Η παράσταση «Ρασόμον. Η εκδοχή της αλογόμυγας» σε κείμενο και σκηνοθεσία Σοφίας Διονυσοπούλου παρουσιαζεται από την εταιρεία θεάτρου 1+1=1, στο Θέατρο 104, κάθε Παρασκευή στις 9 μ.μ. και κάθε Σάββατο και Κυριακή στις 8 μ.μ., για περιορισμένο αριθμό παραστάσεων [Ευμολπιδών 39, Γκάζι].
Ένα δάσος με μπαμπού. Εδέμ ή κολαστήριο; Ένας άντρας νεκρός. Η γυναίκα του, βιασμένη. Ένας ξυλοκόπος. Ένας ληστής, δολοφόνος ή αλαφροΐσκιωτος; Κάτω από την Πύλη του Ρασόμον, την πύλη των αποσυνάγωγων όπου στοιβάζονται οι νεκροί από το λοιμό, τρία πρόσωπα εμπλέκονται στο φόνο, μεταμορφώνονται σωματικά και ψυχικά σε θηρία, γίνονται μάρτυρες και αφηγητές της ιστορίας, επιτρέποντας στους θεατές ρόλο παρατηρητών και δικαστών.
Πώς συνέβη η τραγωδία; Γιατί ψευδομαρτυρούν οι χαρακτήρες; Γιατί στρέφουν τα βλέμματα εναντίον τους; Πώς συμπλέκονται οι εναλλακτικές και αντιφατικές αφηγήσεις;
Η Σοφία Διονυσοπούλου μίλησε μαζί μας.
Το αντλεί την έμπνευσή του από τρία διηγήματα του πατέρα της ιαπωνικής διηγηματογραφίας, Ρυονόσουκε Ακουτάγκαβα. Ποια τα κοινά σημεία που συντέλεσαν στη δημιουργία της παράστασης; «Τα κοινά σημεία είναι ο ιστός της πλοκής σε σχέση με την ιστορία του φόνου/αυτοκτονίας, του βιασμού/συναινετικής συνεύρεσης και των διαφορετικών εκδοχών που εκφράζει το κάθε πρόσωπο, καθώς και η παρακμή της κοινωνίας που αγγίζει τη δυσωδία, με τα σύμβολα της ακμής της να έχουν γκρεμιστεί και να αποτελούν πια χωματερή. Από εκεί και έπειτα, στο “Ρασόμον. Η εκδοχή της αλογόμυγας”, ο λόγος είναι ποιητικός, τις ατάκες διαδέχονται χορικά, έχει προστεθεί το αόρατο υπερρεαλιστικό πρόσωπο της αλογόμυγας και έχει μικρύνει ο κατάλογος των αφηγήσεων».
Ποια η σκηνοθετική σας προσέγγιση;
«Στην παράσταση, οι ήρωες λειτουργούν ως ζωντανοί νεκροί, πλάσματα που φέρουν αναμνήσεις του ασυνείδητου και, ταυτόχρονα, όντα άρρηκτα συνδεδεμένα με τη φύση. Η κίνηση δεν είναι ανθρώπινη αλλά ζωική, ο λόγος είναι μελωδία που βγαίνει απ’ τις κραυγές των κορακιών ή από τη λυσσασμένη κίνηση των φύλλων ενός δάσους. Υπάρχουν σε ένα κατεστραμμένο άχρονο περιβάλλον, όπου άλλοτε είναι όλοι ένα πρόσωπο και άλλοτε καθένας είναι ο εαυτός του, όμως, και στην τελευταία εκδοχή, το δισυπόστατο δεσπόζει».
