Του Μπεν Γουιλντάβσκι*
Επί δεκαετίες, τα ερευνητικά πανεπιστήμια των Ηνωμένων Πολιτειών αναγνωρίζονται διεθνώς ως παγκόσμιοι ηγέτες στον τομέα των επιστημών και της μηχανολογίας. Από το Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, θεωρούνται αξεπέραστα όσον αφορά στον καθαρό όγκο και υπεροχή της κατάρτισης και της καινοτομίας που προσφέρουν. Ωστόσο, υπάρχουν ολοένα και περισσότερες ενδείξεις ότι πανεπιστήμια από άλλα μέρη του κόσμου κερδίζουν γρήγορα έδαφος – χτίζοντας νέα πανεπιστήμια, βελτιώνοντας τα ήδη υπάρχοντα, συμμετέχοντας δυναμικά στον ανταγωνισμό για την εξασφάλιση των καλύτερων φοιτητών, και προσελκύοντας κατόχους διδακτορικών διπλωμάτων οι οποίοι έχουν εκπαιδευτεί στις ΗΠΑ ώστε να επιστρέψουν και να εργαστούν σε πανεπιστημιακά και βιομηχανικά εργαστήρια της πατρίδας τους. Βρίσκεται άραγε η διεθνής ακαδημαϊκή ιεραρχία ένα βήμα πριν από την ανατροπή;
Αναμφισβήτητα, η ακαδημαϊκή επιχείρηση γίνεται ολοένα και πιο παγκόσμια, κυρίως στον τομέα των επιστημών. Περίπου τρία εκατομμύρια φοιτητές σπουδάζουν σήμερα σε πανεπιστήμια εκτός της χώρας καταγωγής τους – ποσοστό που αυξήθηκε κατά 57% την τελευταία δεκαετία. Σε πολλά διδακτορικά προγράμματα των ΗΠΑ, η πλειονότητα των σημερινών φοιτητών είναι αλλοδαποί αντιστοιχώντας, για παράδειγμα, στο 64% των διδακτορικών διπλωμάτων στην πληροφορική. Προσφάτως, τα Πανεπιστήμια Τσινγκούα και Πέκινγκ (Κίνα) ξεπέρασαν στο σύνολό τους το Μπέρκλεϊ ως κορυφαίοι «εξαγωγείς φοιτητών» που συνεχίζουν τις σπουδές τους για να αποκτήσουν αμερικάνικα διδακτορικά διπλώματα.
Κινητικότητα παρατηρείται, όμως, και στο χώρο των καθηγητών. Οι μισοί από τους κορυφαίους φυσικούς επιστήμονες του κόσμου δεν εργάζονται πλέον στην πατρίδα τους. Επίσης, σημαντικά ιδρύματα όπως το Πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης και το Πανεπιστήμιο του Νότιγχαμ δημιουργούν θυγατρικά πανεπιστήμια στη Μέση Ανατολή και την Ασία. Σήμερα, υπάρχουν 162 πανεπιστημιακά παραρτήματα σε όλο τον κόσμο, ποσοστό που μόλις τα τελευταία τρία χρόνια αυξήθηκε κατά 43%.
Παράλληλα, ολοένα και περισσότερες παραδοσιακές «χώρες-εξαγωγείς φοιτητών», από τη Νότια Κορέα μέχρι τη Σαουδική Αραβία, προσπαθούν να βελτιώσουν τόσο την ποσότητα όσο και την ποιότητα των πτυχίων που προσφέρουν συμμετέχοντας σε μια άγρια –και δαπανηρή- κούρσα για να προσελκύσουν φοιτητές και να δημιουργήσουν δικά τους ερευνητικά πανεπιστήμια παγκοσμίου επιπέδου.
