Σε 7 δισεκατομμύρια ευρώ υπολογίζει τον τζίρο της παγκόσμιας βιομηχανίας λαθρεμπορίου ζώων έρευνα που πραγματοποίησαν δημοσιογράφοι του βρετανικού Independent on Sunday, υποστηρίζοντας ότι τμήμα του ποσού αυτού χρηματοδοτεί παραστρατιωτικές και τρομοκρατικές οργανώσεις, όπως η αλ-Κάιντα, οδηγώντας παράλληλα πολλά είδη ζώων στο χείλος του αφανισμού.
Παρά την εφαρμογή διεθνών συνθηκών, τη συγκρότηση ειδικών ομάδων της αστυνομίας ή τη δράση οικολογικών οργανώσεων, οι λαθρέμποροι συνεχίζουν ακάθεκτοι την εγκληματική τους δράση, σκοτώνοντας 20.000 ελέφαντες το χρόνο για τα δόντια τους, θαλάσσιες χελώνες για το πολύτιμο καβούκι τους κ.ο.κ. Τα τελευταία 40 χρόνια, μόνο στο Βιετνάμ, έχουν αφανιστεί 12 είδη μεγάλων ζώων, ενώ τεράστιο είναι και το κόστος σε ανθρώπινες ζωές: κάθε χρόνο περίπου 100 Αφρικανοί δασοφύλακες πέφτουν νεκροί από τα πυρά λαθροκυνηγών.
Τεράστια ποσά
Και ενώ πολλοί ταυτίζουν τη λαθροθηρία με... μικροαπατεώνες που προσπαθούν να μεταφέρουν μικρά ερπετά από τη μία χώρα στην άλλη ακόμη και μέσα σε βαλίτσες, η βιομηχανία αυτή έχει πολλά πρόσωπα καθώς προσπαθεί να ικανοποιήσει πάσης φύσεως απαιτήσεις και πελάτες, από πάμπλουτους συλλέκτες σπάνιων ειδών μέχρι Ασιάτες που παρασκευάζουν φίλτρα για φαρμακευτικούς σκοπούς. «Κάποιοι πιστεύουν ότι τα κέρατα ρινόκερου θεραπεύουν τον καρκίνο, ότι εάν πιεις από ποτήρι φτιαγμένο από κέρατο θα έχεις αιώνια ευτυχία και πως κάποια από αυτά τα ζώα ενισχύουν τις σεξουαλικές ικανότητες των ανδρών», λέει η επικεφαλής του τμήματος Περιβαλλοντικού Εγκλήματος της Σουηδικής Αστυνομίας Λίντα Αρόγιο. «Το γεγονός ότι η ασιατική οικονομία γνωρίζει ανάπτυξη, σημαίνει ότι όλο και περισσότεροι είναι σε θέση να αγοράζουν τέτοια προϊόντα».
Τα μεγαλύτερα ποσά δίνονται για πολύχρωμα πτηνά του Αμαζονίου και της Νοτιοανατολικής Ασίας. Το 2008 για παράδειγμα, το κόστος για ένα είδος παπαγάλου της Βραζιλίας, που αριθμεί μόλις 960 μέλη, διαμορφωνόταν στα 90.000 δολάρια, ενώ το κέρας του ρινόκερου στοιχίζει περίπου 34.000 ανά κιλό... Για το τομάρι μιας τίγρης, οι λαθρέμποροι μπορεί να πάρουν έως και 32.000 δολάρια. Πέρυσι, ένας Βρετανός παραδέχθηκε ότι επιχείρησε να βγάλει παράνομα από τη χώρα του 14 αυγά σπάνιου είδους αετού, για τα οποία θα πληρωνόταν 113.000 δολάρια.
Διασυνδέσεις με ένοπλες ομάδες
Πολλές συμμορίες εξάλλου έχουν διασυνδέσεις με ένοπλες οργανώσεις. Τα τελευταία χρόνια, οι αστυνομικές αρχές πολλών χωρών διαπιστώνουν όλο και συχνότερα ότι χρήματα από το λαθρεμπόριο διοχετεύονται σε εμφύλιες συρράξεις, π.χ. στη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό, στη Σομαλία ή στο Νταρφούρ. Το 2007, οι «έφιπποι διάβολοι» του Νταρφούρ, οι διαβόητοι Τζαντζαουίντ, σκότωσαν τρεις δασοφύλακες στο Τσαντ, στην προσπάθειά τους να εξασφαλίσουν τεράστιες ποσότητες ελεφαντόδοντου. Σύμφωνα με έκθεση της Global Financial Integrity, με το λαθρεμπόριο συνδέονται και τουλάχιστον δύο ισλαμιστικές οργανώσεις.
«Υπάρχουν αξιόπιστες αποδείξεις ότι και οι αλ-Σαμπάμπ [παρακλάδι της αλ-Κάιντα στη Σομαλία] είναι αναμεμειγμένοι στο λαθρεμπόριο ελεφαντόδοντου και ρινόκερων», λέει στον Independent on Sunday εκπρόσωπος περιβαλλοντικής οργάνωσης που θέλησε να διατηρήσει την ανωνυμία του. «Ξέρουν να μετακινούνται με ταχείς ρυθμούς, στερούμενοι το νερό, και όταν έχουν εντολή να επιστρέψουν με 12 ελεφαντόδοντα, το κάνουν».
Δύσκολη η αντιμετώπιση
Οι επιπτώσεις του λαθρεμπορίου στις χώρες, όπου δραστηριοποιούνται τα κυκλώματα αυτά, είναι τουλάχιστον καταστροφικές - και όχι μόνο για τα απειλούμενα είδη: στη Νότιο Αφρική, το... εμπόρευμα ανταλλάσσεται με ναρκωτικά, γεγονός που έχει ως αποτέλεσμα αφενός αύξηση του αριθμού των τοξικομανών, αλλά και αύξηση των πιθανοτήτων σεξουαλικών επαφών χωρίς τη χρήση προφυλακτικού, σε μια χώρα με μεγάλο αριθμό ασθενών και φορέων του HIV/AIDS.
Παρά τις συνέπειες αυτών των παράνομων δραστηριοτήτων, φαίνεται πως οι χώρες που εμπλέκονται, δεν έχουν συμφωνήσει στους τρόπους αντιμετώπισής τους. Είναι χαρακτηριστικό εξάλλου ότι ο ετήσιος προϋπολογισμός της Interpol για θέματα που άπτονται της προστασίας της Φύσης, ανέρχεται μόλις στις 300.000 δολάρια. «Είναι σαν να έχεις ένα αυτοκίνητο χωρίς αρκετά καύσιμα», επισημαίνει ο διευθυντής του αρμόδιου τμήματος Ντέιβιντ Χίγκινς. «Μπορείς να το οδηγήσεις, όμως χωρίς καύσιμα δεν μπορείς να το οδηγήσεις σωστά. Δεν δίνουμε μια μάχη, την οποία χάνουμε. Το μόνο που κάνουμε, νομίζω, είναι να προσπαθούμε περισσότερο να περιορίσουμε τις απώλειες».