Από τον Πιερ Μπριανσόν
Μπορεί αυτή τη φορά η ευρωζώνη να μην καταρρεύσει, αλλά έχει ανάγκη από πιο γερά θεμέλια. Η ευρωζώνη έχει κλονιστεί από την κρίση χρέους και οι ηγέτες της φαίνεται να συμφωνούν τουλάχιστον στο ότι ο μόνος τρόπος να αποφύγουν το μοιραίο πλήγμα είναι να στραφούν προς μια βαθύτερη δημοσιονομική ενοποίηση. Κάτι τέτοιο θα αποτελούσε ευχάριστη είδηση.
Στη ρίζα της τρέχουσας κρίσης στην ευρωζώνη βρίσκεται η δημοσιονομική απόκλιση και για το λόγο αυτό η επίτευξη σύγκλισης θα βοηθούσε να αποτραπούν ανάλογες κρίσεις στο μέλλον. Συνήθως, η Γαλλία και η Γερμανία προσπαθούν να δώσουν τον τόνο με αποφασιστικό αλλά κάπως αδέξιο τρόπο. Ο Νικολά Σαρκοζί και η Aγκελα Μέρκελ δήλωσαν την προηγούμενη εβδομάδα ότι θα εξετάσουν τους τρόπους με τους οποίους μπορεί να επιχειρηθεί σύγκλιση των πολιτικών τους σε επίπεδο φορολογίας και αγοράς εργασίας και θα προτείνουν τη δρομολόγηση «διαρθρωτικών» μεταρρυθμίσεων στους εταίρους τους με στόχο τη δημοσιονομική ενοποίηση. Για την αντιμετώπιση των διαρθρωτικών αδυναμιών της ευρωζώνης, όμως, δεν φτάνουν μόνο τα λόγια. Ο κίνδυνος διάλυσης εξαιτίας των αποκλίσεων στις οικονομικές και δημοσιονομικές πολιτικές παραμονεύει.
Η δημοσιονομική ενοποίηση δεν μπορεί και δεν πρέπει να γίνει εν μία νυκτί. Καθώς ξεκινούν μια πολύχρονη διαδικασία διαπραγματεύσεων, παζαριών και ίσως και άλλων κρίσεων, οι ηγέτες της ευρωζώνης θα πρέπει να έχουν κατά νου πέντε βασικές αρχές.
Φτάνουν οι προσποιήσεις
Οι εποχές της λατρευτικής προσήλωσης στην εθνική δημοσιονομική κυριαρχία έχουν περάσει ανεπιστρεπτί. Κανένα μέλος της νομισματικής ένωσης δεν μπορεί να ξοδεύει ανενόχλητο ή να ενδίδει σε φούσκες, την ώρα που οι εταίροι της ισορροπούν στο χείλος του γκρεμού. Αυτό ήταν το πραγματικό νόημα της σύστασης ενός μηχανισμού διάσωσης τον περασμένο Μάιο: η ευρωζώνη μπορεί να αναγκάσει τις κυβερνήσεις να λάβουν συγκεκριμένα μέτρα πολιτικής σε αντάλλαγμα της βοήθειας τους παρέχει. Θα πρέπει, όμως, να μπορεί να προλαβαίνει τα γεγονότα, ξεκινώντας με προειδοποιήσεις και συστάσεις. Αυτό είναι το νόημα των μεταρρυθμίσεων που δρομολογεί μια ομάδα δράσης με επικεφαλής τον Χέρμαν Βαν Ρομπέι, πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου.
Δεν υπάρχει λόγος να προσποιούμαστε άλλο ότι η εθνική δημοσιονομική κυριαρχία αποτελεί την πεμπτουσία της ευρωζώνης –στην πραγματικότητα, αποτελεί το βασικότερο «εκ γενετής» ελάττωμά της. Εξαιτίας αυτού, τα κράτη μέλη εδραίωσαν αποκλίνουσες οικονομικές πολιτικές, ενώ η Γερμανία μπορεί να συνεχίζει να επιμένει ότι δεν θα γίνουν μεταφορές εντός της νομισματικής ένωσης. Εν τω μεταξύ, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα ορίζει τα επιτόκιά της, τα οποία ισχύουν από το Λούμπεκ ως τη Λισαβόνα, στη βάση ότι η ευρωζώνη είναι μια ενιαία οικονομία.
