Η κόκκινη γραμμή του πληθωρισμού

Παρασκευή, 11 Ιουνίου 2021 09:55
UPD:10:01
A- A A+

Από την έντυπη έκδοση

Του Τζόζεφ Ε. Στίγκλιτς*

Τζόζεφ Ε. Στίγκλιτς

Η ελαφρά αύξηση του ποσοστού πληθωρισμού στις ΗΠΑ και την Ευρώπη έχει πυροδοτήσει ανησυχίες στις χρηματοοικονομικές αγορές. Διακινδύνευσε η κυβέρνηση του Αμερικανού προέδρου Τζο Μπάιντεν την υπερθέρμανση της οικονομίας με το πακέτο διάσωσης ύψους 1,9 τρισ. δολαρίων και τα σχέδια για πρόσθετες δαπάνες για επενδύσεις σε υποδομές, δημιουργία θέσεων εργασίας και ενίσχυση των αμερικανικών οικογενειών;

Τέτοιες ανησυχίες είναι πρόωρες, λαμβάνοντας υπόψη τη βαθιά αβεβαιότητα που εξακολουθούμε να αντιμετωπίζουμε. Ποτέ δεν είχαμε δει μια ύφεση να προκαλείται από πανδημία, η οποία χαρακτηρίσθηκε από δυσανάλογα απότομη ύφεση στον τομέα των υπηρεσιών, άνευ προηγουμένου αυξήσεις της ανισότητας και αυξανόμενα ποσοστά αποταμιεύσεων. Κανείς δεν ξέρει εάν ή πότε ο Covid-19 θα περιοριστεί στις ανεπτυγμένες οικονομίες, πόσο μάλλον σε παγκόσμιο επίπεδο. Ενώ ζυγίζουμε τους κινδύνους, πρέπει επίσης να καταρτίσουμε σχέδια για όλους τους απρόβλεπτους. Κατά την άποψή μου η κυβέρνηση Μπάιντεν έχει ορίσει σωστά ότι οι κίνδυνοι από το να κάνουμε πολύ λίγα υπερτερούν των κινδύνων τού να κάνουμε πάρα πολλά.

Επιπλέον, μεγάλο μέρος της τρέχουσας πληθωριστικής πίεσης προέρχεται από τις βραχυπρόθεσμες δυσχέρειες από την πλευρά της προσφοράς, οι οποίες είναι αναπόφευκτες κατά την επανεκκίνηση μιας οικονομίας που έχει προσωρινά κλείσει. Δεν αντιμετωπίζουμε την έλλειψη στην παγκόσμια παραγωγική δυναμικότητα στην κατασκευή αυτοκινήτων ή ημιαγωγών· όμως όταν όλα τα καινούργια αυτοκίνητα χρησιμοποιούν ημιαγωγούς και η ζήτηση γι' αυτά βυθίζεται στην αβεβαιότητα (όπως έγινε κατά τη διάρκεια της πανδημίας), η παραγωγή των ημιαγωγών θα μειωθεί. Γενικότερα, ο συντονισμός όλων των εισροών της παραγωγής σε μια πολύπλοκη ολοκληρωμένη παγκόσμια οικονομία είναι ένα εξαιρετικά δύσκολο έργο που συνήθως αναλαμβάνουμε, δεδομένου ότι τα πράγματα λειτουργούν τόσο καλά και επειδή οι περισσότερες προσαρμογές είναι «εντός ορίων».

