Καμίλο Μπεράρντι, κάτοικος περιοχής (Reuters): «Όταν χτύπησε ο σεισμός, έτρεξα έξω από το σπίτι του πατέρα μου, άνοιξα την κυρίως πόρτα και όλα είχαν καταρρεύσει. Ο πατέρας μου έχει σίγουρα πεθάνει. Φώναζα βοήθεια αλλά κανείς δεν ήταν εκεί».
Ίντα Σπανιόλι, κάτοικος περιοχής (BBC): «Ήμουν στο σαλόνι του σπιτιού μου και κοιμόμουν στον καναπέ όταν άκουσα τους πρώτους θορύβους, τις πρώτες δονήσεις, περίπου στις 11 το βράδυ και ήταν τρομακτικό. Τότε αποκοιμήθηκα και ξαφνικά βρέθηκα στο πάτωμα και οι τοίχοι γύρω μου έπεφταν. Δεν μπορούσα να δω τίποτα, υπήρχε σκόνη, τσιμέντο και όταν καθάρισε η ατμόσφαιρα είδα ότι με χώριζε μόλις ένα μέτρο πάτωμα από το δρόμο. Με βοήθησαν τρεις νεαροί και αφού περπατήσαμε πάνω σε συντρίμμια βρεθήκαμε σε μία μικρή πλατεία. Το μόνο που έβλεπες από αυτή την πλατεία ήταν οι προσόψεις κτιρίων, αλλά πίσω δεν υπήρχε τίποτα. Το κέντρο των κτιρίων είχε καταρρεύσει».
Βιτόριο Περφέτο, δημοσιογράφος (εφημερίδα Il Centro): «Ξυπνήσαμε από έναν πολύ ισχυρό σεισμό, όλα έπεφταν γύρω μας, έπιπλα, τα πάντα… Τρέξαμε κάτω στις σκάλες, την ώρα που όλα τριγύρω μας έπεφταν. Ο γιος μου είναι 15 και η κόρη μου 24 και ήταν και οι δύο στα δωμάτιά τους. Οι σκάλες ήταν μπλοκαρισμένες από τα έπιπλα που είχαν πέσει. Έπρεπε να φύγουμε γρήγορα, χωρίς τα παπούτσια μας. Ήταν ένα θαύμα. Όταν βγήκαμε έξω φοβόμασταν ότι θα πέσει όλο το κτίριο πάνω μας. Καθώς τρέχαμε υπήρξε ένας ακόμα πολύ δυνατός σεισμός. Σαν από θαύμα, καταφέραμε να τρέξουμε για 50 με 60 μέτρα ανάμεσα σε όλα τα αντικείμενα που έπεφταν. Στο τέλος μαζευτήκαμε σε μία πλατειούλα, υπήρχαν και άλλοι εκεί, μπροστά σε μία εκκλησία, της οποίας όλο το πάνω μέρος της πρόσοψης είχε καταρρεύσει».
Γκουίντο Μαριάνι (εφημερίδα La Repubblica): «Έμεινα για τρεις ώρες κάτω από τα συντρίμμια. Δεν μπορούσα να φύγω μόνος μου. Ευτυχώς δύο δοκάρια εμπόδιζαν τον τοίχο από το να πέσει πάνω μου. Τα σωστικά συνεργεία έφτασαν μετά από περισσότερες από τρεις ώρες. Φώναζα για βοήθεια. ¶κουγα το κινητό μου αλλά δεν μπορούσα να το φτάσω. Τελικά, είδα ένα μικρό άνοιγμα και χέρια που με έπιασαν και με έβγαλαν έξω».