Το καβούρι που ανακάλυψαν ερευνητές ανοιχτά της Κόστα Ρίκα είναι ο ορισμός της αυτάρκειας στο ζωικό βασίλειο: καλλιεργεί «κήπους» από βακτήρια... πάνω στις δαγκάνες του και τα τρώει από εκεί. Αυτή είναι μάλιστα η βασική πηγή τροφής του είδους, το οποίο ανήκει στην οικογένεια των καβουριών - Γέτι, που πήραν το όνομά τους από το θρυλικό χιονάνθρωπο των Ιμαλαΐων λόγω των μακριών, τριχωτών άκρων τους.
«Ήταν μεγάλη έκπληξη για εμάς», λέει ο Άντριου Θέρμπερ από το Κρατικό Πανεπιστήμιο του Όρεγκον, η ομάδα του οποίου εντόπισε το καβούρι σε βάθος ενός χιλιομέτρου και το βάπτισε Kiwa puravida. «Βρήκαμε αμέτρητους τέτοιους κάβουρες, που δεν είναι μικροί σε μέγεθος, σε απόσταση έξι ωρών από μεγάλο λιμάνι της Κόστα Ρίκα».
Η συμπεριφορά του λευκού και τυφλού «Γέτι», που κινούσε αργά και ρυθμικά τις δαγκάνες του, κίνησε την περιέργεια των επιστημόνων. Η πρώτη τους σκέψη ήταν ότι προσπαθούσε να κρατήσει σε απόσταση τους πιθανούς εχθρούς του, όμως η χημική ανάλυση των ιστών του και των βακτηρίων στα άκρα του, αποκάλυψαν μια άλλη εκδοχή: τα οστρακόδερμα κινούν τις δαγκάνες τους για να απορροφήσουν θρεπτικά συστατικά, καλλιεργώντας ουσιαστικά τα βακτήρια, τα οποία «θερίζουν» με τη βοήθεια τριχιδίων στο στόμα τους, ώστε να τραφούν με αυτά.
Κατά καιρούς έχουν ανακαλυφθεί γαρίδες και άλλα ζώα που ζουν στα βάθη των ωκεανών και πάνω στα οποία αναπτύσσονται βακτήρια, όμως αυτό είναι το μόνο είδος που αποδεδειγμένα τα καλλιεργεί και ένα από τα ελάχιστα που τα καταναλώνουν, όπως αναφέρουν οι ερευνητές στην έκθεσή τους, στην επιθεώρηση PLoS ONE. «Δείξαμε με σαφήνεια ότι αυτό το είδος δεν χρησιμοποιεί ενέργεια από τον Ήλιο ως βασική πηγή τροφής, αλλά χημική ενέργεια από τον πυθμένα του ωκεανού», γράφουν.
Η ομάδα του Θέρμπερ δεν ξεκίνησε για να ανακαλύψει νέα θαλάσσια είδη, αλλά συμμετείχε σε επιστημονική αποστολή για την εξερεύνηση υποθαλάσσιων περιοχών, από τις οποίες αναβλύζει μεθάνιο. Σε μία τέτοια τοποθεσία, ο κυβερνήτης του βαθυσκάφους τους εντόπισε τον κάβουρα μήκους 9 εκατοστών, τον συνέλεξε και τον παρέδωσε στους ερευνητές. «Αυτό μας δείχνει πόσο λίγα γνωρίζουμε για τους ωκεανούς και πόσο περισσότερα μπορεί να μάθουμε καθώς η εξερεύνηση για τον εντοπισμό φυσικών πόσων επεκτείνεται σε τέτοιες περιοχές», αναφέρει ο Θέρμπερ.