Όλος αυτός ο ανταγωνισμός έχει προκαλέσει έντονη δυσαρέσκεια στη Δύση. Κατά τη διάρκεια ενός σταθμού της προεκλογικής του εκστρατείας το 2008, ο τότε υποψήφιος Μπάρακ Ομπάμα μίλησε με ανησυχητικό τόνο για την απειλή που θέτει ένας τέτοιος ακαδημαϊκός ανταγωνισμός στην ανταγωνιστικότητα των ΗΠΑ. «Αν θέλουμε να συνεχίσουμε να κατασκευάζουμε τα οχήματα του μέλλοντος εδώ στην Αμερική», δήλωσε, «δεν επιτρέπεται να βλέπουμε τον αριθμό των κατόχων διδακτορικού διπλώματος στη μηχανολογία να αυξάνεται στην Κίνα, τη Νότια Κορέα και την Ιαπωνία και, ταυτόχρονα, να μειώνεται στη χώρα μας».
Επίσης, αυτή η ανησυχία δεν περιορίζεται μόνο στις ΗΠΑ. Σε ορισμένες χώρες, ο φόβος του εκπαιδευτικού ανταγωνισμού και της μετανάστευσης επιστημόνων οδήγησε σε απόλυτο ακαδημαϊκό προστατευτισμό. Η Ινδία και η Κίνα είναι διαβόητες για τα νομικά και γραφειοκρατικά κωλύματα που θέτουν απέναντι στα πανεπιστήμια της Δύσης τα οποία θέλουν να ιδρύσουν παραρτήματα για να προσελκύσουν ντόπιους φοιτητές.
Κάποιες φορές, και οι φοιτητές που επιθυμούν να φύγουν στο εξωτερικό συναντούν εμπόδια. Πριν από μερικά χρόνια, ο πρόεδρος σε ένα από τα εξέχοντα Ινστιτούτα Τεχνολογίας της Ινδίας απαγόρευσε, στην κυριολεξία, στους προπτυχιακούς φοιτητές να πραγματοποιήσουν πρακτική άσκηση σε πανεπιστήμια και επιχειρήσεις του εξωτερικού.
Υπάρχουν και άλλα εμπόδια στην διεθνή κινητικότητα που δεν οφείλονται πάντοτε ξεκάθαρα στον προστατευτισμό, αλλά συμβάλλουν στον περιορισμό της πρόσβασης σε ξένα πανεπιστήμια. Στα χρόνια που ακολούθησαν έπειτα από τις τρομοκρατικές επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου 2001, για παράδειγμα, η εύλογη ανησυχία για την ασφάλεια προκάλεσε τεράστιες καθυστερήσεις στην έκδοση φοιτητικής βίζας και γραφειοκρατικά κωλύματα σε αλλοδαπούς που επιθυμούσαν να σπουδάσουν στις ΗΠΑ. Από τότε, ο αριθμός των φοιτητών σημείωσε ανάκαμψη, παρά τα σποραδικά προβλήματα, αλλά παρέμειναν αυστηροί περιορισμοί σε βίζες εργασίας και διαμονής, οι οποίες έπρεπε να λειτουργούν ως θέλγητρα για να έρθουν οι καλύτεροι και πιο ευφυείς να σπουδάσουν στις ΗΠΑ.
Ίσως ένα μέρος της ανησυχίας σχετικά με τη νέα παγκόσμια ακαδημαϊκή επιχείρηση να είναι κατανοητό, ιδιαίτερα σε μια περίοδο τεράστιας οικονομικής αβεβαιότητας. Ωστόσο, ο εκπαιδευτικός προστατευτισμός αποτελεί μεγάλο σφάλμα, όπως και ο εμπορικός. Η παγκοσμιοποίηση της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης έπρεπε να τύχει θερμής υποδοχής, όχι να προκαλεί φόβο –ακόμα και στις ΗΠΑ. Υπάρχει κάθε λόγος να πιστεύουμε ότι ο παγκόσμιος ανταγωνισμός για την εξασφάλιση ανθρώπινου ταλέντου, η κούρσα για την πραγματοποίηση καινοτόμων ερευνών, η προσπάθεια επέκτασης πανεπιστημιακών παραρτημάτων σε πολλαπλές χώρες, και η βιασύνη για την εκπαίδευση ταλαντούχων αποφοίτων οι οποίοι θα μπορούν να ενισχύσουν τις οικονομίες που στηρίζονται ολοένα και περισσότερο στη γνώση, θα έχουν ευεργετικά αποτελέσματα και για τις ΗΠΑ.