Αλλαγή πλεύσης χρειάζεται, επίσης, και στο ζήτημα των πτωχεύσεων των κρατών μελών. Η πτώχευση πρέπει να περιλαμβάνεται στα πιθανά σενάρια. Μπορεί να μην είναι δουλειά των ηγετών της ευρωζώνης να συζητούν σενάρια πτώχευσης, αλλά πρέπει να αφήνουν το ενδεχόμενο ανοιχτό. Εν τέλει, το γεγονός ότι η πολιτεία της Νέας Υόρκης ή η Καλιφόρνια μπορούν -θεωρητικά- να χρεοκοπήσουν δεν θεωρείται ότι αποτελεί αδυναμία του δολαρίου.
Ενισχυμένη εποπτεία
Οι ηγέτες της ευρωζώνης αποδέχονται πλέον ότι η εποπτεία πρέπει έχει εφαρμογή, εκτός από τα νούμερα των προϋπολογισμών, και σε άλλα πεδία ανισορροπιών, ιδίως στο ιδιωτικό χρέος και τον τραπεζικό τομέα. Χρειάζονται, όμως, ισχυρότερα κεντρικά όργανα που δεν θα προειδοποιούν μόνο τα κράτη μέλη αλλά θα τα αναγκάζουν κιόλας να αναλάβουν δράση. Η καινούργια Ευρωπαϊκή Επιτροπή Συστημικού Κινδύνου με προεδρεύων τον πρόεδρο της ΕΚΤ αποτελεί ένα σημαντικό βήμα προς αυτή την κατεύθυνση, όπως επίσης και η μελλοντική ευρωπαϊκή τραπεζική αρχή, η οποία θα είναι επιφορτισμένη με τον συντονισμό των εργασιών των εθνικών εποπτικών αρχών.
Η εμβέλεια, όμως, αυτών των θεσμικών οργάνων εκτείνεται σε ολόκληρη την ΕΕ, με αποτέλεσμα να μην αντιμετωπίζουν συγκεκριμένα προβλήματα της ευρωζώνης. Η κρίση της Ιρλανδίας απέδειξε ότι μια τράπεζα που δεν θεωρήθηκε αρκετά σημαντική για να υποβληθεί στα ευρωπαϊκά τεστ αντοχής, η Anglo Irish Bank, μπορούσε να επιφέρει σοβαρές ζημιές. Η ευρωζώνη χρειάζεται μια ενιαία αρχή εποπτείας του τραπεζικού τομέα ή, τουλάχιστον, κοινό κανονιστικό πλαίσιο για τον τραπεζικό κλάδο. Η ΕΚΤ πρέπει να λειτουργεί ως η ομπρέλα μια ισχυρότερης τραπεζικής εποπτικής αρχής και να νουθετεί τις κυβερνήσεις σχετικά με τη φορολογία των τραπεζικών εργασιών.
Μια άλλη εποπτική αρχή στην οποία πρέπει να εκχωρηθούν μεγαλύτερες αρμοδιότητες είναι η στατιστική υπηρεσία της ΕΕ. Τα τελευταία 10 χρόνια, όλα τα κράτη μέλη –με πρώτες τη Γαλλία και τη Γερμανία- δηλώνουν ψευδή στοιχεία στην Κομισιόν σχετικά με τους προϋπολογισμούς τους. Οι αμαρτίες αυτές αποδείχθηκαν σχεδόν θανάσιμες, λαμβάνοντας υπ’ όψιν παράδειγμα της Ελλάδας. Η ΕΕ πρέπει να έχει την αρμοδιότητα να εκτιμά τα πραγματικά μεγέθη του προϋπολογισμού οποιουδήποτε κράτους μέλους, να δημοσιεύει τα ευρήματά της και να τα χρησιμοποιεί ως βάση για αξιολόγηση.
Σταδιακός δεν σημαίνει άτολμος
Ο μόνος τρόπος να ευοδωθεί η δημοσιονομική ενοποίηση είναι η διοίκηση της ευρωζώνης –ανεξάρτητα από το όνομα ή τη μορφή που έχει- να αναλαμβάνει περισσότερες αρμοδιότητες σχετικά με τις κοινές δαπάνες. Δεν θα χρειάζεται από την αρχή να καλύπτει, για παράδειγμα, τον αμυντικό προϋπολογισμό ή την εκπαίδευση. Ας ξεκινήσει σιγά σιγά για να μην τρομάξουν και οι φετιχιστές της εθνικής δημοσιονομικής κυριαρχίας. Το κέντρο πρέπει να έχει περιορισμένες αρμοδιότητες, μεταξύ των οποίων η αύξηση της φορολογίας –αποκλειστικά, όμως, με σκοπό τη χρηματοδότηση των καθορισμένων του αρμοδιοτήτων.
