Με τη διάδοση του παγκόσμιου ιστού, κερδίζουν ολοένα μεγαλύτερο έδαφος οι διαδικτυακές εκπαιδευτικές εφαρμογές - από τo ιντερνετικό φροντιστήριο που προσφέρει στους μαθητές της Γ΄ Λυκείου το ελληνικό υπουργείο Παιδείας, μέχρι τα online μαθήματα τα οποία παρέχουν (συχνά μάλιστα δωρεάν) πανεπιστήμια σαν το MIT ή το Στάνφορντ. Μέχρι σήμερα, ωστόσο, όλες αυτές οι εφαρμογές αντιμετωπίζουν ένα σημαντικό μειονέκτημα, με συνέπεια να είναι πολύ λιγότερο αποτελεσματικές από την πραγματική σχολική τάξη ή το αμφιθέατρο.
Ο λόγος είναι ότι, σε μία πραγματική τάξη, ο καθηγητής μπορεί να αντιλαμβάνεται πότε οι μαθητές έχουν αρχίσει να… βαριούνται, και να χρησιμοποιεί διάφορες στρατηγικές για να τους κεντρίσει ξανά το ενδιαφέρον - ανεβάζοντας, για παράδειγμα, τον τόνο της φωνής του, ή κάνοντας διάφορες χειρονομίες.
Οι ερευνητές Bilge Mutlu και Dan Szafir όμως από το πανεπιστήμιο του Wisconsin - Madison αναπτύσσουν μία πλατφόρμα ιντερνετικής διδασκαλίας που θα μπορεί να αλληλεπιδρά με έναν ανάλογο τρόπο με αυτόν που τη χρησιμοποιεί. Κεντρικό ρόλο στην πλατφόρμα θα παίζει ένας «εικονικός» δάσκαλος ο οποίος, όχι μόνο θα αναλαμβάνει τη διδασκαλία των μαθημάτων, αλλά και θα αντιλαμβάνεται τη διάθεση του μαθητή.
Κι αυτό γιατί ο μαθητής θα φορά μία μικρή ζώνη γύρω από κεφάλι του, με αισθητήρες που θα καταγράφουν την ηλεκτρική δραστηριότητα της περιοχής του εγκεφάλου που σχετίζεται με την προσήλωση. Τα ηλεκτρικά σήματα θα διαβιβάζονται στην πλατφόρμα και τον «εικονικό» δάσκαλο ο οποίος, μεταφράζοντάς τα, θα καταλαβαίνει πότε έχει ατονήσει το ενδιαφέρον του μαθητή. Τότε, θα ανεβάζει την ένταση της «φωνής» του ή θα «ζωηρεύει» για να ξυπνήσει τον χρήστη.
Για να δοκιμάσουν την ιδέα τους, οι επιστήμονες χρησιμοποίησαν ένα πραγματικό ρομπότ, το Wakamaru, που το προγραμμάτισαν να αφηγηθεί ένα παραμύθι σε δύο ομάδες παιδιών. Στη πρώτη ομάδα, τα παιδιά δεν φορούσαν το σκάφανδρο, έτσι το ρομπότ ολοκλήρωσε την αφήγησή του χωρίς καμία αλληλεπίδραση με τους ανήλικους. Στην δεύτερη ομάδα όμως, τα παιδιά φορούσαν το σκάφανδρο, με συνέπεια το ρομπότ να μπορεί να αντιλαμβάνεται την αυξομείωση της προσοχής τους και να αξιοποιεί διάφορες στρατηγικές για να προσελκύσει ξανά το ενδιαφέρον τους. Έτσι, όπως διαπίστωσαν οι επιστήμονες από τα ερωτηματολόγια που συμπλήρωσαν μετά οι μαθητές, η δεύτερη ομάδα απάντησε σωστά στο 64% των ερωτήσεων, τη στιγμή που στην πρώτη ομάδα το αντίστοιχο ποσοστό ήταν μόλις 45%.
Το επόμενο βήμα των ειδικών από το αμερικανικό πανεπιστήμιο είναι να ολοκληρώσουν την πλατφόρμα, ώστε να είναι έτοιμη να χρησιμοποιηθεί. Στο μέλλον, υποστηρίζουν, οι ίδιες τεχνολογίες θα μπορούσαν να ενσωματωθούν σε μηχανικά ρομπότ, τα οποία θα συνεργάζονται με τους καθηγητές σε παραδόσεις στα σχολεία και τα αμφιθέατρα.