Το 2001, λίγους μήνες πριν από την έναρξη του πολέμου στο Αφγανιστάν, ο κόσμος παρακολούθησε στις τηλεοράσεις του τους Ταλιμπάν να ανατινάσσουν τους Βούδες του Μπαμιγιάν, τα δύο επιβλητικά - σκαλισμένα σε βράχο - αγάλματα του 6ου αιώνα.
Σχεδόν δέκα χρόνια αργότερα, άλλο ένα σημαντικό κομμάτι του βουδιστικού θησαυρού της πολύπαθης χώρας - το Αϊνάκ - κινδυνεύει, όχι από φονταμενταλιστές, αλλά από... Κινέζους εργολάβους που δημιουργούν το μεγαλύτερο ορυχείο χαλκού επιφανειακής εξόρυξης στον κόσμο.
Μόλις λίγες δεκάδες χιλιόμετρα από την Καμπούλ, το Αϊνάκ περιγράφεται από τους αρχαιολόγους ως τοποθεσία «παγκόσμιας ιστορικής σημασίας». Εκεί βρίσκεται χτισμένο ένα βουδιστικό μοναστήρι ηλικίας 2.000 ετών, ενώ τους τελευταίους μήνες ανακαλύπτονται διαρκώς περίτεχνες στούπες, κατασκευές που περιέχουν λείψανα και ιερά αντικείμενα, όπως ένα εντυπωσιακό άγαλμα του Βούδα να αναπαύεται.
Δυστυχώς, ακριβώς κάτω από το μοναστήρι βρέθηκε πλούσια φλέβα χαλκού, τα δικαιώματα για την εκμετάλλευση της οποίας εξασφάλισε πέρυσι κινεζικός κρατικός όμιλος έναντι 3 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Κι ενώ η κυβέρνηση έδωσε τη συγκατάθεσή της προσβλέποντας σε τεράστια οικονομικά οφέλη για την πάμφτωχη χώρα, ο αρχαιολογικός της πλούτος –που επέζησε πολέμων, φυσικών καταστροφών και αρχαιοκάπηλων- κινδυνεύει με ολοκληρωτική καταστροφή. «Είναι ντροπή που η αφγανική κυβέρνηση επέτρεψε στους Κινέζους να έρθουν εδώ και να καταστρέψουν την Ιστορία μας», λέει ο αρχαιολόγος Αμπντούλ Χάλεντ. «Οι άνθρωποι παγκοσμίως ακούνε μόνο για τον πόλεμο στο Αφγανιστάν και δεν γνωρίζουν ότι έχουμε κληρονομήσει ό,τι καλύτερο από τους πατέρες μας».
Οι εργασίες εξόρυξης αναμένεται να αρχίσουν σε περίπου έξι χρόνια. Οι εκκλήσεις Αφγανών και ξένων αρχαιολόγων για ανάκληση των αδειών δεν δείχνουν να συγκινούν την Καμπούλ που θα λαμβάνει σχεδόν 300 εκατομμύρια ευρώ το χρόνο, ενώ το συνολικό όφελος για την οικονομία της χώρας υπολογίζεται σε 880 εκατομμύρια ευρώ, το 10% του ΑΕΠ. Οι Κινέζοι έχουν δεσμευτεί να αλλάξουν το πρόσωπο τόσο της περιοχής όσο και του Αφγανιστάν, ανεγείροντας δύο εργοστάσια παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας και να δημιουργήσουν δύο σιδηροδρομικές γραμμές σε μια χώρα όπου οι περισσότεροι δεν έχουν δει τρένα.
Παρά τα αδιαμφισβήτητα οφέλη, το αρχαίο βουδιστικό μοναστήρι του Αϊνάκ πιστεύεται πως δεν θα επιβιώσει, το ίδιο και άλλοι θησαυροί της ίδιας περιόδου. Κάποια αντικείμενα θα μεταφερθούν σε μουσεία, όμως τα αγάλματα του Βούδα που βρέθηκαν το τελευταίο διάστημα θα εκτίθενται... ακέφαλα, καθώς είχαν ήδη πέσει θύματα αρχαιοκάπηλων. Μένει λοιπόν να φανεί εάν το κινεζικό project θα αποτελειώσει τους αρχαιολογικούς θησαυρούς της χώρας. Το δίλημμα τοποθέτησε με τον καλύτερο δυνατό τρόπο ένας ξένος αρχαιολόγος που ένωσε τη φωνή του με τους ντόπιους συναδέλφους του σε μια προσπάθεια να σταματήσει το αναπόφευκτο: «Είναι δυνατό να αναπτυχθεί η χώρα και παράλληλα να συντηρηθεί η Ιστορία της;»