Με ποιον τρόπο οι ήρωες του έργου ανασκευάζουν τις αναμνήσεις τους; «Μόνο ένας ήρωας του έργου ανασκευάζει τις αναμνήσεις του και αυτός είναι ο μάρτυρας, δηλαδή ο ξυλοκόπος. Δίνει μια πρώτη εκδοχή, προς το τέλος μία δεύτερη και στην τελευταία ατάκα κάνει απλώς μια παραδοχή που, όμως, αφορά μόνο το όπλο. Ο ήρωας αυτός είναι ο πιο καθημερινός, ο παρατηρητής, δεν είναι εμπλεκόμενο πρόσωπο. Αντίθετα, η γυναίκα και ο ληστής επιμένουν στην εκδοχή τους -βιασμός και φόνος για την πρώτη, συναίνεση και φόνος για τον δεύτερο. Όσο για τον νεκρό, μέσω του μέντιουμ, μιλά για αυτοκτονία. Και οι τρεις διεκδικούν κάτι που έκαναν ή δεν έκαναν και σε αυτόν το μηχανισμό βρίσκεται το ενδιαφέρον. Και κάτι τελευταίο –πρόκειται, πράγματι, για αναμνήσεις ή για μυθεύματα;»
Το φαινόμενο Ρασόμον, ενίοτε, περιγράφει την αλλοίωση της πραγματικότητας ή/και την ανάληψη της ενοχής, ακόμα και από τους αθώους. Ως λαός θεωρείτε ότι είμαστε ενοχικός; «Απόλυτα. Και αυτό ακριβώς αποτελεί τροχοπέδη σε όλα τα επίπεδα. Κανείς ενοχικός δεν προχωράει στη ζωή του όπως θα ήθελε. Δεν αποδεσμεύεται από φαντάσματα του παρελθόντος. Δεν δημιουργεί. Δεν ρισκάρει. Υπάρχει πάντα ένας μηχανισμός που τον μπλοκάρει και το σύστημα αδυνατεί να “εκραγεί”. Έτσι, για να μιλήσουμε λίγο και για τα 200 χρόνια, αρκεί κανείς να ρίξει μια ματιά στη δαιμονική επανάληψη της ιστορίας για να δει από κοντά τοπροβληματικό και μεγαλειώδες περιεχόμενο του ελληνικού καζανιού, όπου βράζουν τα πάντα στην ίδια θερμοκρασία, περιχυμένα με την ίδια σάλτσα συσκότισης και ωραιοποίησης».
Τι μας διδάσκει αυτό το ταξίδι μέσα από τα ένστικτα και τις τεχνικές διαστρέβλωσης της πραγματικότητας που γίνεται καθρέφτης των επιθυμιών μας; «Φοβάμαι πως δεν διδάσκει τίποτα, γιατί οι περισσότεροι άνθρωποι δεν διδάσκονται. Παρόλα αυτά, αν τα ένστικτα πάψουν να πέφτουν πάνω σε παραμορφωτικούς καθρέφτες, ίσως κάποτε η κοινωνία γίνει δικαιότερη και ερωτικότερη».
Εν τέλει, ποια είναι η εκδοχή της αλογόμυγας; «Η εκδοχή της αλογόμυγας είναι η βουβή εκδοχή. Εκείνου του πλάσματος που είδε πράγματι τι έγινε και μύρισε από κοντά το αίμα της πληγής. Που γνωρίζει αλλά δεν μιλά. Αλλά που κι αν μιλούσε, θα το πρόδιδε η πολυπρισματική, συνεπώς θολή, όρασή του. Είναι ο φόβος του ασυνείδητου, διαφορετικός για τον καθένα και κατά βάση ίδιος για όλους. Δεν είναι τυχαίο ότι κανείς δεν φοβάται την εκδοχή του άλλου, όλοι όμως τρέμουν την εκδοχή της αλογόμυγας, που επίσης δεν γνωρίζουμε αν υπήρξε ή όχι, αν είναι κατασκεύασμα της φαντασίας του ξυλοκόπου και αυθυποβολή των υπολοίπων».
ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗΣ
Κείμενο – Σκηνοθεσία: Σοφία Διονυσοπούλου
Σκηνικά – Κοστούμια: Μπιάνκα Νικολαρεΐζη
Σχεδιασμός φωτισμών: Παναγιώτης Μανούσης
Επιμέλεια κίνησης: Φώτης Νικολάου
Μουσική σύνθεση: Βασίλης Τσόνογλου
Μουσική επιμέλεια: Μαρίνα Μέντζου
Ερμηνεία: Ανδρέας Αντωνιάδης, Αντώνης Γκρίτσης, Δέσποινα Σαραφείδου
Γιώργος Σ. Κουλουβάρης
[email protected]