Καθηγητής Κωνσταντίνος Ζοπουνίδης, Ακαδημαϊκός
Βασιλική Ακαδημία Οικονομικών & Χρηματοοικονομικών, Βασιλική Ευρωπαϊκή Ακαδημία των Διδακτόρων, Πολυτεχνείο Κρήτης & Audencia Business School, France
Ο Κωνσταντίνος Ζοπουνίδης
Οι εκτιμήσεις, οι βαθμολογίες και τα αστέρια μας έχουν κυριέψει. Σύντομα, δεν θα είναι πλέον δυνατόν να κάνουμε κράτηση σε ξενοδοχείο, εστιατόριο ή να νοικιάσουμε ένα διαμέρισμα διακοπών χωρίς να ρίξουμε μια ματιά στην πληθώρα σχολίων στο Διαδίκτυο. Οι εκτιμηθείσες αυτές βαθμολογήσεις από ορισμένους χρήστες δημιουργούν πολλές φορές σύγχυση στις επιλογές τους και οδηγούν σε τιμωρία τη λειτουργία μιας επιχείρησης.
Παρά αυτή την επίγνωση, αυτές οι βαθμολογήσεις μας επηρεάζουν αναμφισβήτητα. Σύμφωνα με μια έρευνα ανάλυσης καταναλωτών, το 80% αυτών εμπιστεύονται τις κριτικές και τις μαρτυρίες άλλων πελατών, όπως και τις συστάσεις αγαπημένων τους προσώπων. Συνεπώς, η τάση αξιολόγησης συνεχίζεται παντού και επεκτείνεται σε άλλους τομείς εκτός από τη βιομηχανία. Άλλες αξιολογήσεις αφορούν κράτη και χρηματοοικονομικές υπηρεσίες (βλ. Κ. Ζοπουνίδης, Οι Οργανισμοί Αξιολόγησης, Ναυτεμπορική, Τετάρτη 4 Οκτωβρίου 2017) και τελευταία την αγροτική γη (βλ. Κ. Ζοπουνίδης, Το rating της αγροτικής γης, Ναυτεμπορική, Τρίτη 25 Αυγούστου 2020).
Το άρθρο αυτό αναφέρεται κατά ένα μεγάλο μέρος στο πρόσφατο βιβλίο των Vincent Coquaz και Ismael Halissat με τίτλο «La nouvelle Guerre des Etoiles, εκδ. ΚERO, 26 Αυγούστου 2020, 234 σελίδες».
Η κούρσα για τα αστέρια συνεχίζεται
Καθημερινά επιβεβαιώνεται η απεριόριστη επέκταση της βαθμολόγησης. Για παράδειγμα, η εκτίμηση που πρέπει να δοθεί σε ένα συνεργείο αυτοκινήτων κατά την τελευταία τεχνική επιθεώρηση που κάνατε. Επίσης, την αξιολόγηση που δόθηκε σε ένα οδηγό Uber όταν γυρίσατε σπίτι σας το βράδυ. Ακόμη, τις αγορές που κάνατε στην Amazon και τη βαθμολόγηση του οφθαλμίατρου σας μέσω Google.
Μερικές φορές οι βαθμολογήσεις είναι πιο διακριτικές, πιο ύπουλες, αλλά όχι λιγότερο φοβερές. Εκτός από τις προφανείς αξιολογήσεις μιας εταιρείας, υπάρχουν και «αόρατες» βαθμολογήσεις χωρίς τη συγκατάθεσή μας.
Αυτή η σιωπηλή βαθμολόγηση θέτει μια σειρά από ερωτήσεις. Γιατί βαθμολογούμε; Από πού προέρχεται αυτό το θεμελιώδες κίνημα; Ποιές είναι οι πραγματικές συνέπειες για τους βαθμολογούμενους και για τους βαθμολογητές; Είναι οι αξιολογήσεις τόσο ουδέτερες και αντικειμενικές όσο εμφανίζονται; Ως πολίτες μπορούμε να αντιταχθούμε σε ένα τέτοιο σύστημα;
Αυτό δεν θέτει υπό αμφισβήτηση την πρακτικότητα της βαθμολόγησης όταν πρόκειται για επιλογή ξενοδοχείου ή εστιατορίου. Ως καταναλωτές, χρησιμοποιούμε αυτό το απλό και διασκεδαστικό εργαλείο. Αν και μερικοί το βλέπουν ως στέρηση ελευθεριών και επίβλεψης, η αξιολόγηση από το ευρύ κοινό επέτρεψε, με την πρώτη ματιά, τον εκδημοκρατισμό της κριτικής, που μέχρι τώρα προοριζόταν σε μια πολιτιστική αριστοκρατία, η οποία επιτίθεται σε τομείς όπου τα μονοπώλια ήταν ανέγγιχτα.
Κατά τη διάρκεια των δύο ετών έρευνας, οι συγγραφείς ήρθαν συστηματικά αντιμέτωποι με νέες απεικονίσεις αυτής της γενίκευσης της βαθμολόγησης. Δεν έχει περάσει μια εβδομάδα χωρίς κάποιος γνωστός τους, να τους στείλει ένα ερωτηματολόγιο ικανοποίησης που ελήφθη μέσω email. Κατά τη διάρκεια των αναλύσεών τους, ήρθαν σε επαφή με ιστορικούς, κοινωνιολόγους και οικονομολόγους, και διείσδυσαν σε δίκτυο αγοράς ψεύτικων κριτικών στο διαδίκτυο.
Σαν συμπέρασμα, οι συγγραφείς καταλήγουν ότι σε πολλές εταιρείες οι εργαζόμενοι βαθμολογούν ο ένας τον άλλον. Και όπως είναι φυσικό, ο πειρασμός να εξαπατήσει κάποιος για να βελτιώσει τη βαθμολόγησή του είναι συχνά μεγάλος. «Ως καταναλωτές, εργαζόμενοι, και ίσως αύριο ως πολίτες, προς το παρόν είμαστε εντελώς ανίσχυροι απέναντι σε αυτόν τον πόλεμο των αστεριών».