Απολίθωμα πιγκουίνου που έζησε πριν από 36 εκατομμύρια χρόνια ανακαλύφθηκε στο Περού. Αναμένεται να βοηθήσει τους επιστήμονες να κατανοήσουν με ποιον τρόπο τα φτερά του, που αρχικά του χρησίμευαν για να πετά, προσαρμόστηκαν έτσι ώστε να του επιτρέψουν να κολυμπά. Είχε μέγεθος σχεδόν διπλάσιο σε σχέση με το σημερινό αυτοκρατορικό πιγκουίνο -το μεγαλύτερο είδος- και ράμφος ευθύ και πολύ μακρύτερο.
Το απολίθωμα της ύστερης Ηώκαινης Υποπεριόδου βρήκε φοιτητής Παλαιοντολογίας στο Εθνικό Καταφύγιο Παράκας του Περού. Περιέχει χρωστικές που κατά τους επιστήμονες καταδεικνύουν ότι κάποτε οι πιγκουίνοι δεν είχαν άσπρο και μαύρο φτέρωμα όπως σήμερα, αλλά καφετί και γκρι. «Νόμιζα ότι οι πιγκουίνοι της αρχαιότητας ήταν ασπρόμαυροι», δήλωσε μία εκ των επιστημόνων που παρουσιάζουν τα συμπεράσματά τους γύρω από το εντυπωσιακό εύρημα στην επιθεώρηση Science. Κατά την Τζούλια Κλαρκ, ήταν τόσο καλά συντηρημένο που «κάποια στιγμή έφυγε ένα κομμάτι και φαίνονταν οι μικροσκοπικές βάσεις των φτερών, στο σημείο όπου έμπαιναν στο δέρμα».
Ο «Πέδρο», όπως ονόμασαν οι ερευνητές το απολίθωμα, αποτελεί την πρώτη τους ευκαιρία να δώσουν απαντήσεις σε ερωτήματα σχετικά με τους αρχαίους συγγενείς των πιγκουίνων. «Πριν βρούμε αυτό το απολίθωμα», λέει η Δρ. Κλαρκ, δεν είχαμε στοιχεία γύρω από τα φτερά, τα χρώματα ή το σχήμα των πτερυγίων τους».
Η μελέτη του απολιθώματος έδειξε ότι ενώ τα βασικά χαρακτηριστικά των πιγκουίνων εξελίχθηκαν πριν από εκατομμύρια χρόνια, το χρώμα του φτερώματός τους άλλαξε πρόσφατα. Επιπλέον φαίνεται πως το σχήμα των φτερών και των πτερυγίων τους είναι αυτό που τους καθιστά τόσο δεινούς κολυμβητές, ενώ όσο μεγαλύτεροι είναι τόσο βαθύτερα μπορούν να καταδυθούν.
Κατά τους επιστήμονες, το εύρημα σε συνδυασμό με άλλες πρόσφατες ανακαλύψεις στην ίδια περιοχή, επαναβεβαιώνει ότι το σημερινό Περού φιλοξενούσε και άλλα είδη γιγαντιαίων πιγκουίνων. Δεν αποκλείουν μάλιστα νέες ανακαλύψεις, που ενδέχεται να αλλάξουν όσα ήταν γνωστά έως σήμερα όχι μόνο για τους πιγκουίνους, αλλά και για άλλα θαλάσσια είδη.