Η ευρωπαϊκή ελίτ δεν κατάφερε να πείσει τους Ευρωπαίους ότι η ΕΕ είναι πιο σημαντική από ποτέ εν μέσω οικονομικής κρίσης και γι’ αυτό ευθύνεται για τη μεγάλη αποχή, είπε στο naftemporiki.gr η δρ Καλυψώ Νικολαΐδη, καθηγήτρια Διεθνών Σχέσεων στο πανεπιστήμιο της Οξφόρδης και μέλος της Ευρωπαϊκής Ομάδας των Σοφών.
Όπως μας εξηγεί, «η νομιμότητα της ΕΕ δεν είναι πολύ μεγάλη ούτως ή άλλως», αλλά αυτό που θα βοηθούσε στο να αποκτήσουν οι ευρωεκλογές αληθινά ευρωπαϊκό χαρακτήρα θα ήταν η δημιουργία πανευρωπαϊκών λιστών που θα συναγωνίζονταν για ψήφους σε διεθνές επίπεδο.
Συνέντευξη στην Αλίνα Σαράντη
To πρώτο μεγάλο θέμα που προκύπτει από τα αποτελέσματα των εκλογών είναι μάλλον η χαμηλή συμμετοχή. Ποιος ή τι φταίει γι’ αυτό;
«Αυτή η χαμηλή συμμετοχή ταυτόχρονα προκαλεί έκπληξη και δεν προκαλεί έκπληξη. Έχουμε τη μεγαλύτερη οικονομική κρίση από τότε που δημιουργήθηκε η ΕΕ και οι ψηφοφόροι δεν είναι χαζοί. Καταλαβαίνουν ότι οι λύσεις πρέπει να είναι ευρωπαϊκές, ότι ο συντονισμός είναι πολύ σημαντικός. Ωστόσο αυτή η αποχή 60% καταδεικνύει ότι δεν θεωρούν πως οι λύσεις βρίσκονται στην Ευρώπη. Αυτό είναι το πρώτο μάθημα που προκύπτει από τη μεγαλύτερη αποχή από τότε που άρχισε η καθολική ψήφος για το Ευρωκοινοβούλιο πριν από 30 χρόνια. Η ευθύνη βαραίνει την ευρωπαϊκή ελίτ που δεν κατάφερε να πείσει ότι είναι πιο σημαντική από ποτέ. Μετά έχουμε και τα πιο τοπικά σε κάθε κοινωνία ζητήματα, που έχουν να κάνουν με την απώλεια της αξιοπιστίας των πολιτικών, αλλά αυτό είναι μια παλιά ιστορία. Στη Βρετανία επιδεινώθηκε λόγω του σκανδάλου με τα βουλευτικά έξοδα, στην Ελλάδα επίσης με τα διάφορα σκάνδαλα. Όλα αυτά σημαίνουν ότι οι πολιτικοί φαίνονται πιο διεφθαρμένοι από ποτέ. Το ενδιαφέρον είναι ότι συνήθως αυτό θα έπρεπε να ωφελήσει τα άκρα και κυρίως την ακροδεξιά, ωστόσο εγώ δεν βλέπω κύμα υποστήριξης προς τους ευρωσκεπτικιστές και δεν είμαι σίγουρη πώς εξηγείται».
Πώς πιστεύετε ότι αυτή η χαμηλή συμμετοχή επηρεάζει τη νομιμότητα της ΕΕ;
«Η νομιμότητα δεν είναι πολύ μεγάλη ούτως ή άλλως, οπότε δεν νομίζω ότι αλλάζει πολλά! Απλώς έδειξε για άλλη μία φορά ότι η ΕΕ δεν ασχολείται με τα θέματα για τα οποία οι πολίτες νιώθουν παθιασμένοι, όπως οι συντάξεις τους και η εκπαίδευση των παιδιών τους, οι αποταμιεύσεις τους εν καιρώ κρίσης… Παρόλο που πιστεύουν ότι η Ευρώπη πρέπει να βοηθά συντονίζοντας, έχουμε το πρόβλημα ότι δεν δημιουργεί παθιασμένο πολιτικό διάλογο και αυτό είναι μία ακόμα απόδειξη».