Για παράδειγμα, θα μπορούσε σε βάθος χρόνου να του εκχωρηθεί η αρμοδιότητα των φορολογικών ελέγχων. Σταδιακά, αυτός ο προϋπολογισμός των κοινών υπηρεσιών θα μεγάλωνε καθώς θα εκχωρούνταν περισσότερες αρμοδιότητες στο κέντρο.
Δούναι και λαβείν
Η Γερμανία πρέπει να σταματήσει να προσποιείται ότι όλοι οφείλουν να υιοθετήσουν το γερμανικό μοντέλο –μια εξαιρετικά ανταγωνιστική βιομηχανία που συνοδεύεται από έναν εξαιρετικά αντιπαραγωγικό δημόσιο τομέα. Εάν ήταν όλοι όπως η Γερμανία, η Γερμανία δεν θα μπορούσε να είναι αυτό που είναι σήμερα. Πρέπει να αποδεχθεί τη διάκριση της εργασίας εντός της ευρωζώνης και να συμμετέχει στο βαθμό που της αναλογεί στη διόρθωση των ανισορροπιών που υπάρχουν στην ευρωζώνη. Το υφιστάμενο εμπορικό πλεόνασμα της Γερμανίας σε σχέση με την υπόλοιπη ευρωζώνη θα πρέπει να καταμεριστεί προς την αντίθετη κατεύθυνση και το Βερολίνο θα πρέπει να αποδεχθεί το γεγονός ότι η ευθύνη της διόρθωσης των ανισορροπιών βαραίνει εξίσου τις πλεονασματικές χώρες με τις ελλειμματικές.
Τα υπόλοιπα κράτη μέλη της ευρωζώνης, από την πλευρά τους, πρέπει να αποδεχθούν την επιβολή αυστηρότερων πολιτικών. Σήμερα, αναγκάζονται να το κάνουν από τις αγορές, οι οποίες αποθαρρύνουν τη χρηματοδότηση σε «άσωτες» χώρες. Η βασική λογική, όμως, της δημοσιονομικής πειθαρχίας είναι ότι διασφαλίζει τη διαρκή ανάπτυξη, οδηγώντας στη μείωση των μακροπρόθεσμων επιτοκίων, με αποτέλεσμα να μην αποκλείονται οι ιδιώτες από τις χρηματοοικονομικές αγορές.
Κάποιος ισχυρός να πάρει τα ηνία
Ας το πάρουμε απόφαση: η σημερινή Κομισιόν, η οποία έχει ως αρχή της τον συμβιβασμό, στελεχώνεται από αποτυχημένους πολιτικούς και διοικείται από έναν ανίσχυρο πρόεδρο, δεν αποτελεί την αξιόπιστη κυβέρνηση που χρειάζεται η ευρωζώνη. Τα κράτη μέλη πρέπει να ξεκινήσουν από τον διορισμό ενός ανεξάρτητου και αποφασιστικού «τσάρου επί των οικονομικών», ο οποίος θα ασκεί εξουσία αντίστοιχη με αυτή που ασκεί ο Ζαν Κλοντ Τρισέ στη νομισματική πολιτική. Οι εξουσίες του τσάρου θα είναι ουσιαστικές. Οι αποφάσεις του πρέπει να ελέγχονται αλλά δεν πρέπει να είναι υποκείμενες στη διαρκή παρέμβαση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου. Το αφεντικό θα πρέπει να έχει τη φυσική εξουσία επί του προϋπολογισμού των κοινών υπηρεσιών, εφόσον έχει εγκριθεί από το Ευρωκοινοβούλιο, και να κρατά τη βέργα των κυρώσεων σε περίπτωση παραβίασης του συμφώνου σταθερότητας. Επίσης, θα πρέπει να ζητά από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο να κάνει εξαιρέσεις σε περίπτωση σοβαρών οικονομικών κρίσεων. Έτσι, κάθε κράτος μέλος θα αισθάνεται το «κεντρί» των αποφάσεων του τσάρου, οι οποίες θα λαμβάνονται προς το κοινό όφελος.
REUTERS BREAKINGVIEWS