Βιώσιμες πόλεις

Παρασκευή, 16 Οκτωβρίου 2009 13:51
UPD:14:08

Το κλειδί για την άριστη περιβαλλοντική «διαγωγή» της Νέας Υόρκης είναι η εξαιρετικά υψηλή πυκνότητα του πληθυσμού, η οποία στο Μανχάταν ανέρχεται σε 67.000 ανθρώπους ανά τετραγωνικό μίλι (το οχταπλάσιο από το μέσο όρο των ΗΠΑ και το 30πλάσιο από το Λος ¶ντζελες).

A- A A+

Του Ντέιβιντ Οουεν*

Για τους περισσότερους, οι πυκνοκατοικημένες πόλεις μοιάζουν με οικολογικό εφιάλτη: το μπετόν καλύπτει τα πάντα, οι τεράστιες ποσότητες λυμάτων μετατρέπουν τις πόλεις σε χωματερές, ενώ τα καυσαέρια και το κυκλοφοριακό χάος κάνουν τη διαβίωση ακόμη πιο αφόρητη.

Σε σύγκριση με τις υπόλοιπες κατοικημένες περιοχές, όμως, οι πόλεις αποτελούν πρότυπα περιβαλλοντικής ευθύνης. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, η πιο «πράσινη» πόλη είναι η Νέα Υόρκη –η μοναδική πόλη που προσεγγίζει όλα τα περιβαλλοντικά πρότυπα που έχουν θεσπιστεί ανά τον πλανήτη.

Ο μέσος Νεοϋορκέζος εκπέμπει 7,1 μετρικούς τόνους αερίων του θερμοκηπίου ετησίως, ξεπερνώντας το μέσο Σουηδό ο οποίος παράγει 5,6 μετρικούς τόνους. Σε επίπεδο Ηνωμένων Πολιτειών, όμως, οι ρύποι του Νεοϋορκέζων αντιστοιχούν στο 30% των ρύπων του μέσου Αμερικανού (24,5 μετρικοί τόνοι). Οι ρύποι που αντιστοιχούν στους κατοίκους του Μανχάταν –του πιο πυκνοκατοικημένου από τους πέντε δήμους της Ν. Υόρκης– είναι ακόμη μικρότερη.

Το κλειδί για την άριστη περιβαλλοντική «διαγωγή» της Νέας Υόρκης είναι η εξαιρετικά υψηλή πυκνότητα του πληθυσμού, η οποία στο Μανχάταν ανέρχεται σε 67.000 ανθρώπους ανά τετραγωνικό μίλι (το οχταπλάσιο από το μέσο όρο των ΗΠΑ και το 30πλάσιο από το Λος ¶ντζελες).

Η μεγάλη συνάθροιση των κατοίκων στις πόλεις μειώνει τις αποστάσεις των καθημερινών μετακινήσεων και περιορίζει τα περιθώρια αλόγιστης κατανάλωσης, ενώ οι περισσότεροι αναγκάζονται να ζουν σε πολυκατοικίες -τις κατοικίες με τη μεγαλύτερη ενεργειακή απόδοση.

Σε ατομικό επίπεδο, οι Νεοϋορκέζοι καταναλώνουν λιγότερο νερό, καίνε λιγότερα καύσιμα και δημιουργούν λιγότερα απόβλητα. Τα νοικοκυριά καταναλώνουν πολύ λιγότερη ηλεκτρική ενέργεια (4.696 κιλοβατώρες ετησίως), σε σύγκριση με το Ντάλας (16.116 κιλοβατώρες).

Το σημαντικότερο από όλα, όμως, είναι το ολοκληρωμένο σύστημα μαζικής μεταφοράς, το οποίο δίνει στους κατοίκους τη δυνατότητα να ζουν χωρίς αυτοκίνητο, κάτι που είναι αδιανόητο σε οποιαδήποτε άλλη περιοχή των ΗΠΑ. Το 82% των κατοίκων του Μανχάταν πηγαίνουν στη δουλειά τους με μέσα μαζικής μεταφοράς, με το ποδήλατο ή με τα πόδια –ποσοστό 10πλασιο από το μέσο όρο των Αμερικανών, 8πλάσιο από το Λος ¶ντζελες και 16πλάσιο από την Ατλάντα.

Σε μια διάλεξη για το περιβάλλον το 2008, καθόμουν δίπλα σε ένα στέλεχος τραπεζικής επενδυτικής, ο οποίος αρχικά φαινόταν δύσπιστος όταν του εξηγούσα ότι οι Νεοϋορκέζοι έχουν σημαντικά χαμηλότερο αποτύπωμα στο περιβάλλον από τους υπόλοιπους Αμερικανούς. «Ναι, αλλά αυτό ισχύει γιατί ζουν ο ένας πάνω στον άλλο», απάντησε τελικά.

Αυτό είναι αλήθεια. Στη συνέχεια, όμως, προσπάθησε να υποβιβάσει τον ενεργειακά αποδοτικό τρόπο ζωής των Νεοϋορκέζων χαρακτηρίζοντας τον ως «ασυνείδητο», λες και η πρόθεση είχε μεγαλύτερη σημασία από το αποτέλεσμα. Στην πραγματικότητα, τα ασυνείδητα οφέλη είναι πιο επιθυμητά από τα συνειδητά, γιατί αυτό σημαίνει ότι δεν προϋποθέτουν αναγκαστική επιβολή ή προσωπική δέσμευση του ατόμου.

Στη διάρκεια της συζήτησης που είχα με έναν ειδικό σε θέματα ενέργειας, του ζήτησα να μου εξηγήσει γιατί η κατά κεφαλήν κατανάλωση ενέργειας είναι σημαντικά χαμηλότερη στην Ευρώπη σε σύγκριση με τις ΗΠΑ. «Αυτό συμβαίνει γιατί μεγαλύτερο ποσοστό των Ευρωπαίων ζουν σε πυκνοκατοικημένες πόλεις και χρησιμοποιούν λιγότερα αυτοκίνητα», απάντησε. Στις περισσότερες ευρωπαϊκές πόλεις, όπως στο Μανχάταν, τα οφέλη «πηγαίνουν πακέτο» με τη ζωή στην πόλη.

Η Κίνα, καθώς και πολλές ακόμη μη δυτικές πόλεις, ακολουθούν ραγδαίους ρυθμούς αστικοποίησης. Αυτό οφείλεται στην έντονη μετανάστευση των πληθυσμών τους από τις αγροτικές περιοχές στις αστικές. Η τάση αυτή, η οποία παρατηρείται παγκοσμίως πολλές δεκαετίες τώρα, συχνά κατακρίνεται από τους Αμερικανούς περιβαλλοντολόγους, οι οποίοι θα προτιμούσαν οι πληθυσμοί να κινούνταν προς την αντίστροφη κατεύθυνση, δηλαδή «προς την εξοχή».

Και όμως, η αστικοποίηση είναι κάτι το θετικό –τόσο για αυτούς που μετακινούνται προς τις πόλεις όσο και για τον πολιτισμό γενικότερα. Οι αστικές οικογένειες που ζουν πιο «στοιβαγμένες» δεν καταστρέφουν τα ευάλωτα οικοσυστήματα, καταναλώνουν λιγότερα καύσιμα, δημιουργούν ισχυρότερους κοινωνικούς δεσμούς με μεγαλύτερο αριθμό ανθρώπων και, κυρίως, γεννούν λιγότερα παιδιά, καθώς οι μεγαλύτερες οικογένειες είναι πιο ασύμφορες στις πυκνοκατοικημένες περιοχές σε σύγκριση με τις αγροτικές.

Έως το 2042, ο πληθυσμός του πλανήτη υπολογίζεται ότι θα αγγίξει τα εννέα δισεκατομμύρια. Η αύξηση αυτή είναι επταπλάσια από το σημερινό πληθυσμό των ΗΠΑ και αντιστοιχεί με τον πληθυσμό της Κίνας και της Ινδίας μαζί. Για να μπορέσει η Γη να «σηκώσει» όλο αυτόν τον πληθυσμό, η αύξηση θα πρέπει να συντελεστεί σχεδόν αποκλειστικά στις πόλεις.

Δυστυχώς, πολλές παγκόσμιες τάσεις ωθούν τα πράγματα προς την αντίθετη κατεύθυνση. Η εξάρτηση από τα αυτοκίνητα αυξάνει σε τμήματα του πλανήτη που προηγουμένως ζούσαν χωρίς αυτά. Ο αριθμός των οδηγών στην Κίνα αυξάνεται με αλματώδεις ρυθμούς, την ώρα που στην Ινδία βρίσκεται σε εξέλιξη ένα από τα μεγαλύτερα έργα οδικού δικτύου παγκοσμίως –ένας δρόμος υπερταχείας κυκλοφορίας μήκους 3.600 μιλίων, γνωστός ως Golden Quadrilateral, ο οποίος ενώνει τις τέσσερις μεγαλύτερες πόλεις του κόσμου σε συνδυασμό με ένα προαστιακό οδικό δίκτυο.

Όλες αυτές οι νέες εθνικές οδοί, σε συνδυασμό με το ολοκαίνουργιο Nano της Tata αξίας 2.500 δολαρίων, το «αυτοκίνητο του λαού» όπως αποκαλείται, σημαίνουν περιβαλλοντική, οικονομική και πολιτιστική καταστροφή. Εάν έχουμε βγάλει ένα συμπέρασμα από τη μακρά ιστορία της λαίμαργης για ενέργεια, ρυπογόνου Αμερικής είναι ότι μια κοινωνία εξαρτώμενη από τα αυτοκίνητα είναι πολύ πιο εύκολο να δομηθεί παρά να αποδομηθεί.

Η μετάβαση από το περπάτημα, το ποδήλατο και τα μέσα μαζικής μεταφοράς είναι σχετικά εύκολη υπόθεση επειδή το μόνο που χρειάζεται είναι ο πλούτος, η επιθυμία για ανεξαρτησία και κοινωνική προβολή και η ανικανότητα ή η απροθυμία να δει κανείς πιο μακριά.

Η μετάβαση, όμως, από την οδήγηση στα μέσα μαζικής μεταφοράς, την ποδηλασία και το περπάτημα είναι πολύ πιο δύσκολη, καθώς τα αυτοκίνητα είναι μέρος μόνο του προβλήματος. Πολύ πιο καθοριστικό ρόλο παίζει η εγγενής αναποτελεσματικότητα του τόπου ζωής που διαμορφώνουν και εν τέλει επιβάλλουν τα αυτοκίνητα καθώς και το γιγάντιο δίκτυο άχρηστων υποδομών που δημιουργούν οι πλούσιες κοινωνίες λόγω της μετακίνησης με ατομικά μηχανικά μέσα.

Αργά ή γρήγορα, ανεξαρτήτως του τι θα συμβεί, το προσιτό πετρέλαιο θα αποτελεί παρελθόν στον πλανήτη. Οι χώρες με αναπτυσσόμενη οικονομία καλά θα κάνουν να χρησιμοποιήσουν τον καινούργιο πλούτο που παράγουν για τη δημιουργία τρόπων ζωής που θα είναι βιώσιμοι πέρα από το αναπόφευκτο αυτό σημείο, παρά να ρισκάρουν να επενδύουν σε ένα μέλλον χωρίς μέλλον. Είναι πολλά αυτά που μπορούμε να κάνουμε ώστε να μην αφήσουμε τα πράγματα να πάρουν μη αναστρέψιμη πορεία.

*Το βιβλίο του Ντέιβιντ Όουεν με τίτλο «Green Metropolis: Why Living Smaller, Living Closer, and Driving Less are the Keys to Sustainability» εκδόθηκε πρόσφατα.

Copyright: Project Syndicate, 2009

Προτεινόμενα για εσάς