Εξαιρετικά υψηλά εξακολουθούν να παραμένουν τα ποσοστά των καπνιστών στην Ελλάδα, με μείωση στους άντρες και αύξηση στις γυναίκες την τελευταία τετραετία, σύμφωνα με τα ευρήματα της πρόσφατης πανελλαδικής έρευνας Hellas Health ΙΙI.
Συγκεκριμένα, το 42,9% των ανδρών και το 37,2% των γυναικών δηλώνουν ότι είναι καθημερινοί καπνιστές. Σε σύγκριση με τις προηγούμενες πανελλαδικές μελέτες Hellas Health I και ΙΙ, που έγιναν το 2006 και το 2008 αντίστοιχα, τα ποσοστά των ανδρών καπνιστών εμφανίζονται μειωμένα (ήταν 49,9% το 2006 και 46,4% το 2008), ενώ στις γυναίκες παρουσιάζεται αύξηση (30,8% το 2006 και 33,5% το 2008). Αξιοσημείωτο είναι ότι το 61,2% του δείγματος έχει καπνίσει τουλάχιστον ένα τσιγάρο στη ζωή του, ενώ οι μισοί από τους καπνιστές ξεκίνησαν το καθημερινό κάπνισμα σε ηλικία μικρότερη των 18 ετών.
Τρεις στους 10 καπνιστές έχουν σταματήσει το κάπνισμα για τουλάχιστον μία μέρα μέσα στο τελευταίο έτος και 43% των καπνιστών δηλώνει ότι σκοπεύει να κόψει το κάπνισμα (19% μέσα στο ερχόμενο έτος).
Οι περισσότεροι καπνιστές βλέπουν ως σημαντικότερα κίνητρα για τη διακοπή τις συνέπειες που έχει το τσιγάρο στην υγεία τους (67%) και στην υγεία των φίλων και των συγγενών τους (51%), καθώς και την επιθυμία τους να δώσουν το καλό παράδειγμα στα παιδιά (54%). Αντιθέτως, οι απαγορεύσεις στον χώρο εργασίας (20%) και στους δημόσιους χώρους (22%), οι σχετικές διαφημίσεις (13%) και η κοινωνική αποδοκιμασία του καπνίσματος (10%), φαίνεται να έχουν πολύ μικρότερη σημασία, τουλάχιστον ως κίνητρα για τους καπνιστές.
Τρεις στους 10 ζουν σε σπίτια όπου κάποιος καπνίζει εντός σπιτιού, ενώ τέσσερις στους 10 απάντησαν ότι δεν υπάρχει κάποιου είδους περιορισμός του καπνίσματος στο σπίτι τους.
Η κατάσταση δεν είναι ιδιαίτερα καλύτερη και στους εργασιακούς χώρους, παρά τις σχετικές διατάξεις της νομοθεσίας. Μόνο το 56,3% των ανθρώπων που εργάζονται σε κλειστούς χώρους δήλωσε ότι υπάρχει απαγόρευση του καπνίσματος, με αποτέλεσμα ένας στους τρεις εργαζόμενους (34,3%) να γίνεται παθητικός καπνιστής στον χώρο δουλειάς του.
Ωστόσο, το 69,6% του συνόλου των εργαζομένων (καπνιστών και μη) πιστεύει ότι το κάπνισμα δε θα πρέπει να επιτρέπεται στους χώρο εργασίας. Μάλιστα, ένας σημαντικός αριθμός ανθρώπων θεωρεί ότι η απαγόρευση του καπνίσματος στους χώρους εργασίας θα βελτίωνε την απόδοσή (20%), το ηθικό (21%) και την υγεία (42%) των εργαζομένων. Το 69%, το 67% και το 49% αντίστοιχα πιστεύει ότι δεν θα υπήρχε καμιά διαφορά.
Παρά τη θετική τους στάση απέναντι στην απαγόρευση, το 43% δε θα αντιδρούσε αν κάποιος άναβε τσιγάρο στον χώρο που εργάζονται και ένα επιπλέον 23% θα ακολουθούσε και θα άναβε επίσης τσιγάρο.
Η απαγόρευση του καπνίσματος σε μπαρ, κλαμπ και καφέ βρίσκει σύμφωνο το 63% των ανθρώπων. Ωστόσο, σε περίπτωση που διαπιστωθεί ότι αυτή δεν τηρείται, μόνο το 17% δηλώνει ότι θα διαμαρτυρόταν στον υπεύθυνο του καταστήματος, το 11% θα διαμαρτυρόταν στον καπνιστή και μόλις το 1% θα έκανε καταγγελία στις αρμόδιες αρχές.
Η πλειονότητα των πολιτικών εναντίον του καπνίσματος συγκεντρώνει την υποστήριξη των πολιτών, με μοναδική εξαίρεση την αύξηση της φορολογίας στα προϊόντα καπνού.
Ως προς τον νέο νόμο που προβλέπει την πλήρη απαγόρευση σε κλειστούς χώρους, το 96% των πολιτών δηλώνει ότι τον γνωρίζει και σχεδόν 7 σους 10 θεωρούν ότι είναι θετική (47%) ή μάλλον θετική (22%) εξέλιξη. Το 67% των πολιτών θεωρεί ότι η ελληνική κοινωνία είναι σίγουρα ή μάλλον ανώριμη να δεχθεί την εφαρμογή του νόμου, αλλά το 51% πιστεύει ότι εν τέλει, παρά τις δυσκολίες, ο νόμος θα εφαρμοστεί.
Ως προς τα αίτια αποτυχίας του προηγούμενου νόμου, ως κυριότερες αιτίες εμφανίζονται ο ελλιπής έλεγχος, το γεγονός ότι η κοινωνία δεν ήταν έτοιμη και η απουσία κυρώσεων για τους παραβάτες.
Η έρευνα πραγματοποιήθηκε σε αντιπροσωπευτικό δείγμα 1.000 ατόμων ηλικίας άνω των 18 ετών, κατά την περίοδο 1-21 Οκτωβρίου 2010, δηλαδή μετά την έναρξη εφαρμογής του νέου νόμου για την απαγόρευση του καπνίσματος σε όλους τους εσωτερικούς χώρους.
Έγινε από Κέντρο Μελετών Υπηρεσιών Υγείας της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών και το Ινστιτούτο Κοινωνικής και Προληπτικής Ιατρικής (ΙΚΠΙ) σε συνεργασία με το Harvard School of Public Health και τη Metron Analysis.