ερευνητικού Κέντρου Βιοϊατρικών Επιστημών «Αλέξανδρος Φλέμινγκ» στη Βάρη Αττικής, τους Δημήτρη Γεωργανάκη, Μανώλη Βαμβακιά και Νικήτα Ραγκούση της εταιρείας Βιορύλ Α.Ε. στις Αφίδνες και τον Σάιμον Γκέιν του πανεπιστημιακού νοσοκομείου του University College του Λονδίνου.
Έδειξε ότι οι άνθρωποι είναι σε θέση να διακρίνουν ανάμεσα στα διαφορετικά δονούμενα μόρια και αυτή η ικανότητα αποδίδεται σε κβαντικά φαινόμενα που συμβαίνουν στα βιολογικά συστήματα.
Η εν λόγω θεωρία (περί δονητικής- κβαντικής διάστασης στην όσφρηση), που πρώτος προώθησε το 1996 ο Λούκα Τούριν, δεν έχει ακόμα κερδίσει την καθολική παραδοχή της επιστημονικής κοινότητας, καθώς η κυρίαρχη αντίληψη παραμένει πως η αίσθηση της όσφρησης εξαρτάται αποκλειστικά από το σχήμα των μορίων που γίνονται αντιληπτά με βιοχημικό τρόπο από τους σχετικούς μοριακούς υποδοχείς της μύτης.
Ο 60χρονος Ιταλο-αργεντινός Τούριν, μαζί πλέον με τους έλληνες συνεργάτες του (καθώς από το 2011 εργάζεται στο Ινστιτούτο Φλέμινγκ) επιμένει πως η κυρίαρχη θεωρία έχει κενά, που μόνο η κβαντοφυσική μπορεί να συμπληρώσει.
Όπως αναφέρει, διάφορα μόρια, όπως του υδρογόνου και του θείου, όταν συνυπάρχουν σε μια χημική ένωση (υδρόθειο), μπορούν να πάρουν διαφορετικά σχήματα, όμως σε όλες τις περιπτώσεις η άσχημη μυρωδιά είναι η ίδια: των κλούβιων αυγών. Όπως υποστηρίζει, η εναλλακτική δονητική- κβαντική θεωρία -ότι η οσμή ενός μορίου εξαρτάται από τις χαρακτηριστικές δονήσεις του, τις οποίες «πιάνει» η μύτη- εξηγεί καλύτερα το φαινόμενο της όσφρησης.
Με βάση αυτήν τη θεωρία, τα μόρια είναι σαν μια συλλογή ατόμων πάνω σε ελατήρια, που μετακινούνται το ένα σε σχέση με το άλλο. Η ενέργεια της σωστής συχνότητας -ένα κβάντο- μπορεί να κάνει τα «ελατήρια» να δονούνται και αυτές οι δονήσεις εξηγούν τις οσμές, κάτι όμως που η επιστημονική κοινότητα δεν φαίνεται ακόμα έτοιμη να αποδεχτεί.
Το 2011 σε άρθρο τους στο περιοδικό της Εθνικής Ακαδημίας Επιστημών των ΗΠΑ (PNAS), ο Λούκα Τούριν, ο Ευθύμιος Σκουλάκης και άλλοι ερευνητές έδειξαν ότι οι μύγες μπορούν να διακρίνουν τις βαρύτερες από τις ελαφρότερες μορφές (ισότοπα) του ίδιου μορίου.
Στη νέα έρευνα, αυτή τη φορά, οι ερευνητές έκαναν παρόμοια διπλά «τυφλά» τεστ με εθελοντές, όπου ούτε οι πειραματιστές, ούτε οι συμμετέχοντες ήξεραν ποιο μόριο μύριζαν οι δεύτεροι. Τελικά, έδειξαν ότι και οι άνθρωποι μπορούν να διακρίνουν δονητικά ανάμεσα στα βαρύτερα και στα ελαφρότερα μόρια του ίδιου χημικού στοιχείου.
Για να διευκολυνθεί το πείραμα, οι ερευνητές δημιούργησαν επί τούτου ένα μεγάλο ζεύγος μορίων με περισσότερους δεσμούς υδρογόνου και δευτέριου (του βαρύτερου ισοτόπου). Όμως, αυτό ακριβώς οι επικριτές της κβαντικής όσφρησης θεωρούν αδύνατο σημείο, καθώς επιμένουν ότι με κανονικού μεγέθους μόρια η ανθρώπινη μύτη δεν μπορεί να διακρίνει με κβαντικό τρόπο τις δονήσεις των βαρύτερων από τα ελαφρότερα μόρια.
Η διαμάχη για το κατά πόσο η κβαντική θεωρία της όσφρησης έχει βάση συνεχίζει να πολώνει τη διεθνή επιστημονική κοινότητα. «Υπάρχουν πολλά, πάρα πολλά προβλήματα που η θεωρία των σχημάτων στην όσφρηση δεν μπορεί να εξηγήσει, αλλά η θεωρία των δονήσεων τα εξηγεί. Η τελευταία έχει μεν κάποια περιφερειακή υποστήριξη, όμως οι άνθρωποι δεν θέλουν να συμφωνήσουν με τον Λούκα Τούριν. Είναι επιστημονική αυτοκτονία», δήλωσε ο Τιμ Τζέικομπ, ειδικός σε θέματα όσφρησης στο πανεπιστήμιο του Κάρντιφ στην Ουαλία.
Ο νομπελίστας (του 2004) Ρίτσαρντ Άξελ του πανεπιστημίου Κολούμπια της Νέας Υόρκης, ο οποίος βραβεύτηκε για την χαρτογράφηση των γονιδίων και των υποδοχέων που ελέγχουν την αίσθηση της όσφρησης, δήλωσε ότι το είδος των πειραμάτων που έκανε η νέα έρευνα, δεν μπορεί να δώσει οριστική απάντηση στη διαμάχη, αλλά πρέπει κανείς να μελετήσει μικροσκοπικά τους υποδοχείς της μύτης για να δει τελικά τι ακριβώς συμβαίνει κατά την όσφρηση.
«Δεν ξεγράφω αυτή τη θεωρία (σ.σ. της κβαντικής όσφρησης), αλλά χρειάζομαι (περισσότερα) στοιχεία και αυτά δεν έχουν ακόμα παρουσιαστεί», είπε.
Πηγή: ΑΜΠΕ