Η μέχρι τώρα εκτίμηση για το λιώσιμο των πάγων της Γροιλανδίας και της Δυτικής Ανταρκτικής εξαιτίας της κλιματικής αλλαγής ήταν υπερβολική, καθώς ο ρυθμός απώλειας πάγων φαίνεται πως τελικά είναι ο μισός από ό,τι πίστευαν μέχρι σήμερα οι επιστήμονες, σύμφωνα με νέα μελέτη αμερικανών και ολλανδών ερευνητών.
Κατά την προηγούμενη διετία, αρκετές επιστημονικές ομάδες είχαν εκτιμήσει ότι η Γροιλανδία χάνει περίπου 230 δισεκατομμύρια τόνους πάγου το χρόνο, ενώ η Δ. Ανταρκτική 132 δισεκατομμύρια. Από κοινού, αυτή η απώλεια ετησίως θα εξηγούσε πάνω από το ήμισυ (50%) της ετήσιας μέσης ανόδου κατά τρία χιλιοστά του επιπέδου των θαλασσών.
Όμως στη νέα έρευνα, υπό τον Μπερτ Βερμίρσεν του Τεχνικού Πανεπιστημίου Ντελφτ στην Ολλανδία, που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό γεωπιστημών «Nature Geoscience», υποστηρίζεται ότι οι μέχρι τώρα εκτιμήσεις υπήρξαν υπερβολικές, επειδή παραγνώρισαν το φαινόμενο της «παγετωνικής ισοστατικής προσαρμογής», που περιγράφει την «αναπήδηση» του γήινου φλοιού μετά την τελευταία Εποχή των Πάγων.
Τεράστιοι παγετώνες πάχους πολλών χιλιομέτρων συμπίεζαν τον φλοιό της Γης επί δεκάδες χιλιάδες χρόνια, όταν όμως άρχισαν να λιώνουν πριν από 20.000 χρόνια περίπου, ο ξαλαφρωμένος γήινος φλοιός άρχισε να επανέρχεται προς τα πάνω, σε μια πολύ αργή διαδικασία που συνεχίζεται και σήμερα. Το φαινόμενο είχε ως τώρα θεωρηθεί μικρής σημασίας, αλλά η νέα έρευνα το αναδεικνύει ως σημαντικό.
Η αμερικανο-ολλανδική μελέτη ανέλυσε τα δεδομένα δορυφόρων μετά το 2002 σχετικά με τις ανεπαίσθητες μεταβολές στο βαρυτικό πεδίο της Γης , καθώς επίσης μετρήσεις GPS στην ξηρά, στοιχεία για την πίεση στους βυθούς κ.α. Όλα αυτά τα στοιχεία σε συνδυασμό δείχνουν ότι οι πάγοι λιώνουν με πολύ βραδύτερο ρυθμό, περίπου τον μισό από ό,τι θεωρείτο μέχρι τώρα. Υπολογίζεται ότι η Γροιλανδία χάνει ετησίως 104 δισ. τόνους (με απόκλιση σφάλματος συν/πλην 23 δισ. τόνων), ενώ η Δ.Ανταρκτική χάνει 64 δισ. τόνους (συν/πλην 32 δισ.).
Αν οι αριθμοί αυτοί είναι χονδρικά σωστοί, τότε η απώλεια πάγων από τις δύο πιο παγωμένες περιοχές του πλανήτη εξηγούν περίπου το 30% και όχι το 50% της ετήσιας ανόδου της στάθμης των ωκεανών της Γης. Το υπόλοιπο ποσοστό πρέπει να ερμηνευθεί κυρίως λόγω της θερμικής επέκτασης, δηλαδή η θάλασσα «φουσκώνει» όσο θερμαίνεται.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