Πολλά και δύσκολα ήταν τα θέματα στη Φυσική και τη Χημεία Οι επιστημονικές ενώσεις έχουν ενστάσεις για την ποιότητα και την ποσότητα. Στα Μαθηματικά τα θέματα ήταν και εδώ δύσκολα, αλλά αυτό συνέβαινε και τα προηγούμενα χρόνια και αναμενόταν. Το αποτέλεσμα ήταν οι υποψήφιοι να βγαίνουν με κλάματα, να σκέφτονται να μη συνεχίσουν και να πάνε για τις επαναληπτικές το Σεπτέμβρη, πράγμα που δεν είναι σωστό γιατί είναι πολύ πιο δύσκολα το Σεπτέμβρη.
Είναι καλό που τα θέματα ήταν δύσκολα. Δεν ήταν καλός ο τρόπος με τον οποίο έγιναν δύσκολα. Ας δούμε το θέμα από την αρχή. Οι Πανελλαδικές Εξετάσεις είναι ένας διαγωνισμός επιλογής. Η Ιατρική Αθήνας διαθέτει 140 θέσεις για υποψηφίους Γενικών Λυκείων. Θα πετύχουν οι 140 πρώτοι. Αν τα θέματα είναι πολύ δύσκολα, όπως φέτος, απλά θα πέσουν οι βάσεις. Θα μπουν και πάλι 140 υποψήφιοι. Συνεπώς για να πετύχει κάποιος δεν χρειάζεται να γράψει 20, αλλά να γράψει καλύτερα από τους άλλους υποψηφίους. Αν τα θέματα είναι πολύ δύσκολα και δεν γράψει κανείς 20 θα περάσει αυτός που έγραψε 19. Τα παιδιά που πήγαιναν για 20 και δεν κατάφεραν να περάσουν το 19, δεν έχουν χάσει τίποτα ακόμα. Θα πάρουμε μια ιδέα όταν ανακοινωθούν τα στατιστικά των βαθμολογιών. Θα είμαστε σίγουροι όταν βγουν οι βάσεις. Η γενική αρχή που έχω είναι η εξής: ”Όταν βλέπω πολλά κλάματα τον Ιούνιο έχουμε πολλές χαρές τον Αύγουστο.” Δηλαδή, με απλά λόγια, όταν κλαίνε τα παιδιά τον Ιούνιο είναι γιατί δεν έγραψαν καλά και το αποτέλεσμα είναι να πέφτουν τόσο πολύ οι βάσεις που περνάνε σε σχολές που δεν πίστευαν ότι θα έπιαναν με τα μόριά τους, με αποτέλεσμα να έχουμε χαρές και γέλια τον Αύγουστο.
Αφού είδαμε ότι δεν επηρεάζει τους επιτυχόντες η δυσκολία των θεμάτων, ας δούμε γιατί είναι καλό αυτό που έγινε, αλλά έγινε με λάθος τρόπο. Το πρόβλημα που έχει δημιουργηθεί τα τελευταία χρόνια είναι ότι έχει αυξηθεί κατακόρυφα ο αριθμός των υποψηφίων που έχουν ως πρώτη επιλογή την Ιατρική. Το 2009 δήλωσαν ως πρώτη επιλογή την Ιατρική Αθήνας 958 υποψήφιοι. Το 2018 τη δήλωσαν 2545. Πώς από τους 2545 θα ξεχωρίσουν οι 140 που θα περάσουν; Δύσκολο εγχείρημα. Τα προηγούμενα χρόνια οι άριστοι μαθητές έγραφαν πάνω από 19 στη Βιολογία, τη Φυσική και τη Χημεία και η εισαγωγή κρινόταν από τη Νεοελληνική Γλώσσα. Όσοι έγραφαν πάνω από 17 περνούσαν ενώ όσοι έγραφαν κάτω από 17 δεν περνούσαν. Αυτό είναι άδικο και αυτή είναι, κατά τη γνώμη μου, η αιτία για τα τόσο δύσκολα θέματα. Σκοπός είναι να πέσουν οι βάσεις και να μην κρίνεται η εισαγωγή από το βαθμό της Νεοελληνικής Γλώσσας, ακυρώνοντας στην πράξη την εξέταση των τριών άλλων μαθημάτων. Συνεπώς ο σκοπός είναι σωστός και είναι καλό αυτό που γίνεται. Γίνεται, όμως, με λάθος τρόπο. Αυτό μας επιτρέπει να συμπεράνουμε ότι και στη Βιολογία τα θέματα θα είναι δύσκολα.
