Συμμετοχή που θα ξεπεράσει το 64% του 1960, όταν «συγκρούστηκαν» Κένεντι και Νίξον ή ακόμη και το 66%, που σημειώθηκε το 1908, προβλέπουν οι εκλογολόγοι στις ΗΠΑ.
Οι κάλπες έχουν ήδη ανοίξει σε πάνω από τις μισές πολιτείες και τα αμερικανικά τηλεοπτικά δίκτυα μεταδίδουν εικόνες που δείχουν τους πολίτες να συρρέουν στα εκλογικά τμήματα, σχηματίζοντας ουρές σε πολλά από αυτά. Η εκλογική διαδικασία λήγει στη 1:00 (ώρα Ελλάδος) σε περιοχές της Ιντιάνα και του Κεντάκι και μέσα στις επόμενες έξι ώρες στις υπόλοιπες 48 πολιτείες.
Σύμφωνα με τους αναλυτές, σημαντικοί παράγοντες για τη μεγάλη προσέλευση θεωρούνται: Η εγγραφή εκατομμυρίων νέων ψηφοφόρων στους εκλογικούς καταλόγους, κυρίως νέων και Αφροαμερικανών, η υποψηφιότητα του Μπάρακ Ομπάμα, σε συνδυασμό με την οικονομική κρίση και την «τραγική εικόνα της χώρας που δημιούργησε η οκταετία Μπους-Τσέινι», αλλά και οι πολύ καλές καιρικές συνθήκες που επικρατούν σήμερα στο μεγαλύτερο μέρος των Ηνωμένων Πολιτειών.
Ο Μπαράκ Ομπάμα διατηρεί το σαφές προβάδισμά του σε όλες τις δημοσκοπήσεις, με τη σημερινή αναμέτρηση να χαρακτηρίζεται ιστορική, όποιο κι αν είναι το αποτέλεσμα, καθώς στην εξουσία θα βρεθεί για πρώτη φορά είτε Αφροαμερικανός υποψήφιος είτε ο γηραιότερος πρόεδρος (για πρώτη θητεία) σε περίπτωση εκλογής του Μακέιν. Μάλιστα, ένα τέτοιο ενδεχόμενο θα έφερνε στη θέση του αντιπροέδρου, επίσης για πρώτη φορά, μία γυναίκα, τη Σάρα Πέιλιν.
Σημειώνεται πως σήμερα οι ψηφοφόροι καλούνται επίσης να ανανεώσουν το ένα τρίτο των εδρών της Γερουσίας και το σύνολο των εδρών της Βουλής των Αντιπροσώπων. Σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις, οι Δημοκρατικοί αναμένεται να διευρύνουν την πλειοψηφία τους και στα δυο νομοθετικά σώματα.
Σε άρθρο του στη Λιμπερασιόν ο πρώην ανταποκριτής της εφημερίδας στις Ηνωμένες Πολιτείες Ζαν-Φρανσουά Λιζέ, υποστηρίζει πως είναι μύθος ότι ο πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών εκλέγεται από μια μειοψηφία των Αμερικανών. Το ποσοστό των ενηλίκων που προσέρχονται στις κάλπες έπεσε στο 49% το 1996, όταν επανεξελέγη χωρίς εκπλήξεις ο Μπιλ Κλίντον, αλλά ανήλθε στο 57% στη μάχη Μπους-Κέρι, το 2004. Όπως αναφέρει, και αυτό το ποσοστό είναι παραπλανητικό, αφού υπολογίζεται στο σύνολο του ενήλικου πληθυσμού, που περιλαμβάνει 12 εκατομμύρια λαθρομετανάστες, που δεν έχουν δικαίωμα ψήφου. Αν λοιπόν αφαιρεθούν οι τελευταίοι, προκύπτει ότι το 2004 ψήφισαν τα δύο τρίτα των πολιτών. Αν μάλιστα το ποσοστό υπολογιστεί επί του συνόλου των εγγεγραμμένων ψηφοφόρων, φτάνει το 72% το 2004, μεγαλύτερο από τον μέσο όρο των βιομηχανικών χωρών.