Πιστεύετε ότι η πανευρωπαϊκή δημοκρατία λειτουργεί αυτή τη στιγμή;
«Ναι και όχι. Λειτουργεί στο βαθμό που όλοι οι λαοί της Ευρώπης κλήθηκαν να ψηφίσουν για τα μέλη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, που έχει κάποια δύναμη, τουλάχιστον μεγαλύτερη από αυτή που είχε πριν από δέκα χρόνια. Έχει επίσης ένα συμβούλιο που είναι επίσης δημοκρατικά εκλεγμένο μέσω των εθνικών εκλογών, οπότε με αυτή την κλασική έννοια η δημοκρατία λειτουργεί. Νομίζω ότι δεν πρέπει να χρησιμοποιούμε σαν κριτήριο για την αξιολόγηση της ευρωπαϊκής δημοκρατίας το κατά πόσο ένας νόμος ψηφίζεται πανευρωπαϊκά, αυτό θα ήταν μία κακή ερμηνεία της ευρωπαϊκής δημοκρατίας. Η ευρωπαϊκή δημοκρατία είναι άθροισμα των εθνικών δημοκρατιών. Οπότε λειτουργεί με έναν πειραματικό τρόπο, αλλά και με έναν σύνθετο και δυσνόητο τρόπο, το οποίο είναι αναπόφευκτο γιατί η ΕΕ αποτελείται από 27 κράτη μέλη, με πολλές διαφορετικές πολιτικές παραδόσεις. Φοβάμαι ότι αυτή η σύνθετη δημοκρατία είναι αναπόφευκτη. Έτσι είναι η ζωή στην Ευρωπαϊκή Ένωση».
Το άλλο θέμα που προκύπτει είναι ότι οι ψηφοφόροι ψηφίζουν έχοντας κατά κύριο λόγο εθνικά θέματα κατά νου. Τι χρειάζεται για να αποκτήσουν αυτές οι εκλογές αληθινά ευρωπαϊκό χαρακτήρα;
«Αυτό που χρειάζεται πάνω απ’ όλα είναι η δημιουργία πανευρωπαϊκών λιστών. Οι Ευρωπαίοι Πράσινοι και οι Σοσιαλιστές έχουν δουλέψει πολύ σκληρά γι’ αυτό. Κάτι τέτοιο σημαίνει ότι τα πολιτικά κόμματα δεν θα αγωνίζονταν μόνο σε μία χώρα αλλά θα δημιουργούσαν λίστες και οι ψηφοφόροι θα ψήφιζαν απ’ ευθείας. Αυτή τη στιγμή οι ψηφοφόροι ψηφίζουν για παράδειγμα τους Σοσιαλδημοκράτες ή το Σοσιαλιστικό Κόμμα, τα οποία μόλις βρεθούν στο Ευρωκοινοβούλιο δημιουργούν ομάδες, αλλά ψηφίζονται εθνικά, γιατί οι ποσοστώσεις στο κοινοβούλιο είναι εθνικές. Οπότε αν τώρα ψήφιζαν οι ψηφοφόροι στη Βρετανία, τη Γερμανία, τη Γαλλία και την Ελλάδα για την ίδια λίστα, για τα ίδια πρόσωπα, τους ίδιους επικεφαλής, δεν θα ήταν δυνατόν να ενταχθούν στο ευρωκοινοβούλιο, γιατί δεν θα είχαμε ποσόστωση γι’ αυτούς. Πολλοί προσπαθούν εδώ και καιρό να δημιουργήσουν αυτές τις λίστες, που θα επέτρεπαν να ανοίξει κάπως ένας πανευρωπαϊκός διάλογος. Υπάρχει μία ελπίδα, αν και δεν έχω αρκετή εσωτερική πληροφόρηση για να σας πω αν είναι ρεαλιστική, ότι αυτές θα εγκριθούν και θα έχουμε πανευρωπαϊκές λίστες το 2014».