Τώρα που η κανονική διαδικασία έχει διακοπεί, θα υπάρξουν διαταραχές και αυτές θα μεταφραστούν σε αυξήσεις τιμών για το ένα προϊόν ή το άλλο. Όμως δεν υπάρχει λόγος να πιστεύουμε ότι αυτές οι κινήσεις θα τροφοδοτήσουν τις προσδοκίες για τον πληθωρισμό και έτσι θα δημιουργήσουν ένα πληθωριστικό μομέντουμ, ειδικά δεδομένης της συνολικής πλεονάζουσας παραγωγικής δυναμικότητας σε όλο τον κόσμο. Αξίζει να μνημονεύεται πως πρόσφατα ορισμένοι από αυτούς που προειδοποιούν τώρα για τον πληθωρισμό από την υπερβολική ζήτηση μιλούσαν για «κοσμική στασιμότητα», η οποία γεννήθηκε από την ανεπαρκή συνολική ζήτηση (ακόμη και με μηδενικά επιτόκια).

Σε μια χώρα με βαθιές, μακροχρόνιες ανισότητες που έχουν εκτεθεί και επιδεινωθεί μετά την πανδημία, μια σφιχτή αγορά εργασίας είναι ακριβώς η σωστή συνταγή. Όταν η ζήτηση για εργασία είναι ισχυρή, οι μισθοί στο κατώτατο όριο και οι περιθωριοποιημένες ομάδες εισέρχονται στην αγορά εργασίας. Φυσικά, η ακριβής σύσφιγξη της τρέχουσας αγοράς εργασίας των ΗΠΑ είναι θέμα συζήτησης, δεδομένων των αναφορών για έλλειψη εργασίας, παρά το γεγονός ότι η απασχόληση παραμένει σημαντικά κάτω από τα επίπεδα πριν από την κρίση.

Οι συντηρητικοί κατηγορούν την υπάρχουσα κατάσταση με τα υπερβολικά γενναιόδωρα επιδόματα ανεργίας. Ωστόσο, οι οικονομετρικές μελέτες που συγκρίνουν την προσφορά εργασίας σε όλες τις πολιτείες των ΗΠΑ υποδηλώνουν ότι αυτά τα είδη εργατικών αντικινήτρων είναι περιορισμένα. Και σε κάθε περίπτωση, τα διευρυμένα επιδόματα ανεργίας αναμένεται να λήξουν το φθινόπωρο, παρ' όλο που οι παγκόσμιες οικονομικές επιπτώσεις του ιού θα παραμείνουν.

Αντί να πανικοβληθούμε για τον πληθωρισμό, θα πρέπει να ανησυχούμε για το τι θα συμβεί στη συνολική ζήτηση όταν τα κεφάλαια που παρέχονται από τα πακέτα φορολογικών ελαφρύνσεων στερέψουν. Πολλοί από αυτούς που βρίσκονται στα χαμηλά μισθολογικά στρώματα έχουν συσσωρεύσει μεγάλα χρέη -συμπεριλαμβανομένων, σε ορισμένες περιπτώσεις, των καθυστερημένων μισθωμάτων άνω του ενός έτους, λόγω της προσωρινής προστασίας από την έξωση.

Η μείωση των δαπανών από τα χρεωμένα νοικοκυριά είναι απίθανο να αντισταθμιστεί από εκείνους που βρίσκονται στα ανώτερα εισοδηματικά στρώματα, οι περισσότεροι από τους οποίους έχουν συσσωρεύσει αποταμιεύσεις κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Δεδομένου ότι οι δαπάνες για καταναλωτικά αγαθά παρέμειναν ισχυρές κατά τη διάρκεια των τελευταίων 16 μηνών, φαίνεται απίθανο οι ευνοημένοι να μη χρησιμοποιήσουν τις πρόσθετες εξοικονομήσεις τους, όπως θα έκαναν σε οποιοδήποτε άλλο απροσδόκητο γεγονός: πρέπει να επενδυθούν ή να δαπανηθούν με αργό ρυθμό κατά τη διάρκεια πολλών ετών. Εάν δεν υπάρξουν νέες δημοσιονομικές δαπάνες, η οικονομία θα μπορούσε πάλι να υποφέρει από την ανεπαρκή συνολική ζήτηση.