Η άποψη αυτή στηρίζεται κυρίως στο γεγονός ότι η διεύρυνση της γνώσης δεν είναι ένα παιχνίδι μηδενικού αθροίσματος. Για παράδειγμα, η δημιουργία περισσότερων διδακτορικών διπλωμάτων και η άνθηση της έρευνας στην Κίνα, δεν μειώνει το αμερικάνικο μορφωτικό απόθεμα. Αντιθέτως, ενισχύει τις δυνατότητες της γνώσης και των επιτευγμάτων μας. Καθώς η γνώση αποτελεί δημόσιο αγαθό, η πνευματική πρόοδος μιας χώρας συχνά ωφελεί άλλες. Η κινέζικη έρευνα μπορεί κάλλιστα να προσφέρει τα απαραίτητα εφόδια για τη δημιουργία καινοτομιών από Αμερικάνους –και όχι μόνο- επιχειρηματίες.
Πράγματι, τα οικονομικά οφέλη μιας παγκόσμιας ακαδημαϊκής μόρφωσης είναι σημαντικά. Ακριβώς όπως το ελεύθερο εμπόριο προσφέρει τα πιο φθηνά αγαθά και υπηρεσίες ωφελώντας τόσο τους καταναλωτές όσο και τους πιο ικανούς παραγωγούς, έτσι και ο παγκόσμιος ακαδημαϊκός ανταγωνισμός μετατρέπει την ελεύθερη διακίνηση ατόμων και ιδεών, με βάση την αξία, ολοένα και περισσότερο σε κανόνα, με σημαντικές θετικές συνέπειες για τα άτομα, τα πανεπιστήμια και τις χώρες. Σήμερα, οι ιλιγγιώδεις ρυθμοί κινητικότητας και διάδοσης γνώσης αποτελούν ένα νέο είδος ελεύθερου εμπορίου: το ελεύθερο εμπόριο των μυαλών.
Οι ΗΠΑ δεν πρέπει να αντιμετωπίζουν την παγκοσμιοποίηση της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης με ανησυχία, αλλά με μια αίσθηση προοπτικής. Ούτε η σταδιακή μείωση του αμερικάνικου μεριδίου στην παγκόσμια φοιτητική αγορά, ούτε η εμφάνιση νέων φιλόδοξων ανταγωνιστών στην Ασία, την Ευρώπη και τη Μέση Ανατολή, σημαίνει ότι τα αμερικάνικα πανεπιστήμια οδεύουν αναπόφευκτα προς την παρακμή.
Με την καταπολέμηση των εμποδίων προστατευτισμού είτε στο εσωτερικό της χώρας, είτε στο εξωτερικό, τη συνεχή προσέλκυση και υποδοχή των καλύτερων φοιτητών του κόσμου, την αποστολή περισσότερων φοιτητών στο εξωτερικό, τη δημιουργία υπερεθνικής ερευνητικής συνεργασίας, και την ενίσχυση των δικών τους ερευνητικών πανεπιστημίων, οι ΗΠΑ μπορούν να διατηρήσουν την ισχυρή ακαδημαϊκή υπεροχή τους και, παράλληλα, να συνεχίσουν να αυξάνουν το ολικό άθροισμα της παγκόσμιας γνώσης και ευημερίας.
*Ο Μπεν Γουιλντάβσκι είναι ανώτερος συνεργάτης σε θέματα έρευνας και πολιτικής του Ιδρύματος Κάουφμαν (ΗΠΑ) και συγγραφέας του The Great Brain Race: How Global Universities Are Reshaping the World (Η Μεγάλη Κούρσα των Μυαλών: Πώς τα Διεθνή Πανεπιστήμια Αναδιαμορφώνουν τον Κόσμο).
Copyright: Project Syndicate, 2010
www.project-syndicate.org