Οι παγετώνες λιώνουν, οι πολικές αρκούδες απειλούνται, τα δέντρα αργούν να βγάλουν καρπούς, οι εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου σπάνε το ένα ρεκόρ μετά το άλλο και τα ακραία καιρικά φαινόμενα θα φτάσουν να μην θεωρούνται πια ακραία: είναι μια πρόχειρη, αλλά πραγματική σύνοψη των συμπερασμάτων μελετών για το κλίμα, τα οποία μοιάζουν να δημοσιεύονται πλέον σε καθημερινή βάση. Είναι όμως έτσι τα πράγματα; Μία νέα έκθεση που χρηματοδοτήθηκε από το National Science Foundation των Ηνωμένων Πολιτειών και δημοσιεύεται στην επιθεώρηση Science πηγαίνει ενάντια στο ρεύμα.
Οι συντάκτες της, ερευνητές στο Κρατικό Πανεπιστήμιο του Όρεγκον, υποστηρίζουν ότι το κλίμα ενδέχεται να μην είναι τόσο ευαίσθητο στο διοξείδιο του άνθρακα όσο έχουν καταδείξει άλλες μελέτες. Με άλλα λόγια, η αύξηση των επιπέδων διοξειδίου του άνθρακα στην ατμόσφαιρα θα επηρεάσει τους ρυθμούς υπερθέρμανσης του πλανήτη σε μικρότερο βαθμό απ' όσο πιστεύαμε, και λιγότερο απ' όσο εκτιμούσε στην περίφημη ανάλυσή της του 2007 η Διακυβερνητική Διάσκεψη των Ηνωμένων Εθνών για την Κλιματική Αλλαγή (IPCC).
Οι ερευνητές δεν αμφισβητούν ότι η υπερθέρμανση του πλανήτη είναι μια πραγματικότητα και ότι η αύξηση του ατμοσφαιρικού διοξειδίου του άνθρακα θα έχει σοβαρές συνέπειες. Αυτό που αμφισβητούν είναι η υλοποίηση των πιο ζοφερών από τα σενάρια που έχουν κατά καιρούς διατυπωθεί.
Παλαιοκλιματικά δεδομένα
«Πολλές από τις μελέτες κλιματικής ευαισθησίας έχουν εξετάσει μόνο την περίοδο από το 1850 έως σήμερα χωρίς να ενσωματώνουν παλαιοκλιματικά στοιχεία, ιδιαίτερα σε παγκόσμια κλίμακα», λέει ο Αντρέας Σμίτνερ από το Κρατικό Πανεπιστήμιο του Όρεγκον, επικεφαλής της ερευνητικής ομάδας. «Όταν κανείς ανακατατασκευάζει δεδομένα θερμοκρασιών θαλάσσης και ξηράς από την κορύφωση της τελευταίας Εποχής των Παγετώνων πριν από 21.000 και τα συγκρίνει με προσομοιώσεις κλιματικών μοντέλων εκείνης της περιόδου, διαμορφώνεται μια πολύ διαφορετική εικόνα.»
Ο Σμίτνερ εξηγεί ότι εάν αυτά τα δεδομένα εφαρμοστούν στις προβλέψεις για το κλίμα στο μέλλον, όπως στο μοντέλο που χρησιμοποίησε ο ίδιος και η ομάδα του, «τα αποτελέσματα αφήνουν μικρότερα περιθώρια για ακραίες κλιματικές αλλαγές σε σχέση με αυτά που έχουν προβλεφθεί».
Κλιματική ευαισθησία
Εδώ και χρόνια οι επιστήμονες προσπαθούν να ποσοτικοποιήσουν την κλιματική ευαισθησία, δηλαδή το πώς θα ανταποκριθεί ο πλανήτης στις προβλεπόμενες αυξήσεις του ατμοσφαιρικού διοξειδίου του άνθρακα. Σημείο αναφοράς αποτελεί τα τελευταία χρόνια η έκθεση της IPCC, σύμφωνα με την οποία η θερμοκρασία του αέρα κοντά στην επιφάνεια της Γης θα αυξηθεί κατά 2-4,5 βαθμούς Κελσίου με το διπλασιασμό του διοξειδίου του άνθρακα σε σχέση με τα προβιομηχανικά επίπεδα. Άλλες μελέτες κάνουν λόγο ακόμη και για αύξηση 10 βαθμών Κελσίου.
Σε μια προσπάθεια να περιορίσουν την αβεβαιότητα που συνοδεύει τα σενάρια αυτά, ο Σμίτνερ και η ομάδα του εισήγαγαν περισσότερα κλιματικά δεδομένα στο μοντέλο που χρησιμοποίησαν. Όταν μάλιστα τα εξέτασαν για πρώτη φορά βρήκαν πολύ μικρές διαφορές σε σχέση με σήμερα, ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά τη θερμοκρασία των ωκεανών. «Και όμως, ο πλανήτης ήταν εντελώς διαφορετικός», λέει ο ερευνητής. «Τεράστια στρώματα πάγου κάλυπταν τη Βόρειο Αμερική και τη βόρειο Ευρώπη, η θάλασσα και το χιόνι κάλυπταν μεγαλύτερες εκτάσεις, η βλάστηση ήταν διαφορετική, τα επίπεδα της θάλασσας χαμηλότερα και στον ατμοσφαιρικό αέρα υπήρχε περισσότερη σκόνη».
Αυτό, κατά το Σμίτνερ, δείχνει ότι ακόμη και πολύ μικρές αλλαγές στη θερμοκρασία της επιφάνειας του ωκεανού μπορούν να έχουν τεράστιες επιπτώσεις αλλού, «ιδιαίτερα σε χερσαίες εκτάσεις μεσαίου έως υψηλού γεωγραφικού πλάτους». Η ομάδα του προειδοποιεί στην έκθεσή της ότι σε κάθε περίπτωση, η ανεξέλεγκτη χρήση ορυκτών καυσίμων θα μπορούσε να οδηγήσει σε αντίστοιχες αλλαγές.