Οι τρόποι να δημιουργήσεις δύσκολα θέματα είναι δύο. Ο πρώτος είναι να βάλεις πολύ δύσκολες ασκήσεις και ο δεύτερος είναι να βάλεις τόσα πολλά θέματα που να μην προλαβαίνουν να τα γράψουν παρά μόνο οι υποψήφιοι που έχουν υψηλούς αυτοματισμούς. Χρησιμοποιήθηκαν και οι δύο τρόποι, μάλλον σε υπερβολικό βαθμό. Θα το δείξουν τα στατιστικά των βαθμολογιών την Παρασκευή 28 Ιουνίου, που αναμένουμε ότι θα εκδοθούν τα αποτελέσματα. Το πρόβλημα με τα θέματα ήταν στην ποιότητα. Οι ασκήσεις της Φυσικής ήταν κατασκευασμένες, χωρίς καμία επαφή με τον πραγματικό κόσμο, απαιτούνταν πολλά μαθηματικά για να λυθούν και η Ένωση Ελλήνων Φυσικών επεσήμανε ότι πρέπει να εξετάζονται φυσικά φαινόμενα και φυσικές έννοιες. Θέλουμε, δηλαδή, δύσκολα θέματα με έξυπνο τρόπο. Στη Χημεία τα θέματα ήταν περισσότερο προς αυτή την κατεύθυνση. Και εδώ υπήρχαν ενστάσεις για την επιστημονική τους ακρίβεια, αλλά λιγότερες.
Αυτή η “αλλαγή πλεύσης” των θεματοδοτών θα έχει και παρενέργειες. Οι μεσαίοι και αδύνατοι μαθητές που διεκδικούν θέση σε χαμηλόβαθμες σχολές δεν θα μπόρεσαν να ανταποκριθούν ούτε στο ελάχιστο στα θέματα. Φοβάμαι, δηλαδή, ότι το ποσοστό των υποψηφίων που θα βρεθούν κάτω από το 5 θα είναι πολύ υψηλό.
Το δεύτερο πρόβλημα είναι με τις κοινές σχολές. Οι υποψήφιοι για τα Παιδαγωγικά και τα ΤΕΦΑΑ από τις θετικές σπουδές δεν θα έχουν καμία τύχη. Όπως βλέπουμε στον πίνακα 1 είναι πολύ ευκολότερο να συγκεντρώσει πάνω από 15.000 μόρια ένας υποψήφιος από τη θεωρητική ομάδα προσανατολισμού, παρά από οποιαδήποτε άλλη ομάδα προσανατολισμού. Συνεπώς στις κοινές σχολές που όπως βλέπουμε στον πίνακα 2 είναι πολλές οι υποψήφιοι από τη θεωρητική ομάδα προσανατολισμού έχουν μεγάλο πλεονέκτημα. Αντίστοιχα πλεονέκτημα έχουν και οι υποψήφιο από το 3ο πεδίο σε σχέση με τους υποψηφίους από το 2ο πεδίο. Τα κοινά τμήματα στα δύο πεδία είναι 53, πάρα πολλά, και η αδικία πολλή μεγάλη. Αυτός είναι ένας ακόμη λόγος που επιβάλλεται τα θέματα της Βιολογίας να είναι πολύ δύσκολα.