Σε ομιλία του στο πολιτικό ίδρυμα Κόνραντ Αντενάουερ που πρόσκειται στους Χριστιανοδημοκράτες ο πρόεδρος του CDU και υποψήφιος καγκελάριος, Άρμιν Λάσετ, παρουσίασε την Τετάρτη το απόγευμα τις κεντρικές παραμέτρους της εξωτερικής πολιτικής που θα ακολουθήσει σε περίπτωση που εκλεγεί στο αξίωμα του καγκελαρίου.
Χωρίς να διαφοροποιηθεί από τη γραμμή που ακολουθεί η νυν κυβέρνηση της Άγκελα Μέρκελ, ο κ. Λάσετ έδωσε ωστόσο έμφαση σε ορισμένα σημεία και ανακοίνωσε ότι θα αναλάβει συγκεκριμένες πρωτοβουλίες. Η ομιλία του μεταδόθηκε παράλληλα στα αγγλικά, τα γαλλικά και τα ισπανικά.
«Αλλαγή Εποχής»
Η ανθρωπότητα βρίσκεται σύμφωνα με τον Άρμιν Λάσετ στα πρόθυρα μιας νέας εποχής, η οποία χαρακτηρίζεται μεταξύ άλλων από την αύξηση της δύναμης της Ανατολικής Ασίας – ειδικά της Κίνας-, από τη μεγαλύτερη σημασία που έχει αποκτήσει η εξασφάλιση πρώτων υλών, από την άνοδο λαϊκιστικών και αυταρχικών δυνάμεων και σε δημοκρατικές χώρες. Επίσης χαρακτηρίζεται από τη διαπίστωση ότι οι πανδημίες θα πρέπει να αντιμετωπίζονται σε παγκόσμιο επίπεδο, ενώ σημασία αποκτά η προστασία του κλίματος με στόχο την προστασία των ελευθεριών μελλοντικών γενεών.
Αυτές οι προκλήσεις απαιτούν από τη γερμανική κυβέρνηση να σκέπτεται πολύ πιο στρατηγικά απ’ ότι στο παρελθόν: «Δεν θα πρέπει μόνο να αντιδρούμε σε κρίσεις, αλλά να δραστηριοποιούμαστε προνοητικά.» Αυτό προϋποθέτει «νέα μέσα και μια νέα αρχιτεκτονική ασφαλείας», η οποία θα λαμβάνει υπόψη ότι με την ψηφιοποίηση και την παγκοσμιοποίηση καταργούνται τα σύνορα ανάμεσα σε εξωτερικές και εσωτερικές προκλήσεις, ανάμεσα στην εξωτερική και εσωτερική ασφάλεια. Νέες τεχνολογίες που αναπτύσσονται για το ευρύ κοινό αξιοποιούνται και στον στρατιωτικό τομέα. Η δε ασθένεια Covid-19 έδειξε πόσο ευάλωτη είναι η ασφάλεια μιας χώρας σε μια πανδημία.
Σε αυτό το πλαίσιο ο κ. Λάσετ ανακοίνωσε τη δημιουργία ενός Εθνικού Συμβουλίου Ασφαλείας που θα εγκατασταθεί στην καγκελαρία. Στο όργανο αυτό θα συμμετέχουν υπουργεία που είναι σημαντικά για την εξωτερική πολιτική και την ασφάλεια, οι μυστικές υπηρεσίες και κατά περίπτωση τα κρατίδια. Σε μια πρώτη φάση το Συμβούλιο θα πρέπει να διατυπώσει τους εθνικούς στρατηγικούς στόχους της Γερμανίας στους τομείς της εξωτερικής πολιτικής, της ασφάλειας, της συνεργασίας με αναπτυσσόμενες χώρες, της εξωτερικής κλιματικής πολιτικής, του εξωτερικού εμπορίου, της παγκόσμια υγεία όπως και της ευρωπαϊκής εξωτερικής πολιτικής.
ΕΕ των δύο ταχυτήτων στην εξωτερική πολιτική
Αναφερόμενος στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ο Άρμιν Λάσετ υπογράμμισε την αναγκαιότητα να αναπτύξει την ικανότητα, να δραστηριοποιείται σε παγκόσμια κλίμακα. Αυτό προϋποθέτει όμως ενότητα και συνεννόηση για το ποιοι θα είναι οι στρατηγικοί της στόχοι. Σε περίπτωση που αυτό σταθεί αδύνατο, θα πρέπει να προχωρήσουν τα κράτη που το επιθυμούν.
«Πυρήνας της ευρωπαϊκής εξωτερικής πολιτικής» θα είναι η Γαλλία και η Γερμανία, δήλωσε ο κ. Λάσετ που διατηρεί στενές σχέσεις με το Παρίσι.
Αναφορικά με το ΝΑΤΟ κατέστησε σαφές ότι σκοπεύει να υλοποιήσει την υπόσχεση που έχει δώσει η Γερμανία, να αυξήσει τις αμυντικές της δαπάνες στο 2% του ΑΕΠ. Ασκώντας έμμεσα κριτική στην υποψήφια καγκελάριο των Πρασίνων, Ανναλένα Μπέρμποκ και τον υποψήφιο των Σοσιαλδημοκρατών, Όλαφ Σολτς, που αφήνουν ανοιχτό κατά πόσο θα υλοποιήσουν αυτό το στόχο, ο Άρμιν Λάσετ δήλωσε: «Οι σύμμαχοι μας έχουν το δικαίωμα να μάθουν αν αυτός ή αυτή που θα εκλεγεί στην καγκελαρία θα παίρνει στα σοβαρά τα συμφέροντα ασφαλείας των συμμάχων μας.»
Αναφορικά με τις χώρες της Μεσογείου, της Μέσης και της Εγγύς Ανατολής ο Άρμιν Λάσετ επισήμανε τη σημασία της επανεκκίνησης της Ευρωπαϊκής Πολιτικής Γειτονίας που «έχει περιπέσει σε στασιμότητα». «Οι εξελίξεις στην Τουρκία, τον Λίβανο και τη Συρία επηρεάζουν πάντα και την ευρωπαϊκή ασφάλεια.» Η σταθεροποίηση και η ενθάρρυνση για δημοκρατικές αλλαγές, «ειδικά μεσογειακών χωρών, είναι άξιες κάθε προσπάθειας.»
Μιλώντας, τέλος, για τις σχέσεις με τη Ρωσία, ο Άρμιν Λάσετ άφησε να εννοηθεί ότι θα συνεχίσει την πάγια πολιτική γραμμή της Γερμανίας: «ναι» στη συνεργασία αλλά και επιβολή κυρώσεων όταν η Μόσχα παραβιάζει το Διεθνές Δίκαιο. Παράλληλα διαβεβαίωσε ότι στηρίζει την ολοκλήρωση του αγωγού φυσικού αερίου Nord Stream 2 ανάμεσα στη Ρωσία και τη Γερμανία.