Η αμερικανική δημοκρατική ζωή γίνεται ακόμη πιο έντονη με τις προκριματικές εκλογές, όπου μετέχουν εκατομμύρια πολίτες. Όπως σημειώνει, ο Ομπάμα και ο Μακέιν είναι υποψήφιοι που επιβλήθηκαν από τους πολίτες. Μόνο στην Αϊόβα, όπου ξεκίνησαν οι εκλογές, ένας στους έξι κατοίκους άφησε στις 3 Ιανουαρίου τη ζεστασιά του σπιτιού του για να περάσει μία ή δύο ώρες σε μια συνέλευση (caucus).
Ο πρώην ανταποκριτής της γαλλικής εφημερίδας επισημαίνει ακόμη πως το 2008 είναι και η χρονιά που το Internet έπαιξε καθοριστικό ρόλο στο δημοκρατικό παιχνίδι. Το 40% των ενηλίκων δηλώνουν ότι μπαίνουν στο
REUTERS
Διαδίκτυο για να ενημερωθούν για την προεκλογική εκστρατεία. Σύμφωνα με το Pew Research Center, το 20% των ενηλίκων διαβάζουν τους λόγους
των υποψηφίων. Το 16% διαβάζει τα προγράμματα των κομμάτων.
Αναφερόμενος στα χρήματα που ξοδεύουν οι Αμερικανοί για την εκλογή προέδρου, σημειώνει πως το χρήμα διαφθείρει και ο απόλυτος πλούτος διαφθείρει απολύτως. Καμιά άλλη χώρα στον κόσμο δεν ξοδεύει τόσα χρήματα για να εκλέξει τον πρόεδρό της. O χρόνος που διαθέτει κάθε βουλευτής και γερουσιαστής για να επανεκλεγεί λειτουργεί εις βάρος του προβληματισμού και υπέρ των διαβουλεύσεων με τους λομπίστες, τις ομάδες πίεσης, τους πλούσιους και τους ισχυρούς. Και εδώ, όμως, παρατηρούμε έναν εκδημοκρατισμό της αμερικανικής προεκλογικής εκστρατείας, προσθέτει. Το 2000, το 0,4% των ενηλίκων είχε συμβάλει οικονομικά στην εκστρατεία. Σήμερα, το ποσοστό αυτό είναι 6%. Η μεγάλη πλειοψηφία αυτών των δωρεών γίνεται πλέον μέσω του Internet. Επιπλέον, οι δωρεές κάτω των 200 δολαρίων, που το 2000 ανέρχονταν στο ένα τέταρτο του συνόλου, έφτασαν το 2004 το ένα τρίτο και το 2008 το 38%.
Καταλήγοντας σημειώνει πως όποιος κι αν είναι ο νικητής αυτών των εκλογών, ένα είναι βέβαιο: Όπως είπε ένας οξυδερκής παρατηρητής της αμερικανικής πραγματικότητας, «μια μεγάλη δημοκρατική επανάσταση λαμβάνει χώρα ανάμεσά μας. Αλλά η συμμετοχή δεν φτάνει. Πρέπει να διδαχθεί η δημοκρατία, πρέπει να καθαρθούν τα ήθη, πρέπει να προσαρμοστεί η διακυβέρνηση στις εποχές και στους τόπους: η τροποποίησή της ανάλογα με τις συνθήκες και τους ανθρώπους αποτελεί το πρώτο καθήκον που επιβάλλεται σ'εκείνους που διευθύνουν την κοινωνία». Ο άνθρωπος αυτός ήταν ο Αλέξις ντε Τοκβίλ, και τις παραπάνω παρατηρήσεις τις έγραψε το 1835.