Επιπλέον, ακόμη και αν οι πληθωριστικές πιέσεις καταστούν πραγματικά ανησυχητικές, διαθέτουμε τα εργαλεία για τη μείωση της ζήτησης (και η χρήση τους θα ενίσχυε στην πραγματικότητα τις μακροπρόθεσμες προοπτικές της οικονομίας). Αρχικά υπάρχει η πολιτική των επιτοκίων της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ. Η τελευταία δεκαετία συν τα σχεδόν μηδενικά επιτόκια δεν ήταν οικονομικά υγιή. Η ανεπάρκεια του κεφαλαίου δεν είναι μηδενική. Τα χαμηλά επιτόκια στρεβλώνουν τις κεφαλαιαγορές ενεργοποιώντας την αναζήτηση απόδοσης που οδηγεί σε ασφάλιστρα υπερβολικά χαμηλού κινδύνου. Η επιστροφή σε πιο φυσιολογικά επιτόκια θα ήταν κάτι καλό (αν και οι πλούσιοι, οι οποίοι ήταν οι κύριοι ευνοημένοι αυτής της εποχής των εξαιρετικά χαμηλών επιτοκίων, μπορεί να αρχίσουν να διαφοροποιούνται).

Σίγουρα, ορισμένοι σχολιαστές εξετάζουν την αξιολόγηση του ισοζυγίου κινδύνου της Fed και ανησυχούν ότι δεν θα ενεργήσει όταν χρειάζεται. Πιστεύω, ωστόσο, ότι οι δηλώσεις της Fed είναι σωστές και θεωρώ ότι η θέση της θα αλλάξει εάν και όταν χρειασθεί. Το ένστικτο για την καταπολέμηση του πληθωρισμού είναι ενσωματωμένο στο DNA των κεντρικών τραπεζών. Εάν δεν βλέπουν τον πληθωρισμό ως το βασικό πρόβλημα που αντιμετωπίζει σήμερα η οικονομία, ούτε εσείς θα πρέπει να το κάνετε.

Το δεύτερο εργαλείο είναι οι αυξήσεις των φόρων. Η διασφάλιση της μακροπρόθεσμης υγείας της οικονομίας απαιτεί πολύ περισσότερες δημόσιες επενδύσεις, οι οποίες θα πρέπει να πληρωθούν. Ο δείκτης του φόρου προς το ΑΕΠ των ΗΠΑ είναι πολύ χαμηλός, ιδίως λόγω των τεράστιων ανισοτήτων στην Αμερική. Υπάρχει επείγουσα ανάγκη για πιο προοδευτική φορολογία, για να μην αναφέρουμε περισσότερους περιβαλλοντικούς φόρους για την αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης. Τούτου λεχθέντος, είναι απολύτως κατανοητό ότι θα υπήρχε διστακτικότητα για τη θέσπιση νέων φόρων, ενώ η οικονομία παραμένει σε επισφαλή κατάσταση.

Πρέπει να αναγνωρίσουμε την τρέχουσα «συζήτηση για τον πληθωρισμό» για το τι πραγματικά είναι: μια κόκκινη γραμμή που εγείρεται από εκείνους που θα παρακωλύουν τις προσπάθειες της κυβέρνησης Μπάιντεν να αντιμετωπίσει ορισμένα από τα πιο θεμελιώδη προβλήματα της Αμερικής. Η επιτυχία θα απαιτήσει περισσότερες δημόσιες δαπάνες. Οι ΗΠΑ είναι τελικά τυχερές που έχουν μια οικονομική ηγεσία που δεν θα υποκύψει στον φόβο.

*Ο Τζόζεφ Ε. Στίγκλιτς, βραβευμένος με Νόμπελ Οικονομικών, είναι καθηγητής στο πανεπιστήμιο Columbia και μέλος της Ανεξάρτητης Επιτροπής για τη Μεταρρύθμιση της Διεθνούς Εταιρικής Φορολογίας.

Copyright: Project Syndicate, 2021

Προτεινόμενα για εσάς



Δημοφιλή