Ένα ακόμα σημαντικό ζήτημα που προκύπτει από τα αποτελέσματα είναι τα κέρδη της κεντροδεξιάς εις βάρος της κεντροαριστεράς. Γιατί η κεντροαριστερά δεν έχει καταφέρει να αποκομίσει πολιτικά οφέλη από την ύφεση;
«Πρόκειται για ένα από τα φλέγοντα ερώτημα το οποίο θα απασχολήσει πολλούς τις επόμενες εβδομάδες και στο οποίο βέβαια εγώ δεν έχω τη μαγική απάντηση. Υπάρχουν πολλοί παράγοντες. Ο ένας είναι ότι η κεντροδεξιά ήταν αρκετά επιτυχής στο να μεταθέσει τις ευθύνες, λέγοντας δηλαδή ότι αυτή η κρίση προήλθε από τις ΗΠΑ, δεν ευθυνόμαστε εμείς αλλά θα την αντιμετωπίσουμε. Οι ψηφοφόροι έχουν την αίσθηση ότι οι κυβερνήσεις τους έκαναν κάτι, δεν ρίχνουν το φταίξιμο στην κεντροδεξιά. Όταν λοιπόν η κεντροδεξιά είναι στην εξουσία, όπως στη Γερμανία και στη Γαλλία, νιώθουν ότι έχει κάνει κάτι για να την αντιμετωπίσει, αλλά δεν είναι υπεύθυνη για την κρίση. Η άλλη όψη του νομίσματος είναι ο “δανεισμός της νομιμότητας”, δηλαδή η κεντροδεξιά έχει καταφέρει να δανειστεί με μαγικό τρόπο τη γλώσσα της σοσιαλδημοκρατίας. “Θέλουμε καπιταλισμό με ανθρώπινο πρόσωπο”, “θέλουμε καλύτερη ρύθμιση”, “οι αγορές δεν μπορούν να λειτουργήσουν μόνες τους”, όλα αυτά τα ζητήματα που έχει εγείρει από παλιά η σοσιαλδημοκρατία εναντίον του νεοφιλελευθερισμού. Οι ψηφοφόροι έχουν πολύ βραχυπρόθεσμη μνήμη, οπότε ξεχνούν ότι αυτή η γλώσσα είναι στην καρδιά της κεντροαριστεράς. Βεβαίως το ερώτημα είναι πώς η κεντροαριστερά αντέδρασε σε αυτήν τη γλώσσα και εκεί νομίζω ότι δεν κατάφερε να ανανεώσει τα παλιά αυτά συνθήματα. Η περίπτωση της Βρετανίας είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα. Θα περίμενε κανείς ότι ο Γκόρντον Μπράουν θα αποκόμιζε οφέλη, έχοντας φιλοξενήσει τους G20 και έχοντας βαφτιστεί αρχικά “σωτήρας του κόσμου”, αλλά τώρα βρίσκεται σε δεινή θέση για πολύ συγκεκριμένους εθνικούς λόγους, το σκάνδαλο με τα βουλευτικά έξοδα, το γεγονός ότι δεν έχει καταφέρει να επικοινωνήσει ένα όραμα. Η αριστερά, επειδή παραδοσιακά δεν θεωρείται ότι εμπνέει τόση εμπιστοσύνη σαν συνετός μάνατζερ του κράτους, οι ψηφοφόροι απαιτούν περισσότερα από αυτήν, ένα όραμα που να εμπνέει, και δεν το έχουμε αυτό στην Ευρώπη, δεν έχουμε χαρισματικό ηγέτη στην αριστερά. Από την άλλη πλευρά, η εναλλακτική αριστερά, όπως οι Πράσινοι, έχει καταφέρει πολύ καλά να αποσπάσει ψήφους από την κεντροαριστερά. Οπότε η αριστερά έχει διασπαστεί ανάμεσα σε ακροαριστερά πράσινα κόμματα και κεντροαριστερούς σοσιαλδημοκράτες. Έτσι βλέπουμε για παράδειγμα στη Γαλλία τους Πράσινους να έχουν αποσπάσει σχεδόν το ίδιο ποσοστό με τους Σοσιαλιστές, κάτι χωρίς προηγούμενο. Ο ηγέτης τους είναι ίσως ο πιο χαρισματικός εκπρόσωπος της ευρωπαϊκής αριστεράς. Δεν εκφράζει όμως την κλασική αριστερά, αλλά το εναλλακτικό όραμα των Πρασίνων».
Ποιο είναι το συνολικό σας πόρισμα για το αποτέλεσμα των εκλογών;
«Δεν έχω εκπλαγεί ιδιαίτερα. Νομίζω ότι θα υπάρξει ενδιαφέρουσα δυναμική εντός του κοινοβουλίου. Για παράδειγμα το Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα θα κυριαρχηθεί από τους Πολωνούς, οι οποίοι είναι γενικά αρκετά ευρωσκεπτικιστές, κοντά στους Βρετανούς Τόρις, οι οποίοι θα συνεργαστούν με μία πιο δεξιά ομάδα. Οι ισορροπίες αυτή τη φορά θα είναι ακόμα περισσότερο υπέρ της κεντροδεξιάς. Πρέπει να θυμόμαστε όμως ότι δεν είναι σαν εθνικές εκλογές που δημιουργούν μία πλειοψηφία που νομοθετεί, αλλά οι δύο μεγαλύτερες ομάδες νομοθετούν μαζί, κάτι που θα συνεχιστεί και τώρα. Πάντως, αυτό που διαφαίνεται είναι ότι παρά την αναταραχή που υπάρχει παγκοσμίως με την ύφεση, την κλιματική αλλαγή, τα ενεργειακά, όλα αυτά τα δύσκολα ζητήματα, η ευρωπαϊκή πολιτική είναι αρκετά σταθερή τελικά. Ελπίζω ότι θα έχουμε τουλάχιστον ένα πολιτικό τοπίο στο οποίο θα μπορούμε να ασχοληθούμε με τα πολύ επείγοντα παγκόσμια ζητήματα που πρέπει να αντιμετωπίσει η Ευρώπη μέσα στην επόμενη δεκαετία».