Η κουλτούρα του συμβιβασμού είναι ένα από τα λιγότερο γνωστά πλην όμως κραταιά γνωρίσματα του Ευρωκοινοβουλίου. Προκειμένου να διασφαλίσουν την ισχυρή επιρροή τους στην Κομισιόν και το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, οι ευρωβουλευτές προσπαθούν να συγκλίνουν σε κοινές θέσεις προτού κατευθυνθούν στις κάλπες, με αποτέλεσμα οι παραδοσιακές διαφορές μεταξύ των πολιτικών παρατάξεων να «μπαλώνονται».
Αυτή η πτυχή του Ευρωκοινοβουλίου υποδηλώνει ότι ο θεμελιώδης ευρωπαϊκός θεσμός ελάχιστα επηρεάζεται από τις εθνικές παραδοσιακές γραμμές –αντίθετα, εξουσιάζεται από τα απώτερα κίνητρα.
Πολλοί είναι οι λόγοι που εξηγούν τη διττή φύση του Ευρωκοινοβουλίου. Το κυρίαρχο όργανο της ΕΕ είναι αρμόδιο για ένα μεγάλο εύρος τεχνικών θεμάτων, όπως η ποιότητα των καυσίμων, οι κανονισμοί των τηλεπικοινωνιών και τα πρότυπα ασφαλείας, για τα οποία στο τέλος της συνεδρίασης επικρατούν οι ισχυρές απόψεις των ομάδων πίεσης των Βρυξελλών.
Επιπλέον, ακόμη και οι πιο πολιτικοποιημένες ψήφοι είναι αποτέλεσμα παρατεταμένων διαβουλεύσεων μεταξύ των ευρωπαϊκών οργάνων που λειτουργούν με πολύ διαφορετική λογική: το Ευρωκοινοβούλιο πρέπει να αποφασίζει από κοινού με το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο –το οποίο λειτουργεί με διακυβερνητικά αντανακλαστικά καθώς απαρτίζεται από τους άμεσους εκπροσώπους των κρατών– και με την Κομισιόν, η οποία στελεχώνεται από πολιτικούς της δεξιάς και της αριστεράς που αποφεύγουν να έρχονται σε κομματική αντιπαράθεση.
Ωστόσο, η αλληλεπίδραση μεταξύ των ευρωπαϊκών θεσμικών οργάνων δεν είναι αρκετή για να εξαλείψει τις έντονες διαφωνίες επί των σημαντικότερων κειμένων προτού αυτά κατατεθούν στο Ευρωκοινοβούλιο. Το αποτέλεσμα είναι πολλά από τα κείμενα αυτά να αντανακλούν τις παραδοσιακές αντιθέσεις των παρατάξεων, τα οποία συνήθως έχουν διαμετρικά αντίθετες τοποθετήσεις, προτού επέλθει τελικά ο συμβιβασμός υπό τη μορφή της ψήφου.
Οι ευρωβουλευτές συνήθως δεν λειτουργούν με πολιτική λογική, με αποτέλεσμα να εξασθενεί η συνεκτικότητα μεταξύ των κυρίαρχων παρατάξεων. Στη διάρκεια των συνεδριάσεων που καταλήγουν σε ψηφοφορία, οι Ευρωβουλευτές «συνήθως έχουν δύο διαφορετικές γραμμές, η μία υπαγορεύεται από την πολιτική τους παράταξη και η άλλη από το κυβερνών κόμμα της χώρας τους, ενώ δεν πρέπει να ξεχνάμε και την επιρροή των ομάδων πίεσης», επισημαίνει ένας διπλωμάτης που είναι αρμόδιος για την παρακολούθηση των εργασιών του Ευρωκοινοβουλίου.
Στις περιπτώσεις δημοσίων συζητήσεων μεγάλης βαρύτητας, οι κοινοβουλευτικοί αντιπρόσωποι διαφόρων κρατών μελών στις Βρυξέλλες προμηθεύουν τους Ευρωβουλευτές με «έγγραφα θέσεων», τα οποία τους υπαγορεύουν τι πρέπει να ψηφίσουν. Η απόφαση, βέβαια, για το αν θα ακολουθήσουν ή όχι τις υποδείξεις ανήκει στους ίδιους τους Ευρωβουλευτές.
Πηγή: Le Monde