Αντίθετες στο κοινοτικό δίκαιο οι διατάξεις για τα διπλώματα

Ευρωκαταδίκη της Ελλάδος για τους τίτλους από τα κολέγια
Πέμπτη, 23 Οκτωβρίου 2008 11:31
UPD:12:43
A- A A+

Αντίθετες προς την κοινοτική νομοθεσία έκρινε το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων τις ελληνικές διατάξεις περί αναγνωρίσεως των διπλωμάτων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης (απόφαση του Δικαστηρίου στην υπόθεση C-274/05 Επιτροπή κατά Ελληνικής Δημοκρατίας). H υπόθεση αφορά την αναγνώριση σπουδών που πραγματοποιήθηκαν στο πλαίσιο «συμφωνιών επικυρώσεως» (γνωστών και ως «συμφωνιών δικαιοχρήσεως») σε ιδιωτικό εκπαιδευτικό ίδρυμα στην Ελλάδα (κολέγια) και επικυρώνονται από αρμόδια αρχή άλλου κράτους-μέλους.

Το Δικαστήριο απεφάνθη ότι η Ελλάδα, μη αναγνωρίζοντας τα διπλώματα που χορηγήθηκαν από τις αρμόδιες αρχές άλλου κράτους μέλους κατόπιν σπουδών που πραγματοποιήθηκαν στην Ελλάδα βάσει συμφωνίας δικαιοχρήσεως, ενήργησε κατά παράβαση των κανόνων του κοινοτικού δικαίου περί αναγνωρίσεως των διπλωμάτων. Σύμφωνα με το Δικαστήριο, μόνον το κράτος μέλος εντός του οποίου χορηγήθηκε ένα δίπλωμα μπορεί να ελέγξει τις προϋποθέσεις βάσει των οποίων χορηγήθηκε το δίπλωμα αυτό.

Πιο αναλυτικά, κατόπιν καταγγελιών που υπέβαλαν 37 ιδιώτες, η Επιτροπή άσκησε ενώπιον του Δικαστηρίου προσφυγή λόγω παραβάσεως κατά της Ελλάδας, καθόσον έκρινε ότι η ελληνική νομοθεσία δεν είναι σύμφωνη, σε ορισμένα σημεία, με την κοινοτική οδηγία.

Σημειώνεται ότι το κοινοτικό δίκαιο έχει καθιερώσει ένα γενικό σύστημα αναγνωρίσεως των διπλωμάτων τριτοβάθμιας εκπαιδεύσεως που πιστοποιούν επαγγελματική εκπαίδευση ελάχιστης διάρκειας τριών ετών. Πρόκειται για την Οδηγία 89/48/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 21ης Δεκεμβρίου 1988, σχετικά με ένα γενικό σύστημα αναγνωρίσεως των διπλωμάτων τριτοβάθμιας εκπαιδεύσεως που πιστοποιούν επαγγελματική εκπαίδευση ελάχιστης διάρκειας τριών ετών (ΕΕ 1989 L19, σ.16), η οποία μεταφέρθηκε στην ελληνική έννομη τάξη το 2000.

Με βάση τα παραπάνω, η Επιτροπή προσάπτει στην Ελλάδα, πρώτον, ότι αρνείται συστηματικά την αναγνώριση των διπλωμάτων τα οποία έχουν απονεμηθεί κατόπιν σπουδών που πραγματοποιήθηκαν στο πλαίσιο «συμφωνιών επικυρώσεως» (γνωστών και ως «συμφωνιών δικαιοχρήσεως»), βάσει των οποίων σπουδές που πραγματοποιούνται σε ιδιωτικό εκπαιδευτικό ίδρυμα στην Ελλάδα επικυρώνονται από αρμόδια αρχή άλλου κράτους μέλους, η οποία, βάσει προγενέστερης συμφωνίας των δύο ιδρυμάτων, χορηγεί το δίπλωμα στους σπουδαστές που παρακολούθησαν αυτό το πρόγραμμα σπουδών.

Το Δικαστήριο υπενθυμίζει συναφώς ότι το γενικό σύστημα αναγνωρίσεως των διπλωμάτων τριτοβάθμιας εκπαιδεύσεως στηρίζεται στην αμοιβαία εμπιστοσύνη μεταξύ των κρατών μελών όσον αφορά τα επαγγελματικά προσόντα που αναγνωρίζουν. Το σύστημα αυτό δεν προβλέπει την αναγνώριση διπλώματος λόγω της ουσιαστικής αξίας της εκπαιδεύσεως που πιστοποιεί το δίπλωμα αυτό, αλλά θέτει τεκμήριο περί του ότι τα προσόντα του αιτούντος ο οποίος έχει δικαίωμα να ασκεί νομοθετικά κατοχυρωμένο επάγγελμα σε ένα κράτος μέλος, είναι επαρκή για την άσκηση του ιδίου αυτού επαγγέλματος στα λοιπά κράτη μέλη.

Ετσι, όπως σημειώνεται, εναπόκειται αποκλειστικά στις αρχές οι οποίες χορηγούν τα διπλώματα να ελέγχουν, βάσει των κανόνων που διέπουν το σύστημά τους επαγγελματικής εκπαιδεύσεως, αν πληρούνται οι απαιτούμενες προϋποθέσεις για τη χορήγηση των διπλωμάτων, καθώς και οι προϋποθέσεις που αφορούν τη φύση του ιδρύματος στο οποίο πραγματοποίησε τις σπουδές του ο κάτοχος του διπλώματος. Αντιθέτως, το κράτος μέλος υποδοχής δεν μπορεί να ελέγξει τις προϋποθέσεις βάσει των οποίων χορηγήθηκαν τα διπλώματα.

Το Δικαστήριο απορρίπτει την άποψη της Ελλάδας – η οποία συνίσταται στην εφαρμογή των διατάξεών της (ως διατάξεων του κράτους μέλους εντός του οποίου πραγματοποιήθηκαν οι σπουδές) – καθόσον, όπως εξηγεί, η άποψη αυτή θα είχε ως αποτέλεσμα άτομα με σπουδές ισότιμου επιπέδου να αντιμετωπίζονται κατά διαφορετικό τρόπο, δηλαδή αναλόγως του κράτους μέλους εντός του οποίου πραγματοποίησαν τις σπουδές τους. Το Δικαστήριο επισημαίνει επίσης ότι οι σπουδές δεν πρέπει οπωσδήποτε να έχουν πραγματοποιηθεί σε πανεπιστήμιο ή σε ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυμα.

Το Δικαστήριο αποφαίνεται, συνεπώς, ότι η Ελλάδα, μη αναγνωρίζοντας τα διπλώματα που χορηγήθηκαν από τις αρμόδιες αρχές άλλου κράτους μέλους κατόπιν σπουδών που πραγματοποιήθηκαν στην Ελλάδα βάσει συμφωνίας δικαιοχρήσεως, ενήργησε κατά παράβαση των κανόνων του κοινοτικού δικαίου περί αναγνωρίσεως των διπλωμάτων.

Όσον αφορά τα «αντισταθμιστικά μέτρα», διευκρινίζεται ότι η οδηγία – χωρίς να υποχρεώνει τα κράτη μέλη να αναγνωρίζουν αυτόματα και άνευ όρων τα διπλώματα – επιτρέπει στο κράτος μέλος υποδοχής να επιβάλλει, σε ορισμένες περιπτώσεις, πρακτική άσκηση προσαρμογής ή δοκιμασία επάρκειας, η επιλογή μεταξύ των οποίων ανήκει, καταρχήν, στον αιτούντα την αναγνώριση του διπλώματος. Η οδηγία προβλέπει παρεκκλίσεις από την αρχή αυτή, πλην όμως το Δικαστήριο κρίνει ότι η εκ μέρους της Ελλάδας κατάργηση του δικαιώματος επιλογής αντισταθμιστικού μέτρου σε περισσότερες περιπτώσεις από όσες επιτρέπει η οδηγία συνιστά παράβαση της οδηγίας αυτής.

Εξάλλου, σημειώνεται, βάσει των εθνικών διατάξεων ανατίθεται σε ειδικό οργανισμό (Συμβούλιο Αναγνωρίσεως Επαγγελματικής Ισοτιμίας Τίτλων Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης ή ΣΑΕΙΤΤΕ) η αρμοδιότητα να ελέγχει, αφενός, αν το εκπαιδευτικό ίδρυμα στο οποίο πραγματοποιήθηκαν οι σπουδές ανήκει στην τριτοβάθμια εκπαίδευση και αφετέρου, αν ο αιτών διαθέτει την απαραίτητη επαγγελματική πείρα, στην περίπτωση που η διάρκεια της εκπαιδεύσεως υπολείπεται κατά ένα τουλάχιστον έτος αυτής που απαιτείται στην Ελλάδα για την άσκηση του ίδιου επαγγέλματος.

Το Δικαστήριο διαπιστώνει ότι η διάταξη αυτή αντιβαίνει στην οδηγία. Οπως αναφέρει, ο οργανισμός αυτός είναι αρμόδιος να προβαίνει στην εξακρίβωση στοιχείων τα οποία αποδεικνύονται, κατά τρόπο που δεν επιδέχεται αμφισβήτηση, από τις βεβαιώσεις και τα συναφή έγγραφα που έχουν εκδώσει οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους προελεύσεως.

Τέλος, το Δικαστήριο επισημαίνει την ύπαρξη παραβάσεως της οδηγίας όσον αφορά το ότι στο δημόσιο τομέα, δεν είναι δυνατή η μετάταξη σε ανώτερο ιεραρχικό και/ ή μισθολογικό κλιμάκιο των ατόμων που διορίσθηκαν – ως κάτοχοι διπλώματος που χορηγήθηκε εντός άλλου κράτους μέλους – με βαθμό χαμηλότερο από αυτόν με τον οποίο θα μπορούσαν να έχουν διορισθεί αν τα διπλώματά τους είχαν αναγνωρισθεί σύμφωνα με την οδηγία.

Το Δικαστήριο καταδίκασε επίσης την Ισπανία (C-286/06), η οποία παρέβη την οδηγία 89/48:

– μη αναγνωρίζοντας τα επαγγελματικά προσόντα μηχανικού που αποκτήθηκαν στην Ιταλία, κατόπιν πανεπιστημιακών σπουδών που πραγματοποιήθηκαν εξ ολοκλήρου στην Ισπανία και

– θέτοντας την ακαδημαϊκή αναγνώριση των προσόντων αυτών ως προϋπόθεση για τη συμμετοχή των μηχανικών που διαθέτουν επαγγελματικούς τίτλους αποκτηθέντες εντός άλλου κράτους μέλους σε εσωτερικό διαγωνισμό για προαγωγές στη δημόσια διοίκηση.

¶λλες εκκρεμείς υποθέσεις

Σχετικά με την αναγνώριση πτυχίων, βάσει της οδηγίας 89/48 (πατήστε εδώ και το κείμενο της οδηγίας), εκκρεμούν ενώπιον του Δικαστηρίου οι παρακάτω ελληνικές υποθέσεις:

- C-180/08 και C-186/08, Καστρινάκη (προδικαστικά ερωτήματα του Διοικητικού Εφετείου Θεσ/νίκης, σχετικά με την πιθανότητα αποκλεισμού της εργαζόμενης από την επαγγελματική της δραστηριότητα λόγω της άρνησης αναγνωρίσεως των τίτλων σπουδών της (Master από τη Σχολή Ψυχολογίας του Πανεπιστημίου της Caen), μέρος των οποίων πραγματοποιήθηκε, στο πλαίσιο συμφωνίας δικαιοχρήσεως, σε ίδρυμα μη αναγνωριζόμενο ως πανεπιστημιακό ίδρυμα από την Ελλάδα)•

- C-151/07 Χατζηθανάσης [προδικαστικό ερώτημα του Συμβουλίου της Επικρατείας, σχετικά με τη μη αναγνώριση, εκ μέρους της Ελλάδας, επαγγελματικής κατάρτισης για την άσκηση του επαγγέλματος του οπτικού στο κράτος μέλος όπου εκδόθηκε ο τίτλος (Ιταλία)]

- C-84/07, Επιτροπή κατά Ελλάδας (παράβαση κράτους μέλους: μη αναγνώριση διπλώματος οπτικού χορηγηθέν από ιταλικό πανεπιστήμιο, το οποίο έχει συνάψει συμφωνία franchise με ελληνικό ιδιωτικό εκπαιδευτικό ίδρυμα) και

η ιταλική υπόθεση:

- C-311/06 Cavallera (προδικαστικά ερωτήματα του Consiglio di Stato (Ιταλία), σχετικά με την εφαρμογή της οδηγίας 89/48 στην περίπτωση Ιταλού υπηκόου, εγγεγραμμένου στον ισπανικό επαγγελματικό σύλλογο μετά την αναγνώριση της ισοτιμίας του διπλώματός του ως μηχανικού, ο οποίος ουδέποτε άσκησε το επάγγελμά του στην Ισπανία και ζητεί την εγγραφή του στον ιταλικό επαγγελματικό σύλλογο βάσει του ισπανικού τίτλου που του επιτρέπει να ασκεί το επάγγελμα).

Προτεινόμενα για εσάς



Δημοφιλή