Διαχωρισμός του ευρωπαϊκού χρέους σε «μπλε» και «κόκκινα» ομόλογα

Αποψη
Τετάρτη, 26 Μαΐου 2010 11:34
UPD:14:25

A- A A+

Των Ζακ Ντελπλά και Γιάκομπ φον Βάιτσέκερ*

Οι χρηματοοικονομικές αγορές έχουν σχεδόν καταφέρει να διασπάσουν την ευρωζώνη –γεγονός που κάνει την ιδέα της χαλιναγώγησης της αγοράς και του χρηματοοικονομικού σχεδιασμού για τη διασφάλιση της μακροχρόνιας βιωσιμότητας του ευρώ να μοιάζει οξύμωρη.

Και όμως, αυτός ακριβώς είναι ο στόχος της πρότασης που καταθέτουμε για διαχωρισμό του δημοσίου χρέους της ευρωζώνης σε πακέτα δανείων αυξημένης και μειωμένης προτεραιότητας.

Τα πακέτα δανείων αυξημένης προτεραιότητας θα αντιπροσωπεύουν χρέος που θα ανέρχεται στο 60% του ΑΕΠ για κάθε χώρα που συμμετέχει. Στη συνέχεια, το χρέος αυτό των χωρών θα συγκεντρώνεται σε μία «δεξαμενή χρέους», για την οποία θα παρέχονται πολλές και διάφορες κοινές εγγυήσεις. Το αποτέλεσμα της δεξαμενής αυτής θα είναι ένα «μπλε ομόλογο» (το οποίο δανείζεται το χρώμα του από την ευρωπαϊκή σημαία), το οποίο θα αποτελεί ένα εξαιρετικά ασφαλές στοιχείο ενεργητικού υψηλής ρευστότητας, αντίστοιχης αυτής των γραμματίων αμερικανικού δημοσίου (T-bills). Με αυτό τον τρόπο, το ευρώ θα αναδειχθεί σε διεθνές αποθεματικό νόμισμα, διασφαλίζοντας ότι το κόστος αναχρηματοδότησης θα παραμείνει σε χαμηλά επίπεδα, ελαφραίνοντας τα δανειακά βάρη της ευρωζώνης.

Αντίθετα, το τμήμα του χρέους που υπερβαίνει το 60% του ΑΕΠ θα θεωρείται περιορισμένης προτεραιότητας –«κόκκινα ομόλογα»– και θα έγκειται στην αποκλειστική αρμοδιότητα των εθνικών κυβερνήσεων. Με τα «κόκκινα ομόλογα», ο δανεισμός άνω του 60% του ΑΕΠ θα γίνει πιο ακριβός, ενδυναμώνοντας τη δημοσιονομική πειθαρχία και ισχυροποιώντας τους στόχους που θέτει το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης.

Επιπλέον, τα κόκκινα ομόλογα θα είναι επαρκώς προστατευμένα ώστε να μην αποσταθεροποιούν το τραπεζικό σύστημα, διασφαλίζοντας έτσι ότι η ρήτρα περί μη διάσωσης που ισχύει για αυτά τα ομόλογα θα συνιστά μια αξιόπιστη πρόταση. Για παράδειγμα, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα θα εξαιρεί τα κόκκινα ομόλογα από τη διευκόλυνση των repos, ενώ θα γίνει υποχρεωτική μια πιο τυποποιημένη ρήτρα συλλογικής δράσης για τα κόκκινα ομόλογα προκειμένου να διευκολύνεται η αναδιάρθρωση του χρέους.

Εάν εφαρμοστεί επιτυχώς, η πρότασή μας θα μπορούσε να επιφέρει μείωση του κόστους εξυπηρέτησης του χρέους, ενισχύοντας ταυτόχρονα το κίνητρο των μεμονωμένων κρατών να υλοποιήσουν πολιτικές δημοσιονομικής συνέπειας. Αυτό ακριβώς το στοιχείο είναι που διαχωρίζει τη δική μας πρόταση από αυτούς που υποστηρίζουν ότι το χρέος όλων των κρατών της ευρωζώνης πρέπει να συγκεντρωθεί σε ενιαία ευρωπαϊκά ομόλογα υπό το πνεύμα της αλληλεγγύης.

Για την επιτυχή εφαρμογή αυτού τους σχεδίου, όμως, απαιτείται μια στέρεα δομή διακυβέρνησης, την οποία θα μπορούν να εμπιστευτούν οι αγορές και οι φορολογούμενοι των κρατών της ευρωζώνης που χαρακτηρίζονται από μεγαλύτερη σταθερότητα. Συγκεκριμένα, πρέπει να αντιμετωπιστεί ο κίνδυνος της «παρέκκλισης από την αποστολή» –να υποκύψουν στον πειρασμό διεύρυνσης του ορίου του 60% που ισχύει για το μπλε ομόλογο.

Για το λόγο αυτό, πιστεύουμε ότι η ετήσια διανομή των εκδόσεων του μπλε ομολόγου θα έπρεπε να ανατεθεί σε ένα Ανεξάρτητο Συμβούλιο Σταθερότητας. Το συμβούλιο θα κατέθετε μια πρόταση-τελεσίγραφο στα κράτη που συμμετέχουν στη διανομή των μπλε ομολόγων για το επόμενο έτος. Στη συνέχεια, τα εθνικά κοινοβούλια των κρατών θα ενέκριναν την πρόταση, δεδομένου του ρόλου των εμπλεκόμενων κρατών στην παροχή εγγυήσεων που προκύπτουν από τη διανομή.

Στο πλαίσιο αυτού του μηχανισμού, οι χώρες που ακολούθησαν επιπόλαιες δημοσιονομικές πολιτικές θα αποκλείονται σταδιακά από το πρόγραμμα, περιορίζοντας το μερίδιό τους στη διανομή των μπλε ομολόγων. Οι χώρες που δεν είναι ευχαριστημένες με την εξέλιξη του συστήματος, θα μπορούν να αποχωρήσουν σταδιακά, απλώς με την απόρριψη του μεριδίου που τους αναλογεί στην ετήσια διανομή για τον απαραίτητο αριθμό ετών, χωρίς να χρειάζεται πλέον να εκδίδουν μπλε ομόλογα ή να παρέχουν εγγυήσεις για τα μπλε ή άλλα ομόλογα. Το Ανεξάρτητο Συμβούλιο Σταθερότητας, μη θέλοντας να χάσει τα πιο σταθερά μέλη της ομάδας του μπλε ομολόγου, θα παρέχει ισχυρά κίνητρα ούτως ώστε να διασφαλίζεται ότι το συμφέρον των εν λόγω κρατών θα λαμβάνεται σοβαρά υπΆ όψιν.

Από οικονομικής πλευράς, το πρόγραμμα του μπλε ομολόγου είναι συμβατό με τη ρήτρα περί μη διάσωσης που περιλαμβάνει το άρθρο 128 της Συνθήκης της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς οι εγγυήσεις χρέους θα ισχύουν μόνο για τα χρέος προτεραιότητας, το οποίο θα αντιστοιχεί στο 60% του ΑΕΠ –το επίπεδο που η Συνθήκη του Μάαστριχτ θεωρεί βιώσιμο για κάθε κράτος μέλος της ΕΕ. Επομένως, οι εγγυήσεις δεν θα ισχύουν για τις κρίσεις χρέους που οφείλονται σε υπερβολικό δανεισμό για τη χρηματοδότηση μη βιώσιμων δημοσιονομικών πολιτικών. Εφόσον η υπέρβαση του μέγιστου λόγου χρέους επιτρέπεται μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις (άρθρο 100 της Συνθήκης), όπως φυσικές καταστροφές (όπου θα επιτρεπόταν και διάσωση), δεν θα προέκυπτε νομική αντίφαση.

Η επιτυχία της πρότασή μας θα εξαρτιόταν ουσιαστικά από το εάν τα κράτη της ευρωζώνης –των οποίων η εμπιστοσύνη έχει κλονιστεί από την κρίση χρέους– έχουν συμφέρον να συνεργαστούν συμμετέχοντας στο εθελοντικό αυτό πρόγραμμα.

Πιστεύουμε ότι θα έχουν συμφέρον. Πρώτον, οι μικρότερες χώρες, των οποίων τα κρατικά ομόλογα έχουν σχετικά περιορισμένη ρευστότητα, ευνοούνται σημαντικά από την πολύ υψηλότερη ρευστότητα που εξασφαλίζεται με το μπλε ομόλογο. Δεύτερον, οι χώρες με υψηλά επίπεδα χρέους θα έδρατταν αυτή την ευκαιρία για να θέσουν το κόστος το δανεισμού τους υπό έλεγχο και να δείξουν μεγαλύτερη δημοσιονομική πειθαρχεία μετά την τρέχουσα κρίση. Ακόμη και τα κράτη που δεν έχουν πεισθεί για τα οφέλη της αυξημένης δημοσιονομικής πειθαρχίας είναι πιθανό να αποφασίσουν να συμμετέχουν, ανησυχώντας μήπως οι αγορές ερμηνεύσουν αρνητικά την αποχή τους.

Δεδομένου, όμως, ότι οι θεσμικές δικλείδες ασφαλείας του μπλε ομολόγου θα είναι αρκετά ισχυρές, τα κράτη που θα έχουν το μεγαλύτερο όφελος από τη δέσμευση του προγράμματος για ενισχυμένη δημοσιονομική πειθαρχία θα είναι αυτά που ανησυχούν για το μερίδιο που τους αναλογεί στη διάσωση των κρατών – τόσο στο παρόν όσο και το μέλλον.

*Ο Ζακ Ντελπλά είναι σύμβουλος του «Conseil dΆAnalyse Économique» (Συμβούλιο Οικονομικής Ανάλυσης) του Παρισιού.

Ο Γιάκομπ φον Βάιτσέκερ είναι επιστημονικός συνεργάτης του Bruegel, ενός think tank στις Βρυξέλλες.

Copyright: Project Syndicate, 2010

Προτεινόμενα